27.5.05

Εφιάλτης στο δρόμο με τις κρέπες

Αν με ρωτήσεις, θα σου πω ότι οι κρέπες μού αρέσουν. Στην πραγματικότητα όμως είναι ελάχιστες οι φορές που έχω φάει μια κρέπα της προκοπής.

Κάθε φορά που φτάνω σ' ένα κρεπατζίδικο (δε λέω «κρεπερί», για να δώσω την εικόνα του ορθάδικου), έχω ήδη φαντασιωθεί μια ζουμερή κρέπα, αφράτη και γεμάτη με πλούσιο και ποικίλο περιεχόμενο. Μου τρέχουν τα σάλια και αδημονώ να παραγγείλω. Έρχεται λοιπόν η σειρά μου και φτάνω στη βιτρίνα με τα υλικά γέμισης. Εκεί είναι που η φαντασίωση καταστρέφεται.

Σε κανένα από τα μεμονωμένα συστατικά που βλέπω αραδιασμένα μπροστά μου δεν αναγνωρίζω την ικανότητα ουσιαστικής συμβολής στο λαχταριστό μείγμα που έχω στο μυαλό μου. Το κάθε συστατικό από μόνο του φαίνεται μια χαρά, αλλά συγχρόνως ξένο προς το (παροιμιωδώς ασαφές) σύνολο που έχω φανταστεί. Ωστόσο, ο υπάλληλος περιμένει την παραγγελία. Ξεκινάω λοιπόν από το τυρί, που είναι το σίγουρο. Πάντα περνάει από το μυαλό μου η σκέψη να ζητήσω διπλό τυρί, αλλά, άγνωστο γιατί, δεν το κάνω ποτέ. Μετά πάω στο αλλαντικό. Κόκκινα λαμπάκια αναβοσβήνουν αντανακλαστικά μέσα στο κεφάλι μου στη θέα του ζαμπόν, του μπέικον και του σαλαμιού αέρος, κι έτσι, μοιραία, καταλήγω στη γαλοπούλα.

Σε αυτό το σημείο έχω ήδη διαισθανθεί την αποτυχία. Επιστρατεύοντας όμως τη λογική, που λέει ότι έχω ακόμα πάρα πολλές επιλογές και ότι το μέλλον (της κρέπας) το φτιάχνουμε εμείς, αναγεννάται η ελπίδα να δημιουργήσω το λαχταριστό συνδυασμό που ονειρευόμουν. Πηγαίνω λοιπόν στα λαχανικά. Αυτόματα διαλέγω ντομάτα και πιπεριά, διότι η ντομάτα και η πιπεριά μού αρέσουν. Η σκέψη που στάνταρ κάνω σε αυτό το σημείο είναι: «Μου αρέσουν στη σαλάτα, αλλά στην κρέπα, και με τα υπόλοιπα, ταιριάζουν;». Το ηθικό μου πτοείται και πάλι. Τουλάχιστον παραλείπω πάντοτε τις ελιές και το κρεμμύδι, κι έτσι γλιτώνω τη μετατροπή της κρέπας μου σε χωριάτικη σαλάτα.

Το επόμενο βήμα είναι τα μανιτάρια: ναι ή όχι; Λίγη σημασία νιώθω ότι έχει η απόφαση αυτή, καθώς η έκβαση της συνθετικής δουλειάς έχει πια κριθεί. Οπότε, με έντονη αίσθηση ματαιότητας, πότε προσθέτω μανιτάρια, πότε όχι.

Έχω φτάσει στην τελική ευθεία: την επιλογή του συμπαγούς σαλατοειδούς. Πριν ξεστομίσω το όνομα του υλικού που θα πασαλείψει το θλιβερό βουναλάκι που έφτιαξα, κάνω ένα σκανάρισμα στα συστατικά που απέρριψα, για να δω αν υπάρχει κάτι που μπορεί να περισώσει τη γευστική αξία του δημιουργήματός μου. Πατατάκια τηγανητά, βραστό αυγό, ομελέτα, κροκέτες, πιπεριά φλωρίνης. Μα πιστεύω στ' αλήθεια ότι αρκεί κάτι απ' αυτά για να φέρει τα πάνω κάτω στη γεύση της κρέπας μου;

Είμαι σε αδιέξοδο. Λέω λοιπόν ποια σαλάτα θέλω, για να τελειώνουμε. Συνήθως παίρνω τυροσαλάτα, που εγγυημένα καταστρέφει την όποια εναπομείνασα σύνδεση αυτού του εδώδιμου αχταρμά με μια τερψιλαρύγγια κρέπα γαλλικής σχολής γαστρονομίας.


Αυτά περνάω κάθε φορά που λιγουρεύομαι κρέπα (γιατί, βέβαια, τη στιγμή που τη λιγουρεύομαι, έχω ξεχάσει το φιάσκο της προηγούμενης φοράς και οδεύω προς το κρεπατζίδικο μακαρίως). Καi καταλήγω να τρώω κάτι που μου φαίνεται τόσο κακός συνδυασμός, όσο το ψάρι με γιαούρτι και πορτοκαλάδα. Ή όσο μια γούνα με σαγιονάρες και χαρτοφύλακα. Μοιραία αναπολώ τις φορές που το σετάρισμα του still life το έκανε κάποιος άλλος για μένα. Μόνο τότε απόλαυσα νοστιμιά. Α, και άλλη μια φορά, που είπα στον κρεποτυλιχτή: «Μία όπως του προηγούμενου».

25.5.05

Ωραίο μου πλυντήριο

Το πλυντήριό μου πηδάει. Ναι. Κάθε φορά που βάζω ρούχα για πλύσιμο, στη φάση του στεγνώματος, κάνει βόλτες μέσα στο μπάνιο και χαλάει τον κόσμο. Ίσως προσπαθεί κάτι να μου πει. (Σίγουρα όχι να ρυθμίσω την ασφάλεια στο πίσω μέρος του - την έχω ρυθμίσει.) Ίσως θέλει να προσεγγίσει ερωτικά το νιπτήρα. Ίσως θέλει να εγκαταλείψει το μπάνιο για ν' αλλάξει παραστάσεις (εδώ που τα λέμε, θα είχε κάθε δίκιο, γιατί τα πλακάκια του μπάνιου μου είναι απαίσια).

Το παλιό πλυντήριο της μαμάς μου πηδούσε κι αυτό (εκείνο είχε όντως πρόβλημα με την ασφάλεια). Μιλάμε για πλυντήριο-καγκουρό. Όταν στέγνωνε τα ρούχα, γινόταν ο μέγας σαματάς, χώρια που πέφτανε κάτω ένα ένα τα πράγματα που ήταν πάνω του και ακούγονταν ατέλειωτοι κρότοι (καθρεφτάκια που έσπαγαν, απορρυπαντικά που χύνονταν κτλ.). Έτσι ακριβώς και το δικό μου.

Μπορεί στο οικογενειακό δέντρο των πλυντηρίων μας να έχει εφαρμογή η φυσική επιλογή. Δηλαδή το πρώτο πλυντήριο να έπαθε μετάλλαξη, κι αυτή να πέρασε στο DNA του επόμενου. Σε τι όμως εξυπηρετεί αυτή η μετάλλαξη το ίδιο το πλυντήριο; Αυτό αναρωτιέμαι.

Ώσπου να φτάσω σ' ένα συμπέρασμα και να δω αν μπορώ να δράσω κόβοντας το πήδημα απ' τη ρίζα, ξεσκονίζω το πλυντήριό μου με επιμέλεια και το χαζεύω με περισυλλογή.

Μου φαίνεται ότι του αρέσει.

9.5.05

Σων θυρών

«Βρε μαμά, πώς το έλεγε ο μπαμπάς όταν ένα ζευγάρι δεν καβγαδίζει κάθε μέρα; Κάτι έλεγε, μια έκφραση» ρωτάει μια μέρα η θεία η φιλόλογος τη γιαγιά.
«Άχου ναι. Ήλεγενε πως, άμα δεν καβγαδίζει ένα αντρόγυνο κάθε μέρι, σων θυρών» απαντάει η γιαγιά, απαγγέλλοντας μία μία τις τελευταίες δυο λέξεις, σαν να παίζει στην Επίδαυρο.
«Μα τι να σημαίνει αυτό;» κολλάει η θεία, που δεν μπορεί να εντοπίσει ποιο τέλος πάντων αρχαίο ρητό ενέπνεε τον παππού ώστε να γαμοσταυρίζει τη γιαγιά σε ημερήσια βάση.
«Εν ηξέρω, κόρη μου. Έτσι το 'λεγενε. Σων θυρών, κάτι δεν πηγαίνει καλά».

Και τότε φάγαμε την ομαδική φλασιά: Σων θυρών = something wrong
! Το επιχείρημα του παππού δεν ήταν αρχαιοελληνικό, αλλά american english με προφορά παρ' ολίγον μετανάστη!

Αναρωτιέμαι
πώς άραγε θα πρόφερε ο παππούς το LOL...

ΥΓ. Εννοείται ότι ανακηρύξαμε τη φράση οικογενειακό σλόγκαν της σεζόν.

6.5.05

Η συντροφιά του φιτιλιού


Ήθελα να κουβαλήσω τη ρουκετοδέσμη στην Αθήνα, αλλά δε μου φάνηκε σωστό να τρομάξω τους υπαλλήλους του αεροδρομίου. Έτσι, έβγαλα μια τελευταία αναμνηστική φωτογραφία.

UPD: Μπορείς λοιπόν να με λες και "modern greek bouboulina", όπως ο Niko.

1.5.05

Εδώ οι καλές ρουκέτες!

«Μπάμιες, ντομάτες και ξυλαγγουράκια, ξύλο που το φάγανε τ' Αγιομαρκουσάκια. Σας ήρτενε γούσουρααα!»

Ο Άγιος Μάρκος καίγεται στα αριστερά μας.



«Παναγούσοι, βλήμματα, κάντε μας κουνήματα. Δεχούστενε, βρε!».

Η Παναγία Ερειθιανή δέχεται ντου στα δεξιά μας.



Εμείς μέσα στη χαράδρα, με τα κράνη από τα μηχανάκια στο κεφάλι, ολίγον χεζμεντέν, διότι δε θέλει και πολύ να μας πετύχει καμιά ρουκέτα φτιαγμένη από ατζαμή. Φυσικά το μπαρούτι μυρίζει τέλεια και φυσικά ακούγονται ντουντούκες και κόρνες και τα «φσσσσσσσσσσσσστ» από χιλιάδες ρουκέτες που περνάνε πάνω από τα κεφάλια μας και μας κάνουνε να αναρωτιόμαστε αν κάναμε καλά που δεν ανεβήκαμε στο Αίπος να απολαύσουμε το θέαμα κυριλέ. (Κάναμε πολύ καλά!)

Η φάση είναι όπως όταν ήμουνα μικρή και μέναμε στο σπίτι με το κυπαρίσσι εκεί κοντά, με τη διαφορά ότι τώρα υπάρχουν πυροσβέστες σπαρμένοι μέσα στους θάμνους και στα χαντάκια, σήματα που απαγορεύουν στα οχήματα να πλησιάσουν τις δύο εκκλησίες και μπόλικοι χωραΐτες μέσα στις φυλλωσιές (αλά Ρωμαίοι λεγεωνάριοι με παραλλαγή για κλάματα), που δε σνομπάρουν πια το Βροντάδο, διότι έγινε «πρώτη μούρη»!

ΥΓ. 1 Εννοείται ότι ο νικητής στο ρουκετοπόλεμο ήταν και φέτος η Παναγιά.
ΥΓ. 2 Ρίξε μια ματιά στο
δείγμα βίντεο που τράβηξα με κίνδυνο της ζωής μου.