28.12.05

Κι άλλες λίστες

- Αλίκη Βουγιουκλάκη (ειδικά με πλατύγυρο καπέλο να τραγουδάει: «Μες σ' αυτή τη βάρκα είμαι μοναχή...» - όταν ήμουνα μικρή, τα καλοκαίρια, έβαζα ένα ψάθινο καπέλο με κορδέλα, έγερνα το κεφάλι και το τραγουδούσα, με τη σκέψη μου στο Γιώργο από την έκτη δημοτικού, που περπατούσε με τα πέλματα στραμμένα προς τα μέσα· εξαιτίας του πρώτου αυτού πλατωνικού έρωτα, ο αρχετυπικός ιππότης με το λευκό άλογο βαφτίστηκε Γιώργος στο μυαλό μου - ενδεχομένως βέβαια στη βάφτιση να βοήθησε και ο συνειρμός με τον Άι-Γιώργη, που κάθεται σε άλογο), Ελένη Φιλίνη, Μαρία Αλιφέρη, Πάμελα Άντερσον, Λιάνα Κανέλλη, Κρίστεν από την Τόλμη και γοητεία.

- Γιάννης Πάριος (όχι μόνο από Τα Νησιώτικα), Πάνος Μιχαλόπουλος (τον θεωρώ ταλέντο που πήγε χαμένο λόγω τραγικά λανθασμένων επιλογών - το ανάλογο του Γιώργου Κωνσταντίνου μιάμιση δεκαετία μετά, ο οποίος επίσης μου αρέσει, μάλλον γιατί μου θυμίζει το ήμισυ του μπαμπά μου· το άλλο ήμισυ μου το θυμίζει ο Λάμπρος Κωνσταντάρας - ο μπαμπάς μου δηλαδή είναι ένας ψηλόλιγνος με στομάχι και γαλανά μάτια, για να μείνουμε στην ασφάλεια της περιγραφής του φιζίκ), Πασχάλης, Στέλιος Καζαντζίδης, Νίκος Δαδινόπουλος.

Παλιά (από δεκαετία '80 κ.εξ.) είχα πείσει τον εαυτό μου ότι τους περιφρονούσα, επειδή, αν τους υποστήριζα, θα έτρωγα πολλή χλεύη στη μάπα από το φιλικά προσκείμενο στη διανόηση οικογενειακό μου περιβάλλον, και δεν είχα το σθένος να την αντιμετωπίσω. Τώρα που, ερχόμενη σε επαφή με βαθύτερα κομμάτια του εαυτού μου, αποδέχομαι το ότι μου αρέσουν (με διάφορους τρόπους), πάλι αποφεύγω να το δηλώνω, γιατί (αν και παραδέχομαι ότι ευνόησε τη διαδικασία αυτογνωσίας μου η μόδα του καλτ και του τρας) φοβάμαι ότι οι άνθρωποι θα με θεωρήσουν απλώς θύμα του τρεντ. Παλιοζωή.

- Αντιθέτως, με άφηνε και με αφήνει παγερά αδιάφορη η Μαντόνα (όχι τα τραγούδια της, αλλά ως περσόνα - ποτέ π.χ. δε θα έβαζα αφίσα της στον τοίχο, άλλο που όταν ήμουν μικρή είχα βάλει - ήταν στιλιστικό το θέμα: η απρόμαυρη φωτό της Μαντόνα από το True Blue που μοιάζει με τη Μέριλιν ταίριαζε με την απρόμαυρη καρτ ποστάλ της ίδιας της Μέριλιν, που είχα κρεμάσει πάνω δεξιά στον τοίχο, σε κόκκινο φόντο, με ματ τζάμι). Αυτό κι αν είναι δύσκολο να το ξεστομίσω τη σήμερον ημέρα.

UPD: Μου αρέσει ο Γιώργος Νταλάρας. ΚΑΙ ο Τζίμης Πανούσης.

24.12.05

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ



Στη γειτονιά μου ζει μια ηλικιωμένη κυρία που μένει μόνη της, με το σκύλο και τη γάτα της, και, επειδή δεν έχει οικογένεια και νιώθει ότι δε θα ζήσει για πολύ ακόμα, αναζητά κάποια ορφανή κοπέλα για να μείνει μαζί της και να τη φροντίζει, κληρονομώντας, σε αντάλλαγμα, τα υπάρχοντά της. Απευθύνθηκε ήδη στο Χαμόγελο του Παιδιού, όπου, όμως, της ζήτησαν να κληροδοτήσει τα υπάρχοντά της στο ίδρυμα. Γνωρίζει μήπως κάποιος από σας μέσω ποιου ιδρύματος ή άλλου οργανισμού μπορεί να βρει μια ψυχοκόρη; Επικοινωνήστε, παρακαλώ, αν έχετε οποιαδήποτε σχετική ιδέα.

Καλά Χριστούγεννα σε όλους σας - εύχομαι να βρίσκετε πάντα αγάπη μέσα σας και πολλούς τρόπους να την προσφέρετε στους πλησίον σας.

21.12.05

Σονέτο 1 - «Το κλείσιμο του τεύχους»

Αίθριο έρημο, σωλήνες φθορισμού που τρεμοσβήνουν,
τα περιμετρικά γραφεία όλα κλειστά, μόνο γιρλάντες
μ' ευχές «Καλή Χρονιά» που κρέμονται στις πόρτες με τις πάντες
(οι διευθυντές βροντάν, χαλάν τα σελοτέιπ σαν τις κλείνουν).

Δυο τρεις συντάκτες με delivery την πείνα απαλύνουν,
κάποια ξινή τσιρίζει:
«Ακόμα να προσθέσεις τις λεζάντες;»
κι εγώ, στο τελευταίο ταξίδι μου να μη φυσά λεβάντες
προσεύχομαι: η Σαλαμίνα, οι κουτσομούρες μού τη δίνουν.

Απότομα, χτυπώντας το τακούνι μου, πετιέμαι πάνω,
στο διάλο οι κούπες με τους ντεκαφεϊνέ πικρούς καφέδες,
ένα βολάν της φούστας μου ανεμίζει σαν πανί σοφράνο,

φέρτε γαρίφαλα, τ' απομεινάρια του μπουφέ να ράνω
της σύσκεψης της πρωινής, με ντιπ, καβούρι και κεφτέδες...
Εκεί να βρω προσμένω κάτι σε γλυκό... Να! Κουραμπιέδες!

Πήγασος (4Ω)






Φωτό: συμμαθητής Νίκος

16.12.05

Overheard*

Στο τρένο:

-Ο Ντάνυ δε είναι για την εκδήλωση το βράδυ; [...] Χαιρετίσματα στο Φρέντυ, αν είναι δίπλα σου...
(Ψηλός γκριζομάλλης στο κινητό.)

-Γιατί δεν κάνεις έναρξη εταιρείας αλλού και μετά να τη μεταφέρεις στο χώρο το δικό σου...
(Μέτριου ύψους γκριζομάλλης στο κινητό.)

-Θα σου πρηστεί! Δε θα μπορείς να περπατήσεις! Θα πάμε στο φαρμακείο!
(Δυο κορίτσια που κάθονται σε αντικριστά καθίσματα.)

-Στην κιβωτό του Νώε υπήρχανε κότες; Αν υπήρχανε, τότε η κότα έκανε το αυγό!
(Φασαριόζικη παρέα γυμνασιόπαιδων με σιδεράκια.)

-Έξι τετρακόσια έδωσα, κύριέ μου.
-Εγώ εννιά εκατομμύρια. Αλλά πήρα σουίτα.
-Ααααα, έτερον εκατέρωθεν, που λέει. Το ΙΚΑ πληρώνει μόνο τρίτη θέση.
(Καλοστεκούμενος ηλικιωμένος και ταμπεραμεντόζα ηλικιωμένη με ρώσικο καπέλο.)

*Copyright: yk - αφιερωμένο.

12.12.05

«Μωρό» να πεις τη θεια σου

Δε νομίζω ότι θα μπορέσω να ακούσω άλλη φορά τις λέξεις «μωρό» και «μωράκι» σε θέση αγαπησιάρικης προσφώνησης χωρίς να λερώσω την εμετοσακούλα μου. Και δε νομίζω ότι είμαι η μόνη. Έτι δε, τείνω να πιστέψω ότι το συλλογικό ψυχικό τραύμα από τη λαίλαπα του μεταφρασμένου «baby» είναι εν πολλοίς υπεύθυνο για την υπογεννητικότητα στην Ελλάδα.

Το τραγικό της υπόθεσης είναι ότι κι εγώ έτσι αποκαλώ τα αγόρια π' αγαπώ. «Τι κάνεις, ρε μωρό;», «Πιο βαθιά, μωρό μου», «Καληνύχτα, μωράκι» (το τελευταίο μόνο σε SMS - αν χρειαστείς έξτρα εμετοσακούλα, θα το καταλάβω). Αυτά την ίδια στιγμή που «μωρό» αποκαλεί η συνάδελφος τη συνάδελφο, η τηλεπαρουσιάστρια τον τηλεθεατή, η ντίβα τον κομμωτή - και η μάνα το παιδί, βέβαια.

Ποιες είναι όμως οι εναλλακτικές μου;

Το «αγάπη» απορρίπτεται, γιατί, εκτός του ότι έχει κι αυτό θητεία σε χώρους όπου το ευγενές συναίσθημα δεν ευδοκιμεί (π.χ. «όχι, αγάπη μου, δε θα σου κάνω τη χάρη» είπε ο μπλόγκερ στον ανώνυμο σχολιαστή) , φέρνει στο νου το ανέκδοτο-καταπακτή «αγάπη, φέγε μου ένα ποτήγι νεγό». Το «μανάρι», εκτός από άκομψο και ξεπερασμένο (φρονώ ότι πήγε να επικρατήσει λίγο πριν από την επέλαση του «μωρού»), προσωπικά μου θυμίζει «θρεφτάρι», «μοσχάρι» και τη σόκιν ρήση «μανάρα μου, τα ροδομάγουλά σου», που έχω ακουστά. Το «κουκλάκι», το οποίο είχε προτείνει η Μαλβίνα Κάραλη, είναι μεν νόστιμο, ωστόσο έχει κι αυτό το μειονέκτημά του: θυμίζει το πορνοεστιατόριο Κουκλάκι, όπου το πιάτο της ημέρας μπορεί και να είναι «Οργασμός με λευκή σάλτσα μανιτάρια», ξέρω γω.

Με τον παλιό μου φίλo που τον έχω χάσει (όχι το Γιώργο Θαλάσση) οι προσφωνήσεις ξεπηδούσαν από το στόμα μας σαν πίδακες νερού σε φρέσκια γεώτρηση (και δεν επαναλαμβάνονταν για δεύτερη φορά). Όμως πολύ αμφιβάλλω αν μπορεί να συλλάβει και να εκτιμήσει ο πασαένας το εκτόπισμα τρυφερότητας σε φράσεις σαν τις «ντουσιέρα μου», «μουσακά μου», «μικρό μου Κιλιμάντζαρο», «ροφέ μου εσύ», «σουβλακερί μου όμορφη» κοκ.

Είμαι σε αδιέξοδο, λοιπόν. Ουαί, γιατί, αν έλυνα αυτό το πρόβλημα, θα δημιουργούνταν ένα ντόμινο που θα έλυνε οριστικά και όλα τα προβλήματα του κόσμου.

7.12.05

Ξεκαθάρισμα

- Τα 'χεις φτιάξει με τον "<$Όνομα$>";
- Όχι. Είμαστε απλώς εχθροί.

3.12.05

ΣΟΚ

Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.

Γιατρέ, επαναλαμβάνει αυτές τις λέξεις με αυτήν ακριβώς τη σειρά από τη στιγμή που τη βρήκαμε, δεν έχει σταματήσει λεπτό. Στο λόφο του Στρέφη, στο θεατράκι, ξαπλωμένη σε μια κερκίδα. Ναι, μόνη. Μπα, δε μας φάνηκε να είχε πάρει κάτι. Ούτε μύριζε αλκοόλ. Ανοίξαμε την τσάντα της, όλα καθωσπρέπει, και ήταν καλά ντυμένη, την είδατε. Μήπως τη χτύπησε κάποιος; Την εξετάσατε; Έχει σημάδια; Α, και στο χέρι της κρατούσε αυτό εδώ το προσκλητήριο.

1.12.05

The new «little shots of hapinness»

Από τότε που πέθανε το αγαπημένο μου little shots of happiness, ένα άλλο μπλογκ έχει πάρει τη θέση του στην καρδιά μου (ε, η μπλογκοζωή συνεχίζεται, yk) . Παρ' όλο που ανήκει σε μη εργαζόμενη μαμά με δύο παιδιά που ζει στην Καλαμάτα και η θεματολογία του είναι κυρίως η ζωή στο πλαίσιο της οικογένειας, έχει το ίδιο εφέ πάνω μου με τις πνευματώδεις ιστορίες του yk, ενός ανθρώπου που περπατούσε πάνω κάτω την Αθήνα μέρα νύχτα (και που στο μυαλό του οι λέξεις «παιδιά» και «κόλαση» δεν ήταν και τόσο μακριά μεταξύ τους). Το εφέ, λοιπόν, είναι κάτι σαν το εξής: Πες πως είμαι βότσαλο που κάποιος με ρίχνει στη θάλασσα. Η στιγμή που βρίσκω την επιφάνεια του νερού είναι η στιγμή που ανοίγω το μπλογκ. Από κει και πέρα, το νερό ζωηρεύει τα χρώματά μου και η ταχύτητα της πτώσης μου ανακόπτεται. Πέφτω αργά, αθόρυβα, ανάμεσα σε παλινδρομούντα θαλάσσια φυτά, προς ένα βυθό πλούσιο και ωραίο.

Στο Στο άπειρο κι ακόμα παραπέρα της φίλης μου Στέλλας, συζύγου του παλιού μου φίλου και υπέροχου ανθρώπου Κωνσταντίνου, και σε ποστ όπως τα «Άτιμα τα θηλυκά», «Το πάρτυ», «Ελικρίνεια», «Η μέρα της ζημιάς» κτλ. ή σε φωτογραφίες όπως αυτές των παιδιών με τις μεταμφιέσεις, υπάρχει το είδος της απλότητας που σε αφήνει χορτασμένο, μ' ένα ποτήρι μισογεμάτο στο χέρι.

28.11.05

ΞΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Βινιέτα: Τα 'χω πάρει / τα μηνύματά σου όλα τα 'χω πάρει / μα να ξέρεις / τα 'χω βάλει σε μια κούτα στο πατάρι.

Τίτλος: SMS: Ένα απαραίτητο εργαλείο για τον πλατωνικό έρωτα

Lead: Σας αρέσει να αγαπάτε εκ του μακρόθεν; Είστε αισθηματίας του φανταστικού; Είστε ο λεγόμενος «υποσχεσάκιας»; Αν ναι, τότε η υπηρεσία SMS σάς ταιριάζει γάντι, σχεδόν έχει φτιαχτεί για σας - απορούμε δηλαδή πώς είναι δυνατόν να μην έχετε ακόμα κινητό.

Από την Καμμένη Στο Γιαούρτι

Το SMS είναι το ραβασάκι του σήμερα. Το δουλεύουν απαξάπαντες οι ερωτευμένοι. Ωστόσο, ο ιδανικός (και συχνότερος) χρήστης του είναι ο από άποψη πλατωνικά ερωτευμένος. Δηλαδή εσείς.

Τα SMS σάς δίνουν τη δυνατότητα να στέλνετε κείμενα-κύματα αγάπης στο αντικείμενο του πόθου σας χωρίς να χρειάζεται να το αγγίξετε και να λερωθείτε, να σας χαλάσει το ζελέ ή να ερεθιστείτε σεξουαλικά και να μπείτε στην απευκταία, περίπλοκη διαδικασία του σεξ. Τα SMS σάς επιτρέπουν να αφήνετε το χείμαρρο συναισθημάτων σας να ξεχυθεί, χωρίς να υπάρχει η περίπτωση να σκάσει σε φράγμα, να λιμνάσει ή ακόμα (θεός φυλάξοι) να κάνει γκελ στην κοίτη του ποταμού και να σας έρθει πίσω δριμύτερος. Τα SMS σάς εξασφαλίζουν πολύτιμο χρόνο, αφού μπορείτε να κάνετε τις αγαπημένες σας οργιώδεις δηλώσεις ενώ ταυτόχρονα μιλάτε με τον ξάδερφό σας στο MSN, χέζετε ή χαζεύετε μονάχος σας τσόντες στο Filmnet.

Τα SMS σάς προστατεύουν. Ξέρετε τι κινδύνους εγκυμονεί η φυσική επαφή με το «μωράκι σας» τη σήμερον ημέρα; Έχετε σκεφτεί ποτέ ότι, αν σας συναντάει, θα μπορεί να σας κοιτάζει στα μάτια; Σας έχει περάσει από το μυαλό ότι ενδεχομένως να σας λέει «σ' αγαπώ» κατάμουτρα; Ουαί! Πώς θα τα βγάζατε πέρα με τέτοιο παραλογισμό; Πώς θα αντέχατε τέτοιο ξεβόλεμα; Πώς θα μπορούσατε να χειριστείτε μια κατάσταση όπου συνυπάρχουν δύο απολύτως ασύμβατα πράγματα, ο έρωτας και το σεξ; (Μόνος ένας παρανοϊκός θα πίστευε ότι μπορεί να υπάρξει σεξ έξω από το πλαίσιο του περίφημου mindless sex - το οποίο, ας μην ξεχνάμε, συντηρεί με τρόπο μοναδικό το μύθο σας.)

Η υπηρεσία SMS σάς δίνει το προνόμιο να είστε γενναιόδωροι στις δηλώσεις και τσιγκούνηδες στις χειρονομίες - ένας συνδυασμός που περιγράφει τον έρωτα το σωστό, τον πρόστυχο (αστειευόμαστε φυσικά, γιατί ένας πλατωνικός έρωτας μόνο πρόστυχος δεν είναι: είναι αγνός και καθαρός, όπως και το ανέγγιχτο από τα βρομόχερά σας αμόρε σας). Μιλάμε για τον έρωτα το σύγχρονο, του 21ου αιώνα, χωρίς αλληλεπίδραση και μαλακίες (η αλληλεπίδραση είναι για το Ίντερνετ).

Αν θέλετε, λοιπόν, να ζήσετε τον έρωτά σας μόνοι, χωρίς κανέναν στο κεφάλι σας, πάρτε κινητό το συντομότερο κι αρχίστε να στέλνετε παθιασμένα SMS. Κι αφήστε τις αγκαλιές κατά μέρος: κάποιος άλλος θα βρεθεί να τις δωρίσει στη μοναδική σας αγάπη, κάποιος αντάξιός της (απ' το στόμα σας το πήρα).


Μότο: Το SMS ακυρώνει το ρητό «verba volant, scripta manent». Γιατί, ναι μεν είναι γραπτό, αλλά συμπεριφέρεται σαν προφορικό: μένει για λίγο στη μνήμη (των εξερχομένων) και μετά πετάει μακριά (όταν κάνετε εκκαθάριση).

25.11.05

Κάτι μας είπες

Ο Γκούγκλης είναι φίλος μου. Και θέλει να με προστατέψει. Γι' αυτό, βάζοντας το μπλογκ μου κάτω από τις συγκεκριμένες λέξεις-κλειδιά, μου έστειλε ένα μήνυμα. Τον ευχαριστώ που μπήκε στον κόπο να με πληροφορήσει ότι...


Νιώθω ήδη καλύτερα: τουλάχιστον εγώ δεν έχω πάρει τόση σαβούρα ώστε να πληκτρολογώ το πρόβλημά μου στο google για να βρω λύση και συμπαράσταση.

Κυριακές - yk

(Ιδού το σχόλιο που έσβησα αμέσως πριν, παίζοντας με το εικονίδιο-σκουπιδοτενεκέ. Πρώτη φορά - θα μάθω):
Να κάτι στο οποίο συμφωνούν οι περισσότεροι άνθρωποι: «η Κυριακή είναι η πιο καταθλιπτική μέρα». Εμένα, πάλι, είναι η αγαπημένη μου.
Ξυπνάω όταν χορτάσω ύπνο, όχι όταν χτυπήσει το άθλιο πλαστικό ξυπνητήρι μου. Μπορώ να μείνω στο κρεβάτι όσο θέλω, χαζεύοντας απ’ το παράθυρο τα σύννεφα να προσπερνάνε το ένα το άλλο και τα δέντρα (κυρίως ευκάλυπτοι) να τινάζονται από τον αέρα. Οι ήχοι από αυτοκίνητα που γκαζώνουν και κορνάρουν είναι σποραδικοί, κι έτσι τα τιτιβίσματα από τα πουλιά πάνω στους ευκάλυπτους (ενδεχομένως και από το καναρίνι του γείτονα) ακούγονται πεντακάθαρα. Έχω επίσης το χρόνο να αφουγκραστώ μακρινά γαβγίσματα και παιδικές φωνές από το κυκλοφοριακό πάρκο του αποκάτω δρόμου. Το υπνοδωμάτιό μου παύει να είναι το μπουντρούμι με το υστερικό ξυπνητήρι στη ρύθμιση snooze και μετατρέπεται σε αίθουσα THX.
Αλλά κι αν αποφασίσω να σηκωθώ, μπορώ να κάνω ένα σωρό πράγματα: να αγοράσω εφημερίδες και να πάω για καφέ στη θάλασσα, να επισκεφθώ την έκθεση στο Μπενάκη που έχω τσεκάρει στο Αθηνόραμα, να μαγειρέψω και να καλέσω τους φίλους μου για φαγητό. Μπορώ ακόμα και να δουλέψω – επειδή θα το θέλω εγώ, κι όχι επειδή υποχρεούμαι από κάποια σύμβαση εργασίας που έχω υπογράψει.
Η Κυριακή για μένα είναι συνυφασμένη με την απεριόριστη δυνατότητα επιλογών, με την έλλειψη προγράμματος. Υποθέτω λοιπόν ότι δε θα μου άρεσε ούτε εμένα, αν προτιμούσα τη δουλειά από την τεμπελιά, το καθορισμένο από το απροσδόκητο, την τάξη από την αταξία. Δε θα μου άρεσε, αν δεν μου ήταν τόσο οικεία η νωχέλεια που διαπερνά όλες τις ώρες της. Ακόμα, μαντεύω ότι δε θα μου άρεσε αν δεν είχα τη συνήθεια να προχωρώ στο μέλλον κοιτώντας το παρελθόν: Το βράδυ της Κυριακής δε σκέφτομαι ποτέ την επερχόμενη Δευτέρα, αλλά όλα τα πράγματα που έκανα από τη στιγμή που ξύπνησα μέχρι τώρα που έπεσε ο ήλιος.

24.11.05

Λίστες

(Δε βάζω αρίθμηση τύπου τοπ 5 και τέτοια, επειδή είμαι κάθετα αντίθετη με τη λογική της λίστας. Στην πραγματικότητα αυτά δεν είναι λίστες, είναι σημειώσεις, αλλά τα λέω λίστες γιατί αυτό το μπλογκ είναι men friendly.)

Πράγματα που με κάνουν γλυκιά και ρευστή σαν μαρμελάδα:

- Το να στήνω κάποιον ένα μισάωρο μες στο κρύο και να μου λέει καλημέρα χαμογελαστός όταν φτάνω.
- Το να με ρωτάνε με μεγάλη σοβαρότητα τη γνώμη μου για κάτι χρηστικό και ασήμαντο – όπως π.χ. αν είναι καλύτερα τα κεραμικά ή τα πορσελάνινα πιάτα.
- Το να θυμούνται με ακρίβεια μια λεπτομέρεια από κάτι που έχω εξομολογηθεί προ αμνημονεύτων.
- Το να μου χαρίζουν λουλουδάκι κλεμμένο από κήπο.
- Το να μου προσφέρουν τήλιο ή τσάι βουνού σε σπίτι, αντί για καφέ ή τσάι Lipton.
- Το να με αποκαλούν «Εβιτάκι μου».

Πράγματα που τρέμω μη μου συμβούν και ντροπιαστώ:

- Το να γίνει σεισμός και να με πλακώσει το κτίριο τη στιγμή που κάθομαι στη λεκάνη της τουαλέτας κι έτσι, όταν βρουν το πτώμα μου να έχω κατεβασμένο το βρακί.
- Το να πεθάνω μόνη μου στο σπίτι μου τη στιγμή που αυνανίζομαι κι έτσι, όταν βρουν το πτώμα μου κτλ. κτλ.
- Το να ανοίξει κάποιος ένα δώρο που του έχω πάει και αυτό στο μεταξύ να έχει σπάσει. Ή να έχω ξεχάσει να διαγράψω την τιμή.
- Το να μου φέρει κάποιος για δώρο ένα λικέρ που δεν το αγόρασε αλλά το είχε στο μπαρ του σπιτιού του για κάτι χρόνια και δεν είδε ότι έχει κάνει κατακάθι και είναι για πέταμα.
- Το να ρωτήσω τον Α τι κάνει ο Β, ξεχνώντας στιγμιαία ότι ο Β έχει πεθάνει, αν και έχω πάει και στην κηδεία, που λέει ο λόγος.

20.11.05

Δελφινάριο

Φορούσαμε τις νιτσεράδες μας και τριμάραμε την τζένοα κάτω απ' το ψιλόβροχο. Έκανα μπόλικο τιμόνι κοιτάζοντας ψηλά το windex η κουκούλα μου έπεφτε στα μάτια μου. Πέρασα δίπλα από μια βάρκα με τέντα και τέσσερις γέρους ψαράδες από κάτω της. (Πόσο θα σου άρεσε! Θα τους πλεύριζες και θα τους έπιανες κουβέντα, μες στη μέση του Σαρωνικού. Θα μας κερνούσανε τσίρο και παξιμάδι και μετά εσύ θα ήθελες να μείνεις μαζί τους να ψαρέψεις. Εγώ θα πήγαινα όρτσα μέχρι τη Σαλαμίνα με τα tell tails αλφάδι και θα γύριζα να σε πάρω νυχτερινή πλεύση). Μετά πήγα στην πλώρη: το καλύτερο σημείο. Σκίζεις τα νερά εσύ, όχι το ιστιοπλοϊκό.

Τότε είδαμε και τα δελφίνια. Δυο δυο, παχιά παχιά, να βουτάνε, γκλουπ, στο νερό και μετά να περνάνε κάτω από την καρίνα μας. Πόσο χάρηκα! Είχα χρόνια να δω δελφίνια από τόσο κοντά. Θυμήθηκα το δημοτικό σχολείο και το Χρυσό Τετράδιο, το τετράδιο όπου αντιγράφαμε και φυλάγαμε τα καλύτερά μας ποιήματα, αφού σηκωνόμασταν όρθιοι στο θρανίο και τα διαβάζαμε σε όλη την τάξη την έκτη ώρα κάθε Παρασκευής. Στο Χρυσό Τετράδιο είχε γραφτεί ένα ποίημα για το δελφίνι που είχε γράψει ο Δημήτρης Κωστάλας (aka Νεροψωμάς, επειδή μούλιαζε το ψωμί του κολατσιού του στη βρύση της αυλής πριν το φάει) : Το ποίημα (ή ποίμα) έλεγε:

Δελφίνι είδα ένα πρωί
που ' τανε μες την τρικυμία
και σκέφτηκα πόσο πολύ
χρήσιμο είν' στην κοινωνία.

Η μισή μου φάτσα έκθαμβη από το παράδειγμα ευγενικής αγάπης που έβλεπα μπροστά μου η άλλη μισή δακρυσμένη από τα γέλια στην ανάμνηση του ποιήματος-δελφινάριου. Η όλη υπόθεση θα μπορούσε να γίνει ένα ποστ με ψωμί (μουλιασμένο, μουχλιασμένο, γαλέτα, οτιδήποτε), αλλά θέλω οπωσδήποτε, και απλώς και μόνο, να πω το προφανές: Τα υψηλά αισθήματα και το γελοίο πάντα βρίσκουν έναν τρόπο να συνδεθούν μεταξύ τους και μακάρι η σούμα να ήταν πάντα τόσο αμιγής και δυναμωτική.

16.11.05

Νεκρή φύση με προσφορά


Θα μπορούσε να είναι και η ιδανική μετακόμιση. Το στρατιωτικό σου παλτό, οι πολυθρόνες που βρήκαμε στο δρόμο, το σαλονάκι της γιαγιάς μου που σου προκαλεί κατάθλιψη, το βαλιτσάκι σου με τα σαδομαζό εργαλεία, το γλυπτό που προορίζω για το παρτέρι με τους κρόκους και τα πλαστικά λουλούδια που είχε η μάνα σου στο παλιό παιδικό σου δωμάτιο.

15.11.05

Οέο;

(Σε όσους έλειψε ο Γιάννης Βούρος και το «Εσύ αποφασίζεις»).

Είναι κάποιος που έχει χάσει την μπάλα. Καλύτερα: Η μπάλα του βρίσκεται σε άλλο γήπεδο. Καλύτερα: Παίζει ποδόσφαιρο σε γήπεδο μπάσκετ.

Εδώ και λίγο καιρό έχει φάει κόκκινη κάρτα, αλλά δεν το 'χει καταλάβει ακριβώς, αν και κάτι νιώθει να του φταίει. Συνεχίζει να τρέχει πάνω κάτω και σκέφτεται: «Δεν τη βρίσκω πια μ' αυτό το παιχνίδι, γμτ». Χωρίς την μπάλα, είναι φυσικό να μη διασκεδάζει όσο θα περίμενε.

Κάποια στιγμή, τον πλησιάζει κάποιος και του δίνει μια μπάλα ποδοσφαίρου δείχνοντας το γήπεδο πίσω από τη λοφοπλαγιά και κοιτώντας τον με νόημα. Ο φίλος μας του λέει με ενθουσιασμό: «Τι υπέροχος τύπος που είσαι, ουάου, σούπερ ιδέα, πού το ήξερες, σ' αγαπώ», ενώ ταυτόχρονα κοιτάζει να μην πατήσει έξω από τη γραμμή του γηπέδου στο οποίο παίζει τα τελευταία αμέτρητα χρόνια.

Τι πιστεύεις ότι θα κάνει ο φίλος μας στη συνέχεια;

Θα συνειδητοποιήσει ότι για να γίνει πολύτιμος παίκτης πρέπει να μπει στο σωστό παιχνίδι; Θα τολμήσει να πατήσει έξω απ' τη γραμμή και να μπει σ' ένα άγνωστο γήπεδο; Θα σκεφτεί ότι αυτός που του έδωσε την μπάλα τον περιμένει στη μεγάλη περιοχή για να του δώσει πάσα για εύστοχο σουτ; Θα εμπιστευτεί τον εαυτό του και τη δυνατότητα να τον αποθεώσει ο κόσμος της καινούριας κερκίδας;

Ή

Θα τρομοκρατηθεί και θα παραλύσει μόλις συνειδητοποιήσει την προοπτική; Θα μείνει να κοιτάζει τον τύπο με την μπάλα ποδοσφαίρου και την μπάλα itself χωρίς να ξέρει τι να τους κάνει; Θα κάνει υποθέσεις και όνειρα για τον αγώνα στο γήπεδο της λοφοπλαγιάς παραμένοντας στο γνώριμο γήπεδο; Θα συνεχίσει να απολαμβάνει τις επευφημίες του κόσμου για το αστείο θέαμα που προσφέρει;

Καλύτερα: Θα τη βρει εντέλει την μπάλα;

10.11.05

Όποιος αντέχει, στο τέλος φεύγει καμαρωτός

«Αυτόματος τηλεφωνητής», Μενέλαος Καραμαγγιώλης, Τρίτο Πρόγραμμα, μετά τις 2:00 π.μ.

Όταν δε σε πιάνει ύπνος, όταν τα τηλέφωνα και τα MSN είναι σιωπηλά και θέλεις να συνδεθείς με τον κόσμο χωρίς να πονέσεις.

Άλλες παυσίπονες εκπομπές: της Ελένης Μαθιουδάκη 8.00-10.00 και του Μανόλη Οικονόμου 12.00-2.00, και οι δύο στον Εν Λευκώ.

8.11.05

Ποια ζώδια, βρε Άση μου;

Αυτές τις μέρες ασχολούμαι με την επιμέλεια της ελληνικής μετάφρασης ενός βιβλίου σχετικά με τα αρχέτυπα προσωπικότητας και συμπεριφοράς που συνιστούν οι αρχαίοι θεοί. Προσοχή: όχι οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου. Σε αυτή την παγίδα ήμουν κι εγώ πεσμένη από τότε που (αμυδρά) θυμάμαι τα όσα ο Γιουνγκ είχε πει για τους αρχαίους θεούς «που συγκροτούν το ψυχολογικό μας υπόβαθρο» ως «μέρος του συλλογικού ασυνειδήτου». Και, κατά καιρούς, επιχειρώντας προχείρως να αντιστοιχίσω άντρες π.χ. με τον εκρηκτικό και υπερδραστήριο Άρη ή το νοικοκυρεμένο και αρμονικό Απόλλωνα, εντόπιζα κάτι περιπτώσεις που δεν κολλούσανε πουθενά, που ξεφεύγανε από παντού.

Ήρθε σήμερα λοιπόν η μέρα που κατάλαβα ότι αυτοί οι «πουθενά» και «από παντού» δεν ήταν όντα χτυπημένα από την κατάθλιψη του καπιταλισμού, δεν ήταν ανθρώπινα απομεινάρια μιας αποσπασματικής εποχής και δεν ήταν τίποτα πολυσχιδείς προσωπικότητες με ίση ποσότητα σοφίας και στενοκεφαλοσύνης και από τους έξι Ολύμπιους. Όχι. Ήταν ενσαρκώσεις δύο άλλων θεών, ολίγoν στην απέξω: του Πλούτωνα και του Διόνυσου.

Παραθέτω το εκλαϊκευμένο ρεζουμέ αυτών των δύο αουτσάιντερ:

Νούμερο ένα, Πλούτωνας: «Ο θεός των νεκρών, ο άρχοντας του κάτω κόσμου. Γνωστός και ως αφέντης του πλούτου, αφού στον κάτω κόσμο υπήρχε πλούσια σοδειά και πολύτιμα μέταλλα. Οι άντρες στους οποίους κυριαρχεί ο Άδης είναι συνήθως απαισιόδοξοι και μνησίκακοι. Εάν είστε με έναν τέτοιο άντρα, μη σας κάνει εντύπωση αν δεν είναι ευχαριστημένος με τίποτα στη ζωή του. Ο Πλούτωνας δυσαρεστήθηκε όταν έγινε άρχοντας του κάτω κόσμου, ενώ τα αδέρφια του, Δίας και Ποσειδώνας, είχαν τον ελεγχο του ουρανού και της θάλασσας, αντίστοιχα. Σαν αντικοινωνικοί που είναι, οι άντρες του τύπου του Άδη νιώθουν πιο άνετα όταν βρίσκονται μόνοι στο σπίτι. Είναι συμφιλιωμένοι με τα σκοτεινά τους συναισθήματα και δεν τα αποβάλλουν εύκολα. Ωστόσο, ο πλούσιος εσωτερικός του κόσμος κάνει τη συντροφιά τους ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα».

Νούμερο δύο, Διόνυσος: «Ο θεός του κρασιού, του κεφιού και της γονιμότητας. Οι άντρες στους οποίους κυριαρχεί ο Διόνυσος, για έναν ανεξήγητο λόγο, τραβούν τις γυναίκες σαν μαγνήτης. Διαθέτουν έμπνευση, διαίσθηση και φαντασία. Είναι ικανοί να φέρουν αναστάτωση και παραλογισμό ή να έχουν βίαιες εξάρσεις. Η σχέση με έναν τέτοιον άντρα μπορεί να είναι διασκεδαστική και να σας απαλλάξει από οποιουδήποτε είδους αναστολές που πιθανόν έχετε. Ωστόσο, αν τον ερωτευτείτε, αυτό θα γίνει σφόδρα, γεγονός που καθιστά τον ενδεχόμενο χωρισμό πολύ πιο οδυνηρό. Αυτού του τύπου οι άντρες φέρνουν μία αίσθηση ελευθερίας, που ενδέχεται να είναι ευχάριστη αλλά και τρομακτική συνάμα. Γι' αυτό, αν δεν αντέχετε την ξαφνική εγκατάλειψη της τάξης στη ζωή σας, μια τέτοια σχέση θα μπορούσε να είναι από δυσάρεστη έως ολέθρια».

Τα έφερε λοιπόν η ζωή ώστε σήμερα, 8/11/05, εγώ να ξεμπερδέψω με τις κατηγορίες. Τώρα έχουν μπει όλοι στα κουτάκια τους. Όχι ότι αυτό με διευκολύνει στο να κλείσω τα καπάκια, βέβαια. My middle name is Πανδώρα, you know...

3.11.05

Ιθάκης/Θάσου

Πέρασα από τις γειτονιές της Πατησίων ψάχνοντας ένα πάρτι. Είδα τις ατέλειωτες σειρές από σφιχτοπαρκαρισμένα αμάξια, τα μπαρ-κονσομασιόν, το Au Revoir, φως απ' τα υπόγεια. Ιθάκης. Θάσου. Θυμήθηκα που τριγυρίζαμε εδώ, εγώ και η K, γύρω απ' τους τότε αγαπημένους μας, μια άλλη ζωή.

Η Κ ερχόταν να με πάρει με τα πόδια για να πάμε κουγκ φου. Την περίμενα στη γωνία. Στο γυρισμό κοντοστεκόμασταν και κουβεντιάζαμε ιδρωμένες, μέχρι ν΄αρχίσουμε να κρυώνουμε. Ανέβαινα στο σπίτι και είχε ζεστό νερό, έτρωγα το ζεστό φαΐ που είχε μαγειρέψει εκείνος για μένα.

Άλλη φορά περπατούσα με την Κ μέχρι το άλλο σπίτι. Τα αγόρια είχανε ακόμη πρόβα στο διπλανό δωμάτιο. Η Κ παράγγελνε φαγητό, καθόμασταν αντικριστά στον καναπέ με τα πόδια κάτω από το κουβερτάκι και τρώγαμε ακούγοντας το καινούριο κομμάτι μέσ' απ' τον τοίχο. Μετά η πόρτα άνοιγε, οχλαγωγία, «μαέστρο, ο John Medeski τρώει τη σκόνη σου», «κορίτσια, τι κάνει ο σι φου;», «εγώ σας χαιρετώ, διότι με περιμένει η κυρία μου», «Κ, μα τι καλαμπόρτζος είναι ο δικός σου», «Marble, μην αργήσεις πάλι μεθαύριο, ρε μαλάκα».

Το γκρουπ ήταν ένα υβρίδιο που φύτρωνε στην αυλή μας, που το παρακολουθούσαμε όλο αγάπη να μεγαλώνει, το καμαρώναμε και του ρίχναμε πότε πότε και λίγο νεράκι. Και η διπλή φιλία τύλιγε τους τέσσερίς μας σ' ένα δίχτυ ασφάλειας και καλοδεχούμενης αλληλεπίδρασης. Η Πατησίων ήταν μια καμπύλη που τα έκλεινε όλα αυτά μέσα της, έτσι που έγινε ένα μαζί τους στην εξωραϊστική μνήμη μου.

Έπειτα από κείνο το πάρτι στα παλιά λημέρια, βρέθηκα σε μια μίνι τζαζ συναυλία στο Jazz Upstairs - εκεί και η Κ, ω της συγκυρίας. Τότε θυμήθηκα και τα υπόλοιπα. Το διονυσιασμό στα «εφτάρια» και στα «εννιάρια», τα βλέμματα έτσι-θα-σε-παίξω-στο-σπίτι έπειτα από ένα λαμπρό σόλο, το «καλύτερο τουκάκου», το χειροκρότημα μέχρι να πονέσουν οι παλάμες στους έμπειρους καβγάδες πικάπ-σαξοφώνου στο Παράφωνο, το ομαδικό κουβάλημα μετά το λάιβ - και κάτι μ' έπιασε. Ξέρω ότι καλώς η Πατησίων είναι κουλουριασμένη στο παρελθόν. Ωστόσο έκανα τη σκέψη ότι ενδέχεται οι καλές μέρες για μένα και την Κ να βρίσκονται πίσω μας, να ήταν αυτές και απλώς τότε να μην το ξέραμε.

Σ' αυτό σημείο, οι αφομοιωμένες εμπειρίες της Κ (εκεί που εγώ σκοντάφτω ξανά και ξανά στα έπιπλα σαν τυφλό κουτάβι) μου διηγήθηκαν μια διαφορετική ιστορία με το ίδιο θέμα. Μετά η Κ με επέπληξε, επειδή δε χάνω ευκαιρία να φορέσω το στέμμα της βασίλισσας του δραματικού και επειδή προχωράω στο μέλλον με την πλάτη. Ήθελα να την κατηγορήσω για σκληρότητα, να τη ρωτήσω ποιος ο λόγος να γειώνει πάντα τις πτήσεις μου στο παρελθόν. Δεν είπα τίποτα. Απλώς άκουσα όλα όσα το πρακτικό της πνεύμα είχε να μου πει.

Στο σπίτι, κάτω από τα παγωμένα σκεπάσματα, έτριβα τα πόδια μου για να ζεσταθούν και τα σκεφτόμουν πάλι όλα. Είχε δίκιο η Κ - άχρηστη παρελθοντολαγνεία. Ρουφούσα τώρα τα ψύχραιμα λόγια της όπως ρουφάει ο πονεμένος το Depon αναβράζον.

Έπειτα σηκώθηκα, πήγα στο μπάνιο, πήρα το πιστολάκι για τα μαλλιά, γύρισα στο κρεβάτι, το έβαλα στην πρίζα και χώθηκα μαζί του κάτω από το πάπλωμα. Συνταγή κατά του κρύου μοναχικού κορμιού διά στόματος Κ. Πρακτικό πνεύμα. Πώς μπορούσα να αμφισβητώ τη χρησιμότητά του;

19.10.05

Φωτο-ανάσα


May the dark force be with you!

Η πιο εντυπωσιακή φωτογραφία μου από το φεστιβάλ Σίγκετ (Νησί). Γίνεται κάθε Αύγουστο πάνω στο σίγκετ Οβούδα της Βουδαπέστης (πιάνει όλο το νησάκι του Δούναβη), διαρκεί μία εβδομάδα και έχει μουσική και γενικότερο νταβαντούρι για όλα τα γούστα (www.szigetfestival.com).

17.10.05

Eίναι όντως στοιχειωμένο!

Το Blogger. Είναι στοιχειωμένο, όπως ακριβώς το είχε πει ο noheathen. Το ποστ μου του Σαββάτου εξαφανίστηκε χτες από μόνο του δύο φορές και το ξανανέβασα ισάριθμες. Σήμερα πάλι ανοίγω τη σελίδα και το ποστ πουθενά! Λες o Blogger να σοκάρεται με τα ερωτικά ποστ και να λογοκρίνει την υπερέκθεση; Ή μήπως κάποιος χακεύει το μπλογκ μου;

Μέχρι και η δική μου ιστοσελίδα εθελοτυφλεί μπροστά στα συναισθήματά μου.

Θου Γου, ζεις, εσύ με οδηγείς

Ο Θ.Γ. είναι ο πιο έξυπνος, ταλαντούχος, ισορροπημένος, κουλ και χιουμορίστας δημοσιογράφος που γνώρισα στο μαγαζί όπου δουλεύω. Ανάμεσα στα πνευματώδη ιμέιλ που ανταλλάσσαμε ενδοεταιρικά, μου έστειλε κάποια στιγμή τα στιχάκια σαν-χαϊκού που είχε γράψει (μου το είχε σφυρίξει ένας κοινός γνωστός και ζήτησα με πάθος να τα δω). Κάποιο σημείο του συκωτιού μου δονείται ακόμα από τα γέλια εκείνης της ημέρας που τα διάβασα.

Σαν παιδί που ό,τι δει το μιμείται, άρχισα να γράφω κι εγώ τέτοια τρίστιχα όποτε μου κατέβαινε. Τα δικά μου βέβαια δεν πλησιάζουν επ' ουδενί την ευστοχία και την αστειότητα των υποδειγματικών εκείνων σαν-χαϊκού. Ωστόσο, σήμερα είπα να μεταφέρω εδώ μερικά, σαν ένα τσούγκρισμα ποτηριού με το Θ.Γ., που αυτή τη στιγμή είναι φαντάρος στη Θεσσαλονίκη (και βλαστημάει την τύχη του που τον στείλανε εκεί). Δεν πιστεύω να μου κάνει μούτρα που τον αντιγράφω. Άλλωστε τα δικά του σαν-χαϊκού είναι καλά κλειδωμένα στο συρτάρι μου και το κοπιράιτ της ιδέας εξακολουθεί να του ανήκει.

Πάρε λοιπόν μια (ταξιδιωτική) φουρνιά.

Πράσινος ο μιναρές,
κόκκινος ο ήλιος,
νικητής το ποδόσφαιρο.

Πυραμίδες,
σκατά καμήλας.
Τι μεγαλείο!

Ταξίδι:
μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας
ταξιδιωτικού συντάκτη.

Mε φόντο το Βόσπορο,
στα χέρια μου λιώνεις,
ρυπαρό ψαροσάντουιτς.

Ω ιαματικά λουτρά,
το κάτουρό σας
η ζωή μου.

Μπλάντι χελ!
Λα Τουρ Εφέλ
τζαστ φελ.

Φθόνος του πέους
aka
Γκρίνουιτς Βίλατζ.

Φαλαγγίτικη Ιαβέρεια
Οδυσσειακή Ράμπο
Δοκιμασία.

Ένα
τσιγάρο
κι Αίγινα.

Αδυναμία στύσης
-τι χλεύη!-
στα Μετέωρα.

(Τι λες; Να μαζέψω υπογραφές ώστε να πειστεί ο Θ.Γ. να δημοσιεύσει τα δικά του;)

5.10.05

Γνωριμία

- Δεν είμαι αυτός που νομίζεις.
- Σάμπως εγώ είμαι αυτή που νομίζεις, νομίζεις;

Επιτέλους. Είχαμε μάθει ό,τι χρειαζόταν ο ένας για τον άλλον.

3.10.05

Πίτσα και κοκακόλα*

Σε αυτόν το συνδυασμό θα ξοδέψω τα τελευταία 15 ευρώ που έχει το πορτοφόλι μου, γιορτάζοντας τη λήξη ενάμισι μερόνυχτου όχι-και-ακραία-παραγωγικής εργασίας με κόστος: μια μάζωξη για αποχαιρετισμό ανθρώπου που πάει για δύο χρόνια Πορτογαλία, ποτό με άνθρωπο που φεύγει σε τέσσερις μέρες για Γερμανία, το Βroken Flowers, βασικά ψώνια στο σουπερμάρκετ, συνάντηση με την αδερφή μου που ήδη έφυγε για Χίο, αλλαγή ζευγαριού παπουτσιών που πήρα προχτές σε λάθος χρώμα, διάβασμα πριν κοιμηθώ (αφού δεν κοιμήθηκα), ραντεβού με φίλη για από κοινού διερεύνηση επαγγελματικών προοπτικών, επιτακτική housework, κουβέντα στο MSN χωρίς ενοχές.

Εύχομαι πραγματικά η πίτσα και κοκακόλα που θα μου φέρουνε να έρθει εγκαίρως. Αν αυτό δε συμβεί, θα αλλάξω τον τίτλο του ποστ σε Πίτσα και κόκαλα.

*UPD: Η κρατσανιστή ζύμη ήταν άψητη και μουλιασμένη και η κοακόλα (ΝIVA, γράφεις) σε λάθος μέθεγος. Θα συμφωνήσετε, πιστεύω, ότι μετά απ' αυτά ο ενδεδειγμένος τίτλος του ποστ είναι Πίτσα και πούπουλα.

1.10.05

Τη νύχτα, την ώρα που...

...ένας φοιτητής κλείνει το βιβλίο μ' ένα χασμουρητό και βάζει ξυπνητήρι

...ένας δημοσιογράφος βγάζει τη βαλίτσα του στο χολ και καλεί ταξί για το αεροδρόμιο

...ένας dj φορτώνει στον ώμο την τσάντα με τα cd και καληνυχτίζει τους μπάρμαν

...ένας ντράμερ μαζεύει ιδρωμένος το σκαμπό του από τη σκηνή

...ένας μπλόγκερ ανεβάζει το πρώτο του ποστ

...ένας εραστής πληρώνει και παίρνει ένα κλειδί από τη ρεσεψιόν ενός ΧΧΧ ξενοδοχείου

...ένας πατέρας βγάζει απ' το βραστήρα το μπιμπερό του μωρού

...ένας οδηγός λεωφορείου βάζει μπρος για το πρώτο δρομολόγιο της ημέρας

,
εγώ κοιμάμαι κι ονειρεύομαι - κάποιον απ' όλους.

28.9.05

Είναι ωραίο να βουτάς σε παγωμένα νερά...


...αλλά καμιά φορά είναι ωραιότερο να παγώνεις τη βουτιά.

16.9.05

Δημόσιο αυτομαστίγωμα

Η μέρα σήμερα είναι ένα λάθος, που ξεκίνησε χτες στις 2.00. Θέλω να γυρίσει ο χρόνος στις 2.00 το πρωί και να με αφήσουν οι δύο Χ. σπίτι μου πηγαίνοντας στο δικό τους και να ξαπλώσω ακούγοντας τους κεραυνούς και τη βρόχα.

Μέχρι τις 2.00 περάσαμε (my heart is beating) τέλεια, τέλεια, τέλεια, με πλήθος λογοπαιγνίων, σινεμά, κοσμικό μπουφέ, φίλους που έλεγαν σοφά πράγματα και φίλες που φορούσαν λαμπερές εσάρπες. Μετά εγώ άπληστη. Η μόνη που δεν ήθελε να πάει σπίτι, αλλά για πολλοστή φορά πίστεψε ότι θα βρει την κορύφωση της βραδιάς γυρνώντας στα μπαρ μόνη και μοιραία. Εδώ πέφτουν τα γέλια κονσέρβα.

Μέθυσα με ουίσκι (πιο μίζερο μεθύσι δεν υπάρχει) και έκανα έναν σκασμό ηλίθια πράγματα, από το να την πέφτω σε πανέμορφο πλάσμα μπροστά στον «πρώην, νυν, επόμενο, δεν ξέρω κι εγώ ακριβώς» της, μέχρι να στέλνω βλακώδη γκομενικά SMS. Με έπιασε και στα πράσα να κλαίω ένας άνθρωπος που μια βδομάδα πριν, ένα μπαρ παρακάτω, με είχε θαυμάσει για το χάι και το ουάου μου. Στο τέλος -εδώ χτυπάει ένα γκονγκ- ξέχασα στο ταξί τη σακούλα με τα τυπογραφικά δοκίμια πέντε (5) βιβλίων προς επιμέλεια. Πιο ρόμπα ξεκούμπωτη, πεθαίνεις.

Τώρα στο γραφείο παριστάνω ότι η εμφάνιση-σκουπίδι μου οφείλεται (μόνο) στο ότι έχασα τα δοκίμια. Παίρνω όλη τη μέρα τηλέφωνο εταιρείες ραδιοταξί και αστυνομικά τμήματα χωρίς να ελπίζω ότι θα τα βρω, μόνο και μόνο για να εκτονώσω τον πανικό μου. Και κοντεύω να πιστέψω κι εγώ η ίδια ότι αυτή η απώλεια είναι το μοναδικό τραγικό πράγμα που μου συνέβη.

15.9.05

Αρραβώνας σε κώμα

Τις προάλλες, ένας νέος άνω των τριάντα, ακόμα φιλόδοξος, με ποπ καλλιτεχνικές ανησυχίες, λάτρης της χορευτικής κουλτούρας, με υψηλή θέση εργασίας και αμειβόμενος πάρα πολύ καλά, μου ανακοίνωσε ότι αρραβωνιάστηκε την κοπέλα με την οποία τα είχε, ξέρω γω, δύο, τρία χρόνια. Eπειδή τα γουστάρω κάτι τέτοια, αρραβώνες, γάμους, βαφτίσια και λοιπές παραδοσιακές κοινωνικές εκδηλώσεις, τον ρώτησα ενθουσιασμένη πού και πώς διαδραματίστηκε το ευτυχές συμβάν. Ήθελα λεπτομέρειες για να βιώσω λιγάκι από την μπανάλ αλλά πάντα ευπρόσδεκτη ευτυχία των όρκων αγάπης. Και μου τις έδωσε.

Την πήγε, λέει, ταξίδι στην τάδε χώρα και έκλεισε τραπέζι στο καλύτερο εστιατόριο της πρωτεύουσας, τάχα μου για μια απλή χλίδα. Προσωπικά τσέκαρε τα πιάτα, συννενοήθηκε με το σεφ για το γλυκό και έβαλε στο πνεύμα ένα ακόμα ζευγάρι πολύ στενών φίλων, οι οποίοι θα αποτελούσαν το κοινό που κρατάει τα αναμμένα στικς-αστεράκια, ή κάτι τέτοιο. Όλα εξακολουθούσαν να μαγειρεύονται εν αγνοία της κοπέλας. Η πρόταση έγινε την καθορισμένη στιγμή, όταν ο dj του μαγαζιού, κατόπιν εντολής του large νέου, έβαλε το αγαπημένο της τραγούδι. Εν μέσω κεριών και λουλουδιών, εμφανίστηκε, λέει, και το ακριβό δαχτυλίδι, μέσα από ένα κοχύλι.

Το χαμόγελο πάγωσε στο στόμα μου και φοβήθηκα μην προδωθεί το ξενέρωμά μου από τον τρόμο o οποίος παρεισέφρησε στη λαχτάρα του βλέμματός μου. Επί ματαίω περίμενα να μου διηγηθεί τη στιγμή που, π.χ., ένας κλαρινιτζής ανέβηκε πάνω στο κρυστάλλινο σερβίτσιο και όλοι στο μαγαζί άρχισαν να κορυβαντιούν ή, ξέρω γω, ο νέος πήρε την κοπέλα απ' το χέρι αφήνοντας σύξυλους τους φίλους και πήγανε για βραδινό μπάνιο, όπου το δαχτυλίδι χάθηκε για πάντα. Αλλά όχι. Η κυριλέ βραδιά ολοκληρώθηκε ατσαλάκωτη και χωρίς καμία ανατροπή - ευτυχώς δε μου διηγήθηκε και λεπτομέρειες για το σεξ που -φαντάζομαι- ακολούθησε, γιατί ίσως και να μελαγχολούσα για όλη την υπόλοιπη μέρα.

Είμαι τύπος ρομαντικός, που ονειρεύεται να ζήσει στην εξοχή με πολλά παιδιά και να μαγειρεύει καθημερινά ό,τι επιθυμήσει ο προστατευτικός σύζυγος. Είμαι οπαδός της nostalgie de la boue και προσθέτω κορδέλες και δαντέλες στα φορέματα της γιαγιάς μου για να πάω στο γραφείο. Επίσης, μου αρέσουν τα ακριβά κοσμήματα και οι γενναιόδωρες χλίδες. Όμως, θέλω να υπάρχει μέσα σ' όλα αυτά κάτι, μια λεπτομέρεια, έστω, που να είναι ο μίτος ο οποίος θα συνδέει την ονειρεμένη ιστορία με τη στραμπουληγμένη εποχή του 21ου αιώνα. Μια υπενθύμιση ότι η ζωή είναι απρόβλεπτη, αναποδιασμένη και ηδονικά σκληρή. Ποτέ δε θα γυρίσω περιφρονητικά τη μούρη μου σε ένα διαμαντένιο δαχτυλίδι. Αλλά το "I do" μου θα έχει ουσία και σημασία μόνο αν, μέσα από το σεβαστό τυπικό, με μια ξαφνική έκρηξη, πεταχτεί όλη η αγωνία, η ρευστότητα και ο γρίφος της σημερινής αγάπης, στην οποία ακόμα πιστεύουμε με λύσσα.

13.9.05

Νeo-multi-avopolis

Τελευταία, η κουλτούρα του music junky έχει παρεισφρήσει με φόρα σε ένα μπουκέτο από ιστολόγια που ως τώρα την αντιμετώπιζαν ως άλλο ένα topic και που οι ιδιοκτήτες τους μόλις που άφηναν να υποψιαστούμε τον ιριδισμό στις κόρες των ματιών τους κάθε φορά που άκουγαν ένα γαμάτο καινούριο συγκρότημα. Τελευταία, καταχωρίσεις που μιλάνε για αγάπη, ματαίωση και για το τι έφαγες χτες γεμίζουν παθιασμένα σχόλια περί καταβολών της κρατούσας χορευτικής κουλτούρας και του ποσοστού αυθεντικότητας των μουσικών κινημάτων. Τελευταία, η έκρηξη του ρεφρέν που δε συμβαίνει στα Gagarin αυτής της πόλης ούτε στα μπαρ όπου τα πίνουμε τη νύχτα συμβαίνει στα κάτω κάτω ULR της δεξιάς στήλης με τους Blogbusters.

Σου αποκαλύπτω ότι σπάζομαι αρκετά που αγνοώ τις μισές τουλάχιστον μουσικές πληροφορίες που διαβάζω κι έτσι δεν μπορώ να συμμετέχω στις κουβέντες. Η αλήθεια που επιπλέει όμως είναι ότι τα πνευμόνια μου γεμίζουν φρέσκο αέρα εξοχής (ή μήπως πηχτό εφέ διαδοχικής επίδρασης ουσιών αταίριαστων μεταξύ τους;) όταν βλέπω πόσο βαθιά και σοβαρά συνδέονται μερικοί με τη μουσική και πόσο καθαρά και έξυπνα γράφουν γι' αυτήν. (Στο refreshing των πνευμόνων πρόσθεσε και μια ιδέα από καμάρι γύφτικου σκεπαρνιού, που ξέρω και προσωπικά δυο τρεις τέτοιους καλούς αγωγούς του ηλεκτρισμού του ήχου.)

Κι αν θέλεις όλα τα παραπάνω σε ένα σλόγκαν: Μουσική - Εδώ γύρω υπάρχει μια αλληλεπίδραση που θα σε κάνει να την αγαπήσεις.

:-)

12.9.05

Emotional landscapes ή Όχι άλλες μπαρούφες για τη φιλία αντρών-γυναικών

Όταν ακούω κάποιον να υποστηρίζει με σθένος ότι «Δεν υπάρχει φιλία μεταξύ αντρών-γυναικών, γιατί, αργά ή γρήγορα, κάποιος θα δει τον άλλον ερωτικά», υπομειδιώ και σκέφτομαι, Ευτυχώς που ο τύπος δεν είναι τοπιογράφος, γιατί οι πίνακές του θα ήταν μονότονοι, μόνο με βουνά ή μόνο με θάλασσα ή μόνο με ουρανό, ή κάτι τέτοιο, τέλος πάντων.

Όταν όμως ο άνθρωπος που θεωρεί τη φιλία μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου ως τη μόνη αληθινή μορφή φιλίας τυχαίνει να έχει γκέι κολλητούς, ε τότε θέλω να πέσω στην άσφαλτο απ' το γέλιο και να κυλιστώ βαρελάκι ως το Σύνταγμα.

8.9.05

Βοηθήστε την αόματη

Όταν κάποιος σου φαίνεται τόσο όμορφος, που έχεις την αίσθηση ότι η όψη του σου καίει τα μάτια κι έτσι δεν μπορείς να τον κοιτάς παρά μόνο φευγαλέα, αλλά το κάνεις ξανά και ξανά, με αποτέλεσμα οι κόρες σου να λαμπαδιάζουν σαν τον Ιούδα τη Λαμπρή και να ενεργοποιούν το κουδούνι πυρασφάλειας, είναι καιρός:
α) Να του κάνεις ερωτική εξομολόγηση.
β) Να του χαράξεις με στιλέτο το πρόσωπο.
γ) Να πας στον οφθαλμίατρο.
δ) Να αγοράσεις ακορντεόν.

7.9.05

Basketball illusions

Σ' ευχαριστώ πολύ που μ' έφτιαξες φωνάζοντας ρυθμικά τ' όνομά μου. Με φαντάζομαι δίμετρο μπασκεμπολίστα στο τρίτο έτος του κολεγιακού πρωταθλήματος. Τελικός κόντρα στη Νορθ Καρολάινα. Εσύ αρχηγός των τσιρλίντερς, με άψογο συντονισμό, αισθησιακές χορευτικές φιγούρες, φωνάζοντας παθιασμένα τ' όνομά μου και τ' όνομα του κολεγίου μας.

Έχουμε πάρει τάιμ άουτ 3'' πριν τη λήξη, χάνουμε 83-82, αλλά έχουμε την μπάλα. Ο κόουτς επιλέγει την κομπίνα 3. Ο πλεϊμέικερ θα κάνει κατεβασιά με σκοπό να ολοκληρώσει ο ίδιος την επίθεση. Αν τραβήξει δεύτερο αντίπαλο παίκτη πάνω του, θα πασάρει σε αυτόν που θα έχει ελευθερωθεί, ώστε να τελειώσει εκείνος τη φάση. Πράγματι, ο κοντός Φρέντι Τζόουνς κατεβαίνει με μεγάλη ταχύτητα, ο Αλόνσο Ρίβερς κάνει σπουδαίο σκριν λίγο έξω απ' την περιοχή και ο Μόζες Μαλόουν (προσωπικός μου αντίπαλος), φοβούμενος ότι ο Φρέντι θα σουτάρει, προχωράει προς το μέρος του. Τότε, λίγα εκατοστά του δευτερολέπτου πριν τη λήξη, κάνω μαγική κίνηση απελευθέρωσης και αρχίζω να πηδάω προς το καλάθι. Ο Φρέντι με βλέπει με την άκρη των ματιών του και κάνοντας ωραία προσποίηση μου πασάρει. Περιμένω την μπάλα ακίνητος στον αέρα. Η μπάλα έρχεται, την πιάνω με το δεξί. Ο ήχος σταματάει, η κίνηση για μια στιγμή παγώνει κι όταν ξαναρχίζει έχει μπει σε φάση σλόου μόσιον. Το χέρι μου με την μπάλα κατευθύνεται στο καλάθι, ενώ πίσω στον πίνακα φαίνεται ο χρόνος: 00:00:01 και το σκορ 83-82.

Ξαφνικά, ακούγεται ο ήχος. Αυτός ο υπέροχος ήχος της μπάλας που καρφώνεται. Ο ήχος έχει το μέταλλο, αλλά στο τελείωμά του έχει και το δίχτυ. Η μπάλα έχει περάσει τη στεφάνη, έχει μπει μέσα. Η κόρνα της λήξης χτυπάει. Ο χρόνος γράφει: 00:00:00. Σε λίγο το σκορ θα γράφει: 83-84. Την ίδια στιγμή έχουμε νικήσει κι έχουμε πάρει το πρωτάθλημα, με συλλογική δουλειά, δε λέω, αλλά και με δικό μου καλάθι, που θα μείνει στην ιστορία.

Καθώς τώρα πολλές επαγγελματικές ομάδες θα με ζητήσουν στο ρόστερ τους, στο χέρι μου είναι να αξιοποιήσω τις ευκαιρίες που θα μου δοθούν. Η καριέρα μου διαγράφεται καλή. Όμως εγώ ψάχνω την τσιρλίντερ κι αυτή ψάχνει εμένα, μέσα σε ένα κομφούζιο πανηγυρισμών. Είμαι στο κέντρο του γηπέδου και κάποια στιγμή μένω ελεύθερος από τις αγκαλιές των συμπαικτών μου. Τότε σε βλέπω κι έρχεσαι τρέχοντας, φωνάζοντας, κουνώντας ψηλά τα χέρια, και μ' έναν πήδο περνάς τα πόδια σου στη μέση μου. Σε σηκώνω και είσαι δακρυσμένη. Φιλιόμαστε. Ο χρόνος κι ο ήχος πάλι παγώνει. Μαγική στιγμή.

Όταν ξαναρχίζει ο χρόνος, με διαπερνούν πιο πεζά ερωτήματα: Άραγε θα 'ρθει μαζί μου στο Λος Άντζελες αν με ζητήσουν οι Λέικερς;


Not a brain wave by l' esprit de l' escalier:
A message by chill-the-blood-to-warm-the-soul.

5.9.05

Τάτζιο 05


Tον είδα. Στη θάλασσα, εκτεθειμένο στον ήλιο. Χωρίς καπέλο, αλλά με την ίδια ακούσια ηδυπάθεια. Δίπλα του ένα iPod και δύο ζευγάρια μαύρες Havaianas. Η παραλία ήταν μικρή. Προς τα πού να πάω για να μην ενοχλήσω; Λίγο πιο πέρα είδα μια άδεια ξαπλώστρα μισοχωμένη στην άμμο. Έκανα αμέσως μεταβολή και πήγα να ψάξω για μια άλλη παραλία. Ο Φον Άχενμπαχ μπορεί να γύριζε από στιγμή σε στιγμή.

19.8.05

Herend


H κομψότερη παραδουνάβια πορσελάνη. Γκλινννν...

18.8.05

Γιατί δε στέλνεις στην Ελευθεροτυπία;

Διότι σκέφτομαι σοβαρά την αυτοδικία. Άκου:

1. Μαθαίνω από το πρακτορείο ότι το πλοίο Ανθή-Μαρίνα φεύγει στις 12 το βράδυ για Πάτμο και υπάρχουν 1000+ εισιτήρια διαθέσιμα. Φήμες λένε ότι πρόκειται για πλοίο που ανήκει στην κατηγορία των σκυλοπνιχτών Ροδάνθη, Δημητρούλα και τα σχετικά. Δε πα να φακ. Εγώ άντεξα ολόκληρο Εφιάλτη στα φιόρδ με το M/S Lofoten. Αποφασίζω να ταξιδέψω.

2. Κάνω αγώνα δρόμου για να πληρώσω λογαριασμούς που λήγουν, να κάνω απόψυξη στο ψυγείο, να βάλω πλυντήριο με τα άπλυτα της Βουδαπέστης, να κάνω αποτρίχωση, μπάνιο, να βρω σκηνή και υπνόσακο, να πακετάρω. Ιδρωμένη, καλώ ταξί στις 11.

3. Φτάνουμε με τον ταξιτζή του Αστέρα στον Πειραιά σε 15 λεπτά και για άλλα 15 κάνουμε βόλτες όλο το λιμάνι για να βρούμε από ποια πύλη αναχωρεί το Ανθή-Μαρίνα, διότι δεν υπάρχει ψυχή τέτοια ώρα πουθενά για να μας πει. Είναι πολύ ρομαντικά.

4. Βρίσκουμε έναν ξεχασμένο λιμενεργάτη που μας υποδεικνύει την πύλη Ε1, λέγοντας ότι το πλοίο δεν είναι εδώ και θα έρθει σε λίγο. Εγώ παραξενεύομαι, διότι ξέρω ότι από κει φεύγουν πλοία για ΒΑ Αιγαίο, όχι για Δωδεκάνησα. Και επίσης δυσανασχετώ, γιατί, αφού το πλοίο δεν έχει έρθει ακόμα, σημαίνει ότι θα φύγει κατά τη 1. Φακ. Τζάμπα άφησα άπλυτα τα ποτήρια για να προλάβω.

5. Φτάνουμε στην Ε1, όπου επικρατεί η απόλυτη ερημιά. Ούτε ποντίκι δεν περνάει. Εγώ, που δε φοβάμαι να περιπλανηθώ μόνη τη νύχτα σε ξένη χώρα με όλα μου τα λεφτά σε μια μπανάνα που κάνε μπαμ, ψιλοστραβώνω που θα περιμένω μόνη μου το πλοίο, το οποίο δε φαίνεται πουθενά. Τέλος πάντων, αποβιβάζομαι και πληρώνω 15 ευρώ.

6. Προχωράω προς το Σταθμό Επιβατών, για να βρω κανέναν να μου επιβεβαιώσει ότι περιμένω στο σωστό σημείο. Οι καθαρίστριες σκουπίζουν, ο σταθμός κλείνει. Ρωτώ να μάθω την αλήθεια (κι όλο μου λένε παραμύθια). Ένας απ' το μαγειρείο σπεύδει να με πληροφορήσει ότι η Ανθή-Μαρίνα φεύγει μεν από την Ε1, αλλά όχι από δω, αλλά από πίσω, κοντά στην Ε2. Μου εξηγεί αναλυτικά πώς να πάω με τα πόδια, αν και δεν είναι και δίπλα. Στο μεταξύ η ώρα είναι 11.40.

7. Παίρνω τηλέφωνο το ραδιοταξί Αστέρας. «Γεια σας, ένας οδηγός σας με πήρε κούρσα από Ανθίμου Γαζή, αλλά είμαι σε λάθος πύλη, μπορεί να γυρίσει, αν είναι εδώ κοντά, γιατί έχω πολλά μπαγκάζια;». Η κοπέλα τον ειδοποιεί και μου λέει να τον περιμένω εκεί που με άφησε. Δόξα σοι.

8. Ο ταξιτζής έρχεται και συνεχίζουμε τη ρομαντική μας αμαξάδα στο λιμένα Πειραιώς, με πιο συγκεκριμένες οδηγίες αυτή τη φορά. Φτάνουμε επιτέλους στο σωστό σημείο, αλλά επειδή πολλά είδαν τα μάτια μας (εκτός από πλοίο), σταματάμε να ρωτήσουμε κι ένα λιμενικό τον οποίο βρήκαμε εύκαιρο πού βόσκει πια αυτό το φάντασμα Ανθή-Μαρίνα.

9. «Το Ανθή-Μαρίνα αναχώρησε στις 8. Η εταιρεία έκοψε εισιτήρια για λάθος ώρα. Αν έχετε εισιτήριο, πηγαίνετε εκεί κι εκεί για να κάνετε διακανονισμό». Συγγνώμη, μπορείτε να επαναλάβετε; «Το και το». Σε ποια εταιρεία ανήκει το πλοίο; «Στην GA Ferries». Στο ένα λεπτό που μιλάμε με το λιμενικό, μαθαίνουν επίσης τα μαντάτα και διάφοροι άλλοι επίδοξοι επισκέπτες της Πάτμου. Δύο ξένες κοπέλες με σάκους στην πλάτη στέκονται σαν χαμένες και προσπαθούν μάλλον να θυμηθούν γιατί απ' όλες τις χώρες του κόσμου διάλεξαν να «ζήσουν το μύθο τους στην Ελλάδα».

10. Με πόνο δίνω εντολή στον ταξιτζή να επαναλάβει την κούρσα προς τα πίσω. Άλλα 9 ευρώ. Με κερνάει τσιγάρο και κουνάει το κεφάλι του. «Εγώ δε φταίω, δεσποινίς». Τι να φταις εσύ, άνθρωπε; Που έχασα τα λεφτουδάκια μου, το χρόνο μου, τη βραδιά μου και το χάι μου; Που θα έχεις ωραία ιστορία να λες στους μελλοντικούς πελάτες; Ή που ο Αγούδημος, ως απατεώνας και τρελός Κεφαλονίτης, και έχοντας πληρώσει μπόλικα πρόστιμα για τις καθυστερήσεις, εμπνεύστηκε, φαίνεται, το σύστημα «πρόωρη αναχώρηση» μπας και ρεφάρει;

Παίζει και να ξαναγυρίσω κεντρική Ευρώπη. Αμέσως μετά την αυτοδικία. (Καπετάν Μάκη και κυρά Ανθή-Μαρίνα, θα βρω πού μένετε.)

6.8.05

Borderline personality disorder

Ή histrionic; Ή paranoid; Ή social anxiety disorder;

Ωστόσο, κάποια απ' όλες θα μπορούσε να προβλεφθεί εγκαίρως:



.
.
.

3.8.05

Στα σκουπίδια

Περπατάω στο μετρό, ανάμεσα σε ανθρώπους που αχνίζουν από τη ζέστη. Βάζω το βιβλίο μου στην τσάντα μου: είναι σπαστικό να διαβάζεις και να πέφτουν σταγόνες ιδρώτα στις σελίδες. Πάω και κολλάω την πλάτη μου σ' ένα μαρμάρινο τοίχο για λίγη δροσιά. Τζάμπα το εξώπλατο μπουζάκι: και τα μάρμαρα ζεστά είναι. Αναμένω λοιπόν σε στάση προσοχής τον επόμενο συρμό και το μάτι μου πέφτει πάλι στη διαφημιστική αφίσα απέναντι.

Φλασμπάκ δέκα χρόνια πριν και βάλε. Εγώ να κατεβαίνω με τα πόδια από το τότε σπίτι μου στο δικό του. Ραντεβού για ταινία, αλλά δεν είναι έτοιμος ακόμα. Ανέβα πάνω. Προλαβαίνουμε καμιά άλλη προβολή; Στο Δαναό τι παίζει; Σκατά, πάλι το χάσαμε το σινεμά. Μιλάμε, χαζεύουμε, κάνουμε πνεύμα. Πίνουμε ουίσκι Canadian club, απ' αυτά που βουτάω όταν δουλεύω promo girl. Η ώρα περνάει. Ανοίγουμε τηλεόραση. Καθόμαστε στο πάτωμα. Βάζουμε και οι δύο τα μαύρα μας γυαλιά. Κανάλι 5. Τα παιδιά της νύχτας. Καλεσμένος πάλι ο Λάσκος. Άλλη μια νύχτα που προοριζόταν για movies και Folie θα περάσει συντροφιά με αριστουργηματική ψυχανάλυση του κώλου. Κανένα πρόβλημα.

Στην αφίσα «Tα παιδιά της νύχτας - they 're back» ο Κώστας Μυλωνάς, δέκα χρόνια μετά και βάλε, είναι περισσότερο εμφανίσιμος, όπως γίνεται σχεδόν πάντα με τους άντρες, κι η Ελεάννα Παγουρά λιγότερο εντυπωσιακή, όπως γίνεται σχεδόν πάντα με τις γυναίκες. Ωστόσο, η γοητευτική βλακεία που αποπνέουν είναι ίδια κι απαράλλαχτη, και γι' αυτό με οδηγεί κατευθείαν, εδώ και τόσες μέρες που τρακάρω το διαφημιστικό τους, στη σκηνή-πάτερν του παρελθόντος, με τα μαύρα γυαλιά και τα υστερικά μεταμεσονύκτια γέλια. Κι από κει σε τόσες άλλες σκηνές εκείνης της παλιάς, καλής, χαμένης φιλίας. Που μου λείπει εντελώς.

Ανυπομονώ να κατεβάσουν πια αυτό το διαφημιστικό απ' τα ταμπλό του μετρό - πάνε τόσες μέρες που ξανάρχισε η εκπομπή. Διαφορετικά φοβάμαι πως μια νύχτα θα γυρίσω στο σπίτι μου, θα βάλω μαύρα γυαλιά κι ένα ουίσκι και θ' ανοίξω τo Extra 3. Με απρόβλεπτες συνέπειες.

28.7.05

Τη μέρα (νύχτα ήταν) που πέθανα

«Λυπάμαι, Φιλ, δεν μπορώ να σε βοηθήσω».

Η Γκρέις είχε παραμείνει όμορφη και κομψή όπως παλιά, μόνο που τώρα ντυνόταν πιο ακριβά κι είχε αποκτήσει μανία με τα καινούρια κινητά τηλέφωνα. Ήθελε να 'χει πάντα το τελευταίο στέιτ οφ δι αρτ μοντέλο. Το άλλο χούι που είχε αποκτήσει ήταν το κόλλημα με την υγιεινή διατροφή, την ολιστική ιατρική και τη γιόγκα. Έλεγχε πλήρως τον εαυτό της, το μυαλό της, τα αισθήματά της και τις κινήσεις της, κάτι που ερχόταν σε αντίθεση με τις παλιές της, πιο χύμα συνήθειες.


«Ειλικρινά, δε το πιστεύω, Φιλ. Πώς ήρθες μετά από τόσα χρόνια από τη Νέα Υόρκη στο Πόρτλαντ για να μου κάνεις ερωτική εξομολόγηση, αφήνοντας τη γυναίκα σου και τα τρία παιδιά σου, λέγοντάς τους, όπως και στους υπαλλήλους σου, ότι πας στο Χονγκ Κονγκ για δουλειές; Ή με δουλεύεις χοντρά ή είσαι τελείως τρελός. Το ότι φιληθήκαμε μια φορά στο γυμνάσιο κι ότι έβαλες το χέρι σου για λίγο μέσα απ’ το εσώρουχό μου δε λέει τίποτα, Φιλ. Νομίζω ότι το καταλαβαίνεις. Τζίζους, ανμπιλίβαμπολ».


Το μπλε Νόβα του ’75 με την άσπρη μουσαμένια σκεπή έτρεχε με εβδομήντα μίλια την ώρα μες στη βροχή. Στο πίσω κάθισμα ένα άδειο μπουκάλι Σάουθερν Κόμφορτ μέσα σε μια καφετιά χαρτοσακούλα, στο κάθισμα του συνοδηγού ένα μισοάδειο (ή μισογεμάτο) Τζακ Ντάνιελς. Στο μπροστινό ντουλαπάκι ένα μισογεμάτο (για το Φιλ μισοάδειο) σακουλάκι με μαριχουάνα. Στην τσέπη του πουκαμίσου του Φιλ δυο πακέτα χαρτί για στρίψιμο. Το ραδιόφωνο έπαιζε τις τελευταίες ξενέρωτες κάντρι επιτυχίες, διακοπτόμενες από τη φωνή ενός γελοίου, ευτυχισμένου τύπου που μίλαγε επί παντός επιστητού, από τον αυριανό καιρό μέχρι το γκραντ όπενινγκ του νέου πολυκαταστήματος στο Σέιλεμ την Κυριακή.


«Εντάξει, Φιλ. Ας υποθέσουμε ότι σε πιστεύω. Πραγματικά, ήσουν πάντα καλός τύπος. Λίγο ξενέρωτος, αν θες την αλήθεια, μια που εμένα μ' άρεσαν οι πιο δυναμικοί άντρες, αλλά βασικά εντάξει τύπος. Τώρα τι θες; Τι πραγματικά μου ζητάς; Είσαι σοβαρός; Δεν μπορεί να μην καταλαβαίνεις ότι είμαστε σε δύο εντελώς διαφορετικές φάσεις ζωής. Και, οκέι, ας πούμε, το θεωρώ πολύ πιθανόν να σου 'χει μείνει ένα απωθημένο με μένα. Να το σκεφτώ. Επειδή εσένα σ' εμπιστεύομαι, θα μπορούσα να το σκεφτώ να κάνουμε σεξ μήπως σου φύγει αυτό το απωθημένο. Αλλά εσύ μου ζητάς κάτι άλλο, Φιλ. Το καταλαβαίνεις; Δε γίνεται. Λυπάμαι, Φιλ, δεν μπορώ να σε βοηθήσω».


Η μουσαμένια οροφή είχε τρυπήσει και η βροχή έπεφτε μέσα στ’ αμάξι και πάνω στη μύτη του Φιλ. Ο Φιλ προσπαθούσε να πιάσει κάνα σταθμό της προκοπής. Για καλή του τύχη, πέτυχε τον εναλλακτικό σταθμό του πανεπιστημίου. «Και τώρα, αγαπητοί φίλοι, ας ακούσουμε κάτι απ' τα παλιά. Απ' το 1969. Οι Colosseum, μέσα απ’ το άλμπουμ
Valentyne Suite». Ο Φιλ άναψε το τσιγάρο με τη μαριχουάνα που είχε φτιάξει μόλις άφησε την Γκρέις έξω απ’ το σπίτι της και ήπιε άλλη μια γουλιά από το Τζακ. Ο Τζον Χάισμαν και οι Colosseum τραγούδαγαν: «When the night wind cries / Οn the bloodred feathers / Containers groan / As they come together / And the loaded roadsigns / They point to never / Don’t let it sleep. Don’t let it fall asleep».

Ο Φιλ είχε φτιαχτεί κανονικά. Καταλάβαινε πάντως ότι έπρεπε να ξαποστάσει κάπου. Είχε προσέξει δυο πινακίδες για το πανδοχείο Θρι Σίξερς, κι όταν είδε και την τρίτη, που τον οδηγούσε δεξιά μέσα σ’ ένα χωματόδρομο, έστριψε για κει. Αισθανόταν κουρέλι. Το όλο ταξίδι του κι ό,τι κι αν επιζητούσε απ' αυτό ήταν μια πλήρης αποτυχία. Η Γκρέις δεν μπόρεσε να ξεφύγει απ' τα γυναικεία κλισέ κι όλες τις γαμημένες θηλυκές ταξινομήσεις. Ο σύζυγος, ο εραστής, ο άνθρωπος για τα θελήματα, το κορόιδο, ο αιθεροβάμων, ο μάτσο, ο σωστός, ο πρόστυχος. Όσο για τις σχέσεις; Αυτές κι αν είναι απολύτως ταξινομημένες στο γυναικείο μυαλό. Ή θέλεις οικογένεια, κύριε, ή απλά τσιλιμπουρδίζεις.


Το Νόβα τρανταζόταν τρέχοντας πάνω στο χωματόδρομο. Η νύχτα ήταν θεοσκότεινη χωρίς φεγγάρι. Δεξιά κι αριστερά υπήρχε πυκνό πευκοδάσος. Η βροχή έπεφτε τώρα πιο ορμητική. Ο Φιλ, μέσα στη ζάλη του, προσπαθούσε να καταλάβει τι του συνέβαινε. Καταλάβαινε ότι η Γκρέις, στην τελική, είχε τα χίλια δίκια. Όμως κι αυτός δε δικαιούνταν μια γαμημένη αγκαλιά; Τόσο παράλογο ήταν; Τόσο γαμώ τα εναλλακτικά έθιμα ήταν αυτό; Μια αγκαλιά. «Μήπως είμαι αφόρητα μαλάκας τελικά; Μήπως έχω πάθει καμιά γαμημένη γεροντική άνοια; Τόσο πολύ κοστίζει μια αγκαλιά; Ναι, σίγουρα, οι υπάλληλοί μου, αν ξέρανε τι ήθελα, θα λέγανε ότι είμαι γκέι».


Τώρα το Νόβα πήγαινε του σκοτωμού μέσα στη νύχτα, τη βροχή και το χωματόδρομο. Ο Φιλ κάπνιζε, έπινε και έβριζε την τύχη του. Το ότι «δε δικαιούνταν» να τα βάζει με την τύχη του, όντας μέσα στους τοπ φάιβ χάντρεντ του Φόρτσιουν Μάγκαζιν, του την έδινε ακόμη περισσότερο. Στο ραδιόφωνο έπαιζαν τώρα οι Animals και το
Don’t let me be misunderstood. Αναμενόμενο ήταν ότι ο Φιλ, ο οποίος το τελευταίο πεντάλεπτο οδηγούσε με κλειστά τα μάτια, δεν πήρε την τελευταία πολύ κλειστή στροφή πριν το Θρι Σίξερς σωστά και άρχισε να ξεφεύγει και να κατρακυλάει σε έναν απ' τους γκρεμούς της οροσειράς Κασκέιντ. Ο Έρικ Μπάρντον ίσως πρώτη φορά ακουγότανε τόσο δυνατά μέσα σ' ένα Νόβα που ήταν στον αέρα κι έπεφτε στον γκρεμό. «I’m just a soul whose intentions are good / So please don’t let me be misunderstood».

Ακούστηκαν ίσως και δέκα δυνατοί κρότοι -κι ένας τελικός ολικός- από λαμαρίνες που έπεφταν με ορμή πάνω στα βραχώδη εδάφη καθώς το Νόβα χτυπούσε στα διάφορα επίπεδα των Κασκέιντ. Προσγειώθηκε ανάποδα με τις ρόδες να γυρίζουν, ο Έρικ Μπάρντον ακόμη τραγουδούσε κι εγώ, ο Φιλ, είχα εκσφενδονιστεί έξω απ' το αμάξι, πάνω σ’ έναν κορμό δέντρου. Καταλάβαινα τι είχε συμβεί, αλλά και τι επρόκειτο να συμβεί. Μούδιασμα σ' όλο το σώμα, οι αισθήσεις μου μ' εγκατέλειπαν, τα μάτια μου κλειστά. Παραδόξως, αισθανόμουν μια αγκαλιά. Ίσως όχι αυτή που ποθούσα, αλλά πάντως μια αγκαλιά. Είχα κοκαλώσει. Δεν μπορούσα να κινηθώ, να κάνω τίποτα. Λίγο πριν χάσω οριστικά τις αισθήσεις μου, άκουγα τα λόγια της Γκρέις, καθώς, παράλληλα, περιεργαζόταν το καινούριο κινητό της. «Λυπάμαι, Φιλ, δεν μπορώ να σε βοηθήσω». Τότε ήταν που το αίμα έτρεξε απ' το στόμα μου.



Not a brain wave by l' esprit de l' escalier:
A message by chill-the-blood-to-warm-the-soul.

27.7.05

It never happens












-Having a tough day?
-Well, you know, disastrous.

24.7.05

Ego is the yeast*


Προλαβαίνεις να θαμπωθείς στην αναδρομική του Λουκά Σαμαρά μέχρι την ερχόμενη Κυριακή.

*Το εγώ είναι προζύμι - Λ. Σαμαράς

23.7.05

About me

Μου άρεσε πολύ η καταχώριση του yk (έχουν κάνει κάτι παρόμοιο δυο τρεις μπλόγκερ ακόμη) και γι' αυτό βρήκα τις λέξεις-κλειδιά και για την αναζήτηση του δικού μου μπλογκ. Σε αντίθεση με τη σουρεαλιστική εικόνα που προέκυψε στην περίπτωση του yk, η δική μου αποκαλύπτει, πιστεύω, ένα ομοιογενές προφίλ.

«Συνταγή για βάφλες», «τρώω σπέρμα» και «ΝΥΦΙΚΑ 2005» - τι άλλο θα μπορούσαν να με κάνουν όλα αυτά, αν όχι μια μπλόγκερ για σπίτι;

22.7.05

Εσύ πόσες λέξεις γράφεις ανά ρυτίδα;

Άλλοι άνθρωποι γράφουν χωρίς να ζορίζονται και το κείμενο τρέχει σαν νεράκι από τα δάχτυλά τους, άλλοι, πάλι, παιδεύονται τρεις μέρες για να φέρουν στον κόσμο 300 λέξεις.

Άλλες γυναίκες γεννάνε μέσα σε δέκα λεπτά και μετά σου λένε πως ούτε που το κατάλαβαν, άλλες, πάλι, κοιλοπονάνε ώρες ολόκληρες και κάνουν ευρυαγγείες απ' το σπρώξιμο.

Οι άνθρωποι που γράφουν με άνεση δε σημαίνει ότι είναι πιο ταλαντούχοι, όπως ακριβώς οι γυναίκες που γεννάνε εύκολα δε σημαίνει ότι είναι καλύτερες μανάδες.

Είναι έτσι ή έχω δίκιο;

16.7.05

O πανδαμάτωρ...


25 μήνες παιδεμός, και ένιωσα πόσο τόπο μπορεί να πιάσει ο χρόνος που περνάει.
Goodbye, Κρόνε, see you again in the year 2032.

14.7.05

Το κοινό της Επιδαύρου...

...αποτελείται από:

Τους γείτονες. Είναι οι κάτοικοι των γύρω δήμων, που πάνε σε μια θεατρική παράσταση με τη φυσικότητα που θα πήγαιναν σε μια ψαροταβέρνα. Αλλάζουν στο πάρκινγκ του θεάτρου μετά το μπάνιο στη θάλασσα, τινάζουν την άμμο από τα πέδιλα έξω απ' το αμάξι, παίρνουν τα παιδιά απ' το χέρι κι ανηφορίζουν κρατώντας τα μαξιλαράκια τους. Τους θεατρόφιλους και διανοούμενους που κατεβαίνουν από την Αθήνα. Είναι ενημερωμένοι πλήρως για τη διανομή και τους συντελεστές της παράστασης. Έχουν παρακολουθήσει την πορεία του σκηνοθέτη. Έχουν άποψη για τη μετάφραση του αρχαίου κειμένου που έχει επιλεγεί. Τους φοιτητές. Του Θεατρολογικού ή άλλων σχολών και τμημάτων, συνδυάζουν το θέατρο με Σ-Κ εκδρομή. Κατεβαίνουν κατά ομάδες, παρέα με άλλες νεανίζουσες δυνάμεις. Αγοράζουν το πρόγραμμα της παράστασης. Τους ταξιδιώτες που επισκέπτονται για πρώτη φορά την Επίδαυρο. Κάθονται στη πέτρα τους με δέος. Μερικές φορές δακρύζουν την ώρα που πέφτει ησυχία κι ακούγονται μόνο οι γρύλλοι και τα τζιτζίκια, την ώρα που οι μανδύες του χορού σέρνονται αργά προς την ορχήστρα μες στο σούρουπο. Τους ξένους. Βρέθηκαν σε κοντινό ελληνικό έδαφος και εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία να δουν από κοντά το διάσημο αρχαίο θέατρο. Δεν καταλαβαίνουν ελληνικά και απάνια γνωρίζουν την υπόθεση του δράματος. Παρακολουθούν την παράσταση ακούνητοι. Τους κοσμικούς. Φοράνε καλοσιδερωμένα ρούχα, ακριβά κοσμήματα και έντονα αρώματα. Κάθονται στο διάζωμα με τα μαξιλαράκια και χαιρετάνε με χαμόγελα τους διπλανούς τους. Μετά την παράσταση πηγαίνουν στα καμαρίνια για να συγχαρούν τους ηθοποιούς.

Αυτή η σύνθεση είναι που φτιάχνει το καλύτερο, το πιο πλήρες κοινό που που μπορεί να χαρεί μια παράσταση και που οδήγησε στο αυθόρμητο χειροκρότημα μετά τον άψογο μονόλογο του Άγγελου-Βασίλη Χαραλαμπόπουλου στις Βάκχες του Εθνικού.

Τις ως επί το πλείστον θετικότατες κριτικές για την παράσταση (καθημερινή, αθηνόραμα, τα νέα) αντισταθμίζω λέγοντας ότι: α) ο Πενθέας-Ιερώνυμος Καλετσάνος πόρρω απείχε από το να βγάλει την ύβρι που οδήγησε στην οργή του Διόνυσου, β) ο Sine qua non χορός μπορεί να χόρευε ωραία, αλλά όταν μιλούσε ήταν λες και διάβαζε οτοκιού χωρίς πρόβα, γ) χρήσιμη η τέχνη του χορού και οι (εκπληκτικοί) φωνητικοί αυτοσχεδιασμοί της Γιαννάτου για την απόδοση της μανίας και της έκστασης, αλλά τι να τα κάνεις αυτά άμα δε σε βάζουν πρώτα σε μουντ διονυσιασμού οι ερμηνείες, δ) το λευκό χρώμα της σκηνής δεν κόλλησε με τη μέθη και την παραφορά, που απαιτεί φλογερά κόκκινα - δεν έχουμε να κάνουμε με ψυχασθένεια εδωπέρα, ε) (σημαντικό ελαφρυντικό:) οι Βάκχες είναι από τα πιο δύσκολα στο να φτάσουν στο σημερινό κοινό δράματα, δεδομένου ότι η έννοια του διονυσιασμού είναι ξένη σε μας σήμερα (πόσο μάλλον που δεν υπάρχουν πια τα ρέιβ πάρτι στα Οινόφυτα).

13.7.05

Why don't you call me


Φωτό l' esprit de l' escalier

(Σε αυτό το μπλογκ θα δημοσιεύονται και γραπτά του
chill-the-blood-to-warm-the-soul, με αρχή αυτό εδώ.)

Τόπος: Πλανήτης Γη, παλιά ελληνική επικράτεια.

Χρόνος: Ένας χρόνος μετά τη Μεγάλη Έκρηξη που προκάλεσε το τίναγμα των φτερών μιας πεταλούδας στο Πεκίνο και ισοπέδωσε το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη και ιδιαίτερα τη βαλκανική χερσόνησο.

Η Σέριφος και τα άλλα νησιά του Αιγαίου έχουν ενωθεί (τι κρίμα) με την στερεά Ελλάδα. Έντονοι καπνοί βγαίνουν απ' το έδαφος, η γη κοχλάζει. Λιωμένα καλώδια και πίσσα καλύπτουν τους άλλοτε δρόμους και εκβάλλουν σε διάσπαρτες λακκούβες από νερό.

«Καθηγητά Οπενχάιμερ, από δω».

Μια ομάδα ερευνητών απ' το πανεπιστήμιο του Ιλλινόις, την περιοχή που υπέστη τις λιγότερες απώλειες από τη θερμική έκρηξη, επισκέπτεται το χώρο της παλιάς πόλης των Αθηνών. Η ομάδα μπήκε σ' ένα κατεστραμμένο κτίριο και εντόπισε έναν ακόμη νεκρό. Παρότι σε κατάσταση αποσύνθεσης, ήταν από τα καλύτερα διατηρημένα πτώματα που είχαν βρεθεί. Υπήρχαν κάποιες τρίχες στο κρανίο του, ακόμη και δέρμα και μύες σε ορισμένα σημεία του σώματός του. Η στάση του ήταν χαρακτηριστική: καθόταν, με το βλέμμα στραμμένο σε μια αρχαϊκή συσκευή τηλεφώνου.

«Λοιπόν, τι λέτε, κύριε καθηγητά;»

«Είναι προφανές. Ο άνθρωπος αυτός δεν βγήκε έξω να δει τι γίνεται με την έκρηξη. Πρέπει να ήταν απασχολημένος και ιδιαίτερα συγκεντρωμένος σε αυτό που έκανε. Ίσως περίμενε ένα σημαντικό τηλεφώνημα. Βεβαίως, το γεγονός ότι διατηρήθηκε σε καλή κατάσταση δεν οφείλεται στο ότι παρέμεινε εντός κλειστού χώρου».

«Αλλά;»

«Πρόκειται για μια ακόμη επιβεβαίωση της επιστημονικής υπόθεσής μου, αγαπητέ δόκτωρ Μπράουν, και ελπίζω αυτή τη χρονιά να μου απονεμηθεί το βραβείο Νόμπελ, έστω κι αν δε δίνεται πια στη Σουηδία. Κι εξηγούμαι. Γνωρίζουμε φυσικά, μετά τον Πλανκ και τον Αϊνστάιν, ότι η μάζα είναι μια εξαιρετικά συμπυκνωμένη μορφή ενέργειας. Γνωρίζουμε ακόμη ότι η μεγάλη έκρηξη οφείλεται στο δεύτερο θερμοδυναμικό αξίωμα, δηλαδή σε κάθε κλειστό κύκλωμα ένα μέρος της ενέργειας χάνεται με τη μορφή θερμότητας χωρίς να ξαναγίνεται ενέργεια. Η απώλεια αυτή, που τη λέμε εντροπία, αυξάνει συνεχώς μέχρι να μηδενιστεί και να επικρατήσει πλήρης αταξία και χάος. Εξ ου και η μεγάλη έκρηξη. Όμως ο φίλος μας εδώ, μια σχετικά αυτόνομη μεταβλητή στο ολικό σύστημα των ροών και δικτύων, δεν είχε προλάβει να απολέσει σχεδόν καθόλου ενέργεια. Σαφώς υπήρχε μεγάλη ποσότητα ενέργειας συγκεντρωμένη σε αυτό το σώμα, σε αυτή τη μάζα, που δεν μπόρεσε να αποφορτιστεί, να διοχετευτεί κάπου. Γι' αυτό και το σώμα είναι σχετικά καλοδιατηρημένο, παρά το μεγάλο φόρτο πίεσης που δέχτηκε».

Ο καθηγητής Οπενχάιμερ πλησίασε προς το πτώμα βγάζοντας απ' την τσέπη του ένα ζευγάρι γάντια και μια ΣΑΤΕ (Συσκευή Αναπαραγωγής Τελευταίας Επικοινωνίας), την πρωτοποριακή συσκευή που ο ίδιος άλλωστε, στο πλαίσιο των ερευνών του για τα ενεργειακά πεδία, είχε εφεύρει τα προηγούμενα χρόνια, και τον έκανε διάσημο σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες της Γης. Ανοίγοντας τη ΣΑΤΕ, κάποιοι δείκτες μετακινήθηκαν, ιδιαίτερα όσο ήταν κοντά στο τηλέφωνο. Έντονοι ήχοι ανάδρασης ακούστηκαν, ενώ σε λίγο σχηματίστηκε κι ένας αριθμός, μάλλον ο τελευταίος αριθμός κλήσης του τηλεφώνου. Ήταν ο 6977360057, όπως τον κατέγραψε η ΣΑΤΕ. Ο καθηγητής Οπενχάιμερ προσπαθούσε τώρα να αποκωδικοποιήσει και να μεταφράσει σε λέξεις οποιαδήποτε ηλεκτρομαγνητικά και ενεργειακά πεδία είχαν εγκλωβιστεί στο χώρο γύρω απ' το πτώμα. Οι ακανόνιστοι ήχοι άρχισαν να αποκτούν χροιά και να σχηματίζουν προτάσεις. Μια γυναικεία φωνή έλεγε:

«Δεν μπορώ τώρα. Δεν μπορώ να προγραμματίσω τίποτε. Θα σε πάρω εγώ».

Ο καθηγητής Οπενχάιμερ έστρεψε το ΣΑΤΕ προς το πτώμα. Εδώ, σταδιακά άρχισε να μεταδίδεται όχι κάποια πρόταση, αλλά ένα μουσικό κομμάτι. Μάλιστα το ΣΑΤΕ, με την απίστευτη μνήμη του, μπόρεσε να βρει και να καταγράψει το γκρουπ και τον τίτλο. Ήταν οι Έλληνες Closer και το Wine.

Not a brain wave by l' esprit de l' escalier:
A message by
chill-the-blood-to-warm-the-soul.

10.7.05

Numquam se minus solum quam cum solus esset*

Αν κυκλοφορείς συχνά μόνη σου τα βράδια, έχεις μάθει ότι...

...Οι ταξιτζήδες σε σέβονται περισσότερο απ' ό,τι τη μέρα.
...Οι γιωταχήδες σε σέβονται λιγότερο απ' ό,τι τη μέρα.
...Στο μπαρ, αυτός που κοίταξες κατά λάθος καθώς παράγγελνες το ποτό σου θα έρθει να καθίσει δίπλα σου περιμένοντας να φύγετε μαζί.
...Θα περιμένει να φύγετε μαζί ακόμα κι αν δεν του μιλήσεις.
...Κάποιος θα σε ρωτήσει «Μόνη; Πώς κι έτσι;» κι εσύ θα του κάνεις μια περίληψη του μανιφέστου της μοναχικότητας.
...Στη συνέχεια, μερικοί ακόμα θα σου κάνουν την ίδια ερώτηση σε διάφορες παραλλαγές και με ποικιλία μορφασμών συμπόνοιας, κι εσύ θα πεις ψέματα ότι έχεις ραντεβού.
...Κανείς δε θα προσέξει ότι πήγες μόνη σε ροκ συναυλία.
...Μετά το διάλειμμα στο σινεμά, είναι απίθανο να ξανακάτσεις στην ίδια θέση, γιατί κουβαλάς τα μπαγκάζια σου μαζί σου στην τουαλέτα και δεν έχεις τρόπο να βάλεις σημάδι πού καθόσουν.
...Μετά τη θεατρική παράσταση, θα σε πλησιάσει κάποιο παράξενο πουλί για να σου την αναλύσει, κι εσύ, όσο θα προσποιείσαι ότι το παρακολουθείς, θα αναρωτιέσαι τι δεν πάει καλά μ' αυτό.
...Κατόπιν θα μπεις στον πειρασμό να μαντέψεις πόσοι αναρωτήθηκαν το ίδιο πράγμα για σένα.
...Την επόμενη μέρα θα αναγκαστείς να εξηγήσεις σε κάποιον ότι όταν λες «πήγα» κυριολεκτείς και δεν εννοείς «πήγαμε».
...Το πιθανότερο είναι ότι δε θα τον πείσεις.

*Ποτέ δεν είσαι τόσο λίγο μόνος όσο όταν είσαι μόνος
- Κικέρων

3.7.05

Ορατόριο*

* Σόλο: Antony, Χορωδία: Bloggers, Ορχήστρα: Ήχοι καταιγίδας

Για άλλη μια φορά η Κυριακή, η καλύτερη μέρα της εβδομάδας, μού δείχνει το μεγαλείο της. Το ζεστό νερό της βροχής μουσκεύει τις κουρτίνες, που κάνουν βουτιές στον ουρανό σαν ιπτάμενα νυφικά σε ταινία του Κουστουρίτσα. Άνεμος πανταχόθεν. Ένα ποτήρι πέφτει και τσακίζεται στα μάρμαρα, τα γυαλιά φωτίζονται από μια αστραπή. Όταν πια έρχεται το μπουμπουνητό, το δωμάτιο είναι και πάλι βυθισμένο στο αραιό σκοτάδι του απογεύματος.

Είναι ιδανική ώρα και στιγμή για σεξ, από το είδος που δεν το βρομίζουν αισθήματα και συναισθηματισμοί, το είδος που περιφρονεί τη διαδικασία της σκέψης. Το μεταφυσικό είδος. Το καλύτερο είδος. Υπόκρουση: «You stand above me / Promising death / I lie alone on my side / Bled slippers at my side / While eternity cycles wildly inside me». Μαζί με τη μελωδία.

Το πιο ωραίο μου post είναι comment στο ιστολόγιο του yk και είναι για την ημέρα Κυριακή. Δεν το αντιγράφω εδώ, γιατί μ' αρέσει να ανήκει εκεί όπου γεννήθηκε· βάζω όμως ένα link για να το διαβάσεις και να ευχηθείς στο blog μου, που έγινε μισού έτους, «πάντα τέτοια».

Νέο φάρμακο για την τενοντίτιδα

Υπάρχει η μουσική που σου καταπραϋνει το κλονισμένο σου νευρικό σύστημα, η μουσική που ξεπλένει τον εγκέφαλό σου από τα παράσιτα, η μουσική που βροντοφωνάζει στο θυμικό σου «ξεκόλλα», η μουσική που ξυπνάει τον πολεμιστή που κοιμάται μακαρίως στο υποσυνείδητό σου και πολλά ακόμα είδη, που προκαλούν ενδιαφέρουσες μεταβολές σε διάφορα trigger points του τρίπτυχου ψυχή-σώμα-πνεύμα.

Μέσα σ' όλα αυτά, υπάρχει και το είδος που σου τραβάει τα χέρια προς τα πάνω, προς τα πίσω και διαγώνια, σε αναποδογυρίζει, όπως η σπάτουλα την ομελέτα, για να σου πατήσει τη μέση, σου πιέζει τα γόνατα στο στήθος για να σου ισιώσει την πλάτη, σου στρίβει αριστερά-δεξιά το κεφάλι, σου επιμηκύνει το λαιμό, σε ζουλάει, σε πατάει, σε ισιώνει, με λίγα λόγια σου κάνει την καλύτερη γιγα-διάταση που βίωσες ποτέ.

Σε αυτό το είδος κατατάσσω εγώ τους Tortoise και, αφότου τους άκουσα στο εκπληκτικό Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου, σκοπεύω να εντάξω μια δόση ακρόασής τους ημερησίως στη θεραπεία που κάνω για την τενοντίτιδα. Είμαι σίγουρη ότι θα αποδειχτούν αποτελεσματικοί.

30.6.05

Σέξι λέξη

Πριν από κάτι εβδομάδες, η Σταυρούλα Παναγιωτάκη στην Athens Voice κατέγραψε τη χρήση της λέξης «μπαλαρινάκι» με τη σημασία «γκομενάκι». Παρότρυνε μάλιστα όλους εμάς που ασχολούμαστε με γκομενικά ζητήματα να υιοθετήσουμε το «μπαλαρινάκι» και τα παράγωγά του για την περιγραφή καταστάσεων που εγείρουν ζωώδη ένστικτα και ανθρώπινα μέλη.

Εγώ, πάλι, δεν αποδέχομαι την πρόταση αυτή. Αν και αναγνωρίζω την καλαισθησία, τη μουσικότητα και το λυρισμό της λέξης, βρίσκω αντιλειτουργικά τα πολυσύλλαβα παράγωγα/σύνθετά της και φρονώ ότι προτάσεις όπως π.χ. «Μου ορκιζόταν ότι ήταν αθώο, αλλά εγώ δεν είμαι μαλάκας: παίζει μπαλαρινοδουλειά», «Δεν κάθεσαι λέω γω να παραδώσεις την πτυχιακή σου και ν' αφήσεις τα μπαλαρινιλίκια γι' αργότερα;», «Φίλε, αυτό το αμάξι είναι και γαμώ τις μπαλαρινοπαγίδες» θα απορριφθούν από το σύνολο των χρηστών της ελληνικής.

Σαφώς προτιμότερο είναι κατά τη γνώμη μου το φρεσκάρισμα του γκομενικού λεξιλογίου με την προϋπάρχουσα λέξη «μανούλι», η οποία κατέγραψε λαμπρή πορεία στην εγχώρια αργκό είκοσι χρόνια πριν. Προλαβαίνει δε να ενταχθεί αυτή η ευφάνταστη λέξη στη γενική τάση αναβίωσης της δεκαετίας του '80. Για να μη μιλήσω για το μοναδικό σημασιολογικό πλούτο του αριστοτεχνικού προϊόντος της «μανουλομάνουλο».

Κλείνοντας, θα ήθελα να τονίσω την ανάγκη κατάργησης συγκεκριμένα της λέξης «γκόμενα», διότι είναι υπεύθυνη για πλείστες όσες παρεξηγήσεις. Προσωπικά δε θα ξεχάσω το ξέσπασμα απαυδησμένης γυναίκας «είμαι άνθρωπος, όχι γκόμενα!», του οποίου υπήρξα αυτήκοη μάρτυς, αλλά και την αφοριστική δήλωση του Δήμου Μούτση ότι Για όλα φταίνε οι γκόμενες. Τραγουδώντας μάλιστα το εν λόγω σουξέ πριν από είκοσι πέντε χρόνια στην παιδική χαρά του σχολείου, δέχτηκα από ένα κοριτσάκι την εξής ερώτηση εν είδει παρατήρησης: «Σ' αφήνει ο μπαμπάς σου να λες τέτοιες κακές λέξεις;». Ε λοιπόν, ποιος θέλει να μεταχειρίζεται για ένα «μανούλι» μια λέξη που εμπίπτει στην ίδια κατηγορία με τα «σκατά», τον «τριμάλακα», την «κλανοκωλοσφυρίχτρα»;

24.6.05

To the morning after (MSN Messenger 3)

Ο χρήστης Χ λέει:
«
Έφτασα στην πόρτα μόλις αρχίζανε, κάθισα μακριά, πολύ ψηλά, και σκεφτόμουνα τη μουσική, τα 80s, ένιωθα πιτσιρικάς και γύρω μου ήταν όλο ζευγάρια 40ρηδες που διασκέδαζαν. Φρίκαρα λίγο... Πού ήταν οι φράντζες, γαμώτο; Όλοι ήταν φαλακροί, μερικοί είχαν και τα παιδιά τους μαζί. Σαν να ήμουν στους Stones. Ένιωσα για λίγο Πετρουλάκης* και ξέσπασα σε νευρικό τεράστιο γέλιο. Θέλω τη ζωή μου πίσω!!!»
(*πρώην -στοουνικός- διευθυντής του πρώην περιοδικού Ποπ & Ροκ.)

Ο χρήστης Ψ λέει:
«Ξέρετε τι έκανα χτες το βράδυ όταν γύρισα σπίτι; Κατέβασα από το πατάρι τα εφηβικά μου ημερολόγια και κοιτούσα τα αυτοκόλλητα, Hello Kitty και τέτοια, κάτι φωσφοριζέ κλειδιά του Σολ, τη λέξη LOVE με παχιά γράμματα και το βέλος στο V-καρδούλα. Διάβασα και μερικές σελίδες, κάτι ραβασάκια μέσα σε φακελάκια, κάτι λίστες με τους "ωραίους αλλά ακατάλληλους" του σχολείου. Damn you, καταραμένη νοσταλγία...»
Ο χρήστης Ω λέει:
«Εγώ καταλήγω στο ότι η σχέση του καθένα με τα είδωλά του και τη μουσική και το παρελθόν είναι πολύ προσωπική και δεν επικοινωνείται με τίποτα, δεν πα να ΄σαι ο Μάρκος Φράγκος* και να γράφεις γαμάτα».
(*πρώην αρχισυντάκτης του πρώην περιοδικού Ποπ & Ροκ.)

«Πολύ προσωπική». Έτσι είναι. Για να καταλάβεις πώς ένιωσα εγώ, μία μέσα σε 12.000 κόσμο, στη συναυλία των Duran Duran, σκέψου κάτι που εσύ αγαπάς χρόνια τώρα, όχι ακριβώς κρυφά, αλλά ήσυχα, σαν να μην το έχεις καν συνειδητοποιήσει, και πώς νιώθεις όταν σου το προσφέρουν γενναιόδωρα και ιεροτελεστικά.

23.6.05

Σήμερα...

...Μπήκα στην Αγροτική Τράπεζα και περίμενα με νούμερο, ενώ είχα μαζί μου επιταγή και βιβλιάριο της Εθνικής. Για το λάθος μου με πληροφόρησε η γκισετζού. Έφυγα ντροπιασμένη και πήγα στην Εθνική. Με στείλανε στο διπλανό υποκατάστημα. Από κει με στείλανε στο πιο κάτω υποκατάστημα. Στο πιο κάτω υποκατάστημα ο φύλακας με συνόδεψε ο ίδιος μέχρι την προηγούμενη πόρτα. Εκεί με δεχτήκανε ευγενικά και πήγα να πάρω νούμερο. Είδα ότι ο κόσμος καθόταν στις καρέκλες των υπαλλήλων, λόγω απεργίας. Σε μερικές καρέκλες κάθονταν δύο μαζί. Μερικοί κάθονταν πάνω στο τραπέζι του διευθυντή. Το νούμερό μου έγραφε 527 και εκείνη την ώρα εξυπηρετούνταν το 211.

...Συνάντησα τη φίλη της μαμάς μου, για να μου δώσει το κάλυμμα που έραψε η μαμά μου για τον καναπέ μου. Κουβάλησα τη σακούλα με το κάλυμμα στη δουλειά. Όλες κοιτούσανε τη σακούλα γιατί νομίζανε ότι είχε μέσα κανένα καινούριο ρούχο. Δε με ρωτήσανε τι είχε κι εγώ δεν είπα. Η θεία μου με ειδοποίησε να πάω απόψε σπίτι της να πάρω ένα στρωματάκι που έστειλε η μαμά μου, συμπληρωματικό του καλύμματος. Της είπα ότι δεν το βλέπω για απόψε. Πιο αργά μου τηλεφώνησε η μαμά μου στη δουλειά και ζήτησε να μάθει αν ήταν εντάξει οι διαστάσεις του καλύμματος, γιατί είχε αγωνία. Με ρώτησε επίσης αν πήρα το στρωματάκι.

...Ένας συνάδελφος γύρισε από τις διακοπές μαυρισμένος σαν Αλγερινός, με κατακίτρινο φανελάκι και σαγιονάρες Havayanas. Κάτσαμε πάνω σε κάτι ντουλάπια και τα λέγαμε. Επαίνεσα με ενθουσιασμό τους λείους, γυμνασμένους ώμους του, αλλά εκείνος μου είπε «Παιδί μου, μη με κοιτάς έτσι, λες και θέλεις να με γαμήσεις», κι έτσι πήρα ένα πιο κουλ βλέμμα. Ύστερα από λίγη ώρα, ήμασταν ακόμα πάνω στα ντουλάπια και τα λέγαμε, έχοντας απλώσει και τα πόδια μας δεξιά αριστερά. Τότε πέρασε ο αφέντης και μου 'δωσε μια μεταξύ γονάτου και μπουτιού. Μπορώ να πω ότι βρήκα τη χειρονομία πολύ στοργική. Ο συνάδελφος με έδειχνε με το δάχτυλο για περίπου ένα λεπτό λέγοντας ότι κοκκίνισα.

...Έφερα στη δουλειά ταπεράκι με ολιστικό φαϊ - βρασμένα λαχανικά, ρύζι, αυγά. Τα έφαγα με ευχαρίστηση. Το βραδάκι άρχισα πάλι να πεινάω, αν και το απόγευμα είχα φάει κεράσια και ένα ροδάκινο. Δεν μπορούσα να φύγω από το γραφείο, κι έτσι παράγγειλα ένα πιάτο. Η επιλογή μου (βραστό μπρόκολο με σολομό) ήταν αποτυχία. Το γραφείο μου βρόμισε ψαρίλα. Για να φτιάξω τη γεύση μου κατέβηκα στο περίπτερο και πήρα γεμιστά μπισκότα Παπαδοπούλου. Έφαγα μερικά μαζί με τσάι βουνού. Το στομάχι μου φούσκωσε και η κοιλιά μου άρχισε να κάνει θορύβους. Έπαθα ταχυπαλμία. Φεύγοντας από το γραφείο αγόρασα μια σόδα. Στο τρένο έβλεπαν την κοιλιά μου. Τώρα πίνω τη σόδα μου. Όταν σουφρώνω τη μύτη μου, μου 'ρχεται ακόμα η ψαρίλα.

17.6.05

Όταν περνάς από δίπλα μου

Η μία μου γιαγιά, όχι η «σων θυρών», η άλλη, η ευαίσθητη σαν φαρφουρί στις άξεστες δονήσεις των οικογενειακών τσαμπουκάδων, μου είπε μια φορά, στο άσχετο: «Είμαι τόσο γριά, κι όμως, μερικές φορές η καρδιά μου φτερουγίζει σαν να 'μαι κοριτσάκι».

Μπορεί εγώ να μην είμαι καθόλου γριά, αλλά αυτή η φράση εμφανίζεται συχνά σαν υπότιτλος στους χειμαρρώδεις μονολόγους του μυοκαρδίου μου. It's OK, είναι απλώς μια λίγο πιο δραματική απ' ό,τι πρέπει απόδοση της ταχυπαλμίας μου στα ελληνικά. Όμως, κάτω από την επέλαση των καρδιακών συστολών και διαστολών μου, πέφτει αμέσως μετά μία ακόμα ατάκα: «Σαν το κουτάβι, κουτουλάω στα έπιπλα ξανά και ξανά» σίγουρα έργο μεταφραστή νέας γενιάς, μια ιδιότυπη ερμηνεία του «σεβασμού στο πρωτότυπο». Εκείνη τη στιγμή, αποφασίζω ότι μπλόκαρε το σύστημα του αυτόματου υποτιτλισμού, ότι αυτή η δεύτερη ατάκα είναι από άλλο έργο και δεν αφορά το δικό μου «φτερούγισμα». Μπορεί να εθελοτυφλώ, αλλά το προτιμώ από το να με βασανίσω.

15.6.05

Ρρροοοάααααααρρρρ

Όταν τινάζεσαι το πρωί έντρομη από το κρεβάτι σου εξαιτίας ενός βρυχηθμού που σε κάνει να σκέφτεσαι ποιος και γιατί σε εγκατέλειψε χτες το βράδυ στη ζούγκλα με τα άγρια θηρία, πρέπει να δεχτείς ότι ο ύπνος σου, έστω και εννιάωρος, έστω και με λήψη χαπιού πασιφλόρας, έστω και με κλειστό το κινητό και την παροχή ρεύματος στην κρεβατοκάμαρα, πήγε στράφι. Ακόμα κι όταν συνειδητοποιήσεις ότι η ζούγκλα η οποία σε περιβάλλει είναι ο κήπος του γείτονα, και το λιοντάρι που σε ξύπνησε η μηχανή του γκαζόν.

Να ακυρώνεται άραγε κι ολόκληρη η ζωή σου από τον τρόπο που πεθαίνεις;

13.6.05

How I learned to stop worrying and love the blog

Uh, I didn't, did I?

3.6.05

Desperate non-wives


Η κυρία επισκέπτρια της νέας μαμάς προς τις δεσποινίδες επισκέπτριες (εμένα και τη φίλη μου): «Κορίτσια, κάντε παιδιά κι ας μην έχετε δεσμό. Ή, κι αν έχετε δεσμό και δεν πηγαίνει καλά, δεν πειράζει. Θα σας μείνει τουλάχιστον το παιδί».

Η γιαγιά μου προς εμένα: «Κόρη μου, δεν πειράζει κι άμα δεν έχεις βρει κανένανε. Παιδιά όμως να κάνεις, κι ας μην παντρευτείς».

Οκέι. Άντε και συμφώνησα. Πώς το χειρίζομαι; Θυμίζω στο δεσμό να αφήσει λίγο σπέρμα στο ψυγείο πριν φύγει; Σταμπάρω κάποιον και του λέω: «Παλικάρι, καλό το κόβω το DNA σου θες να γίνεις ο πατέρας του παιδιού μου;»; Ή μήπως απλώς ψαλιδίζω την άκρη του προφυλακτικού;

Δηλαδή, πλιζ.

1.6.05

Χιουμοράκι Ή Άλλοι δύο ταξιτζήδες

Ο ένας μου έδωσε ένα πάκο χριστιανικά φυλλάδια με τίτλους όπως: «Ο γυμνισμός είναι σημείο παρακμής», «Αντίλαλοι από τη Γαλιλαία», «Οδηγός εξομολογήσεως για τους συζύγους».

Ο άλλος με κάλεσε σε ένα μαγαζί στο Κεφαλάρι ονόματι Mustang, που είχε πάρτι italo disco με τον dj Κυπριανό, από το ραδιοσταθμό Blue Space FM.

Όπως θα συνέβαινε στον καθένα, βρέθηκα σε δίλημμα: Να μελετήσω τα φυλλάδια το απογευματάκι και μετά να πάω στο πάρτι ή να πάω πρώτα στο πάρτι και να γραφτώ στη ΧΑΝ το άλλο πρωί;

27.5.05

Εφιάλτης στο δρόμο με τις κρέπες

Αν με ρωτήσεις, θα σου πω ότι οι κρέπες μού αρέσουν. Στην πραγματικότητα όμως είναι ελάχιστες οι φορές που έχω φάει μια κρέπα της προκοπής.

Κάθε φορά που φτάνω σ' ένα κρεπατζίδικο (δε λέω «κρεπερί», για να δώσω την εικόνα του ορθάδικου), έχω ήδη φαντασιωθεί μια ζουμερή κρέπα, αφράτη και γεμάτη με πλούσιο και ποικίλο περιεχόμενο. Μου τρέχουν τα σάλια και αδημονώ να παραγγείλω. Έρχεται λοιπόν η σειρά μου και φτάνω στη βιτρίνα με τα υλικά γέμισης. Εκεί είναι που η φαντασίωση καταστρέφεται.

Σε κανένα από τα μεμονωμένα συστατικά που βλέπω αραδιασμένα μπροστά μου δεν αναγνωρίζω την ικανότητα ουσιαστικής συμβολής στο λαχταριστό μείγμα που έχω στο μυαλό μου. Το κάθε συστατικό από μόνο του φαίνεται μια χαρά, αλλά συγχρόνως ξένο προς το (παροιμιωδώς ασαφές) σύνολο που έχω φανταστεί. Ωστόσο, ο υπάλληλος περιμένει την παραγγελία. Ξεκινάω λοιπόν από το τυρί, που είναι το σίγουρο. Πάντα περνάει από το μυαλό μου η σκέψη να ζητήσω διπλό τυρί, αλλά, άγνωστο γιατί, δεν το κάνω ποτέ. Μετά πάω στο αλλαντικό. Κόκκινα λαμπάκια αναβοσβήνουν αντανακλαστικά μέσα στο κεφάλι μου στη θέα του ζαμπόν, του μπέικον και του σαλαμιού αέρος, κι έτσι, μοιραία, καταλήγω στη γαλοπούλα.

Σε αυτό το σημείο έχω ήδη διαισθανθεί την αποτυχία. Επιστρατεύοντας όμως τη λογική, που λέει ότι έχω ακόμα πάρα πολλές επιλογές και ότι το μέλλον (της κρέπας) το φτιάχνουμε εμείς, αναγεννάται η ελπίδα να δημιουργήσω το λαχταριστό συνδυασμό που ονειρευόμουν. Πηγαίνω λοιπόν στα λαχανικά. Αυτόματα διαλέγω ντομάτα και πιπεριά, διότι η ντομάτα και η πιπεριά μού αρέσουν. Η σκέψη που στάνταρ κάνω σε αυτό το σημείο είναι: «Μου αρέσουν στη σαλάτα, αλλά στην κρέπα, και με τα υπόλοιπα, ταιριάζουν;». Το ηθικό μου πτοείται και πάλι. Τουλάχιστον παραλείπω πάντοτε τις ελιές και το κρεμμύδι, κι έτσι γλιτώνω τη μετατροπή της κρέπας μου σε χωριάτικη σαλάτα.

Το επόμενο βήμα είναι τα μανιτάρια: ναι ή όχι; Λίγη σημασία νιώθω ότι έχει η απόφαση αυτή, καθώς η έκβαση της συνθετικής δουλειάς έχει πια κριθεί. Οπότε, με έντονη αίσθηση ματαιότητας, πότε προσθέτω μανιτάρια, πότε όχι.

Έχω φτάσει στην τελική ευθεία: την επιλογή του συμπαγούς σαλατοειδούς. Πριν ξεστομίσω το όνομα του υλικού που θα πασαλείψει το θλιβερό βουναλάκι που έφτιαξα, κάνω ένα σκανάρισμα στα συστατικά που απέρριψα, για να δω αν υπάρχει κάτι που μπορεί να περισώσει τη γευστική αξία του δημιουργήματός μου. Πατατάκια τηγανητά, βραστό αυγό, ομελέτα, κροκέτες, πιπεριά φλωρίνης. Μα πιστεύω στ' αλήθεια ότι αρκεί κάτι απ' αυτά για να φέρει τα πάνω κάτω στη γεύση της κρέπας μου;

Είμαι σε αδιέξοδο. Λέω λοιπόν ποια σαλάτα θέλω, για να τελειώνουμε. Συνήθως παίρνω τυροσαλάτα, που εγγυημένα καταστρέφει την όποια εναπομείνασα σύνδεση αυτού του εδώδιμου αχταρμά με μια τερψιλαρύγγια κρέπα γαλλικής σχολής γαστρονομίας.


Αυτά περνάω κάθε φορά που λιγουρεύομαι κρέπα (γιατί, βέβαια, τη στιγμή που τη λιγουρεύομαι, έχω ξεχάσει το φιάσκο της προηγούμενης φοράς και οδεύω προς το κρεπατζίδικο μακαρίως). Καi καταλήγω να τρώω κάτι που μου φαίνεται τόσο κακός συνδυασμός, όσο το ψάρι με γιαούρτι και πορτοκαλάδα. Ή όσο μια γούνα με σαγιονάρες και χαρτοφύλακα. Μοιραία αναπολώ τις φορές που το σετάρισμα του still life το έκανε κάποιος άλλος για μένα. Μόνο τότε απόλαυσα νοστιμιά. Α, και άλλη μια φορά, που είπα στον κρεποτυλιχτή: «Μία όπως του προηγούμενου».

25.5.05

Ωραίο μου πλυντήριο

Το πλυντήριό μου πηδάει. Ναι. Κάθε φορά που βάζω ρούχα για πλύσιμο, στη φάση του στεγνώματος, κάνει βόλτες μέσα στο μπάνιο και χαλάει τον κόσμο. Ίσως προσπαθεί κάτι να μου πει. (Σίγουρα όχι να ρυθμίσω την ασφάλεια στο πίσω μέρος του - την έχω ρυθμίσει.) Ίσως θέλει να προσεγγίσει ερωτικά το νιπτήρα. Ίσως θέλει να εγκαταλείψει το μπάνιο για ν' αλλάξει παραστάσεις (εδώ που τα λέμε, θα είχε κάθε δίκιο, γιατί τα πλακάκια του μπάνιου μου είναι απαίσια).

Το παλιό πλυντήριο της μαμάς μου πηδούσε κι αυτό (εκείνο είχε όντως πρόβλημα με την ασφάλεια). Μιλάμε για πλυντήριο-καγκουρό. Όταν στέγνωνε τα ρούχα, γινόταν ο μέγας σαματάς, χώρια που πέφτανε κάτω ένα ένα τα πράγματα που ήταν πάνω του και ακούγονταν ατέλειωτοι κρότοι (καθρεφτάκια που έσπαγαν, απορρυπαντικά που χύνονταν κτλ.). Έτσι ακριβώς και το δικό μου.

Μπορεί στο οικογενειακό δέντρο των πλυντηρίων μας να έχει εφαρμογή η φυσική επιλογή. Δηλαδή το πρώτο πλυντήριο να έπαθε μετάλλαξη, κι αυτή να πέρασε στο DNA του επόμενου. Σε τι όμως εξυπηρετεί αυτή η μετάλλαξη το ίδιο το πλυντήριο; Αυτό αναρωτιέμαι.

Ώσπου να φτάσω σ' ένα συμπέρασμα και να δω αν μπορώ να δράσω κόβοντας το πήδημα απ' τη ρίζα, ξεσκονίζω το πλυντήριό μου με επιμέλεια και το χαζεύω με περισυλλογή.

Μου φαίνεται ότι του αρέσει.

9.5.05

Σων θυρών

«Βρε μαμά, πώς το έλεγε ο μπαμπάς όταν ένα ζευγάρι δεν καβγαδίζει κάθε μέρα; Κάτι έλεγε, μια έκφραση» ρωτάει μια μέρα η θεία η φιλόλογος τη γιαγιά.
«Άχου ναι. Ήλεγενε πως, άμα δεν καβγαδίζει ένα αντρόγυνο κάθε μέρι, σων θυρών» απαντάει η γιαγιά, απαγγέλλοντας μία μία τις τελευταίες δυο λέξεις, σαν να παίζει στην Επίδαυρο.
«Μα τι να σημαίνει αυτό;» κολλάει η θεία, που δεν μπορεί να εντοπίσει ποιο τέλος πάντων αρχαίο ρητό ενέπνεε τον παππού ώστε να γαμοσταυρίζει τη γιαγιά σε ημερήσια βάση.
«Εν ηξέρω, κόρη μου. Έτσι το 'λεγενε. Σων θυρών, κάτι δεν πηγαίνει καλά».

Και τότε φάγαμε την ομαδική φλασιά: Σων θυρών = something wrong
! Το επιχείρημα του παππού δεν ήταν αρχαιοελληνικό, αλλά american english με προφορά παρ' ολίγον μετανάστη!

Αναρωτιέμαι
πώς άραγε θα πρόφερε ο παππούς το LOL...

ΥΓ. Εννοείται ότι ανακηρύξαμε τη φράση οικογενειακό σλόγκαν της σεζόν.

6.5.05

Η συντροφιά του φιτιλιού


Ήθελα να κουβαλήσω τη ρουκετοδέσμη στην Αθήνα, αλλά δε μου φάνηκε σωστό να τρομάξω τους υπαλλήλους του αεροδρομίου. Έτσι, έβγαλα μια τελευταία αναμνηστική φωτογραφία.

UPD: Μπορείς λοιπόν να με λες και "modern greek bouboulina", όπως ο Niko.