29.6.06

Sorry, wrong mix of drugs

O ταλαντούχος κύριος chill-the-blood-to-warm-the-soul επιστρέφει στο l'esprit de l' escalier με ένα ακόμη μικρό αριστούργημα, όπως τα τότε.

Περιοχή Κούσκο, Περού. 26 Ιουνίου 1973. Ημέρα λατρείας της Ταβιέ, θεότητας που προήλθε από την πολιτιστική αλληλεπίδραση των Ινδιάνων Νάσκας με τους Ίνκας, κάπου το 12ο αιώνα. Παρέα ανδρών κάθεται σε καφενείο, πίνοντας τσάι με φύλλα κόκας. Υψόμετρο πάνω από 3.000 μέτρα. Από κάτω εκτείνεται η Ιερή Κοιλάδα.

«Έι, ποιος είναι αυτός ο γκρίνγκο που κάθεται απέναντι;»
«Άσε, κι έχω πικρά πείρα. Είναι ο Henry J. Littlefinger, αυτός που ανέλαβε να εκτελέσει το σχέδιο του ογδονταπεντάχρονου χίπη Large Daddy Throckmortan για να κυβερνήσει την Αμερική και να την κάνει όπως έπρεπε να είναι – απλή, τεμπέλα, χαρούμενη, αγαπητή και βρόμικη».
«Δηλαδή;»
«Ο Henry J. έπιασε δουλειά στη Sticky & Sons, την εταιρεία που έβαζε κόλλα στα γραμματόσημα, και έριχνε στο καζάνι με την κόλλα ολόκληρα κομμάτια μαριχουάνα. Σε λίγο καιρό όλος ο κόσμος που έγλειφε τα γραμματόσημα φτιαχνόταν κανονικά, κάνοντας έτσι εφικτό το σχέδιο ανάκτησης της εξουσίας απ’ τους χίπις. Ο ίδιος ο Ρίτσαρντ Νίξον εθεάθη να πηγαίνει στη δουλειά του με σανδάλια και τζιν και να διατάζει την αεροπορία να σταματήσει τους βομβαρδισμούς στο Βιετνάμ, αφού προηγουμένως είχε σαλιώσει ένα γραμματόσημο και έστειλε για πρώτη φορά στα χρονικά ένα γράμμα στον Άρη. Κι άλλα κουφά έγιναν, όπως ότι η General Motors ανακοίνωσε το λανσάρισμα του νέου της αυτοκινήτου, που δε θα ξεπερνούσε την ταχύτητα των πέντε μιλίων ανά ώρα».
«Και γιατί έχεις πικρά πείρα;»
«Θυμάστε πριν από κάτι μήνες που είχα φάει αυτό το κόλλημα με τη Θεά Ταβιέ;»
«Ναι. Είχες δει ένα όραμα ότι σου μίλησε με τόσο ωραίο τρόπο και σου επέτρεψε την είσοδο στα ενδότερα του ναού της για να επικοινωνείς μαζί της κι εσύ αποφάσισες να αφοσιωθείς στη λατρεία της και να γίνεις σαμάνος και κουραντέρο. Ευτυχώς, φίλε μου, γλίτωσες απ’ αυτή τη φάση».
«Μην το λες. Τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται».
«Τι εννοείς;»
«Η ζωή μου είχε βρει ένα νόημα. Πήγαινα κάθε μέρα στο ιερό, τη λάτρευα, επικοινωνούσα μαζί της κι ένιωθα έντονη την παρουσία της. Αυτό μου έδινε… ζωή. Κι έτσι μπορούσα να μεταφέρω τα μηνύματά της και να θεραπεύω τον κόσμο. Ώσπου έμπλεξα με το Henry J. Μια μέρα, μετά από πολύωρη ιεροτελεστία, με έντονα οράματα εκσωμάτωσης, είχα εξαντληθεί. Ήρθα σ’ αυτό εδώ το καφενείο σκέτο ράκος. Ο Henry J. καθότανε στο ίδιο σημείο που κάθεται και τώρα. Με πλησίασε και μου είπε:

“Μεγάλε, έχεις τα χάλια σου. Τι συμβαίνει;”
“Δεν ξέρω, γκρίνγκο. Κάτι δεν κάνω σωστά. Προσπαθώ να είμαι εκατό τα εκατό αφοσιωμένος και πιστός στη θεά που πιστεύω. Προσκυνώ, νηστεύω, προσεύχομαι... Βεβαίως ένας πιστός δεν μπορεί να έχει εγωιστικές απαιτήσεις ή ενδοιασμούς για την πίστη του. Όμως αισθάνομαι ένα κενό στην επικοινωνία. Τις περισσότερες φορές το σήμα μου δε φτάνει όσο βαθιά θέλω ή, ακόμη χειρότερα, εξοστρακίζεται και παίρνει εντελώς άλλες κατευθύνσεις από τις ηθελημένες. Ομολογώ ότι αισθάνομαι μια μεγάλη απόρριψη, ότι είμαι πολύ λίγος για κείνη, κάτι που με κάνει να θέλω ν’ ανοίξω ένα λάκκο και να χωθώ μέσα”.
“Φίλε, έχεις πολύ σοβαρό πρόβλημα. Άσε με να σε βοηθήσω”.
“Μπορείς αλήθεια να με βοηθήσεις;”
“Και βέβαια μπορώ. Για πες μου, τι ουσίες παίρνεις για τις ιεροτελεστίες και τις ενοράσεις σου;”
“Είναι να ρωτάς; Γιάχε φυσικά. Ευλογημένος αυτός ο τόπος που στα χώματά του αναπτύσσεται αυτό το φυτό”.
“Σωστά, χμ, χαρμίνη και χαρμαλίνη. Σκέτη ψυχεδέλεια. Όμως, φίλε μου, ίσως εδώ βρίσκεται το πρόβλημά σου. Αν θες τη γνώμη μου, το ’χεις παρακάνει με τη θρησκεία. Τα 'χεις δώσει όλα στη θεά και στους άλλους. Χρειάζεσαι λίγο να φροντίσεις τον εαυτό σου. Να έχεις λίγο εγωισμό. Έτσι θα είσαι πιο χρήσιμος και για τους άλλους, αφού η δική σου παρέμβαση και μεσολάβηση θα είναι λιγότερο παθητική μεταβίβαση και περισσότερο αυτενεργός δράση. Άκουσέ με. Όλοι οι μεγάλοι κουραντέρος έχουν έντονη προσωπικότητα και δεν είναι απλοί μεταβιβαστές των θεϊκών θελήσεων. Ασκούν προσωπική, πρωτότυπη θεραπεία”.
“Ας υποθέσουμε ότι έχεις δίκιο. Και πως θα γίνει αυτό;”
“Αυτό σκέφτομαι τώρα. Κοίταξε, χρησιμοποιείς, και καλώς, φυσικά ψυχεδελικά φάρμακα για τη λατρεία σου. Εγώ θα έφτιαχνα ένα μείγμα όπου θα πρόσθετα και κάτι πιο… σπιντάτο, θα έλεγα. Να προβάλεις το εγώ σου. Ν’ αποκτήσεις λίγο τσαμπουκά. Αρκετά με την ευλάβεια. Θα έβαζα τρυπταμίνες, όπως DMT, για παράδειγμα. Ή, ακόμα καλύτερα, θα χρησιμοποιούσα MDA και MMDA, που προκαλούν εμπειρίες σαν αυτές που προκύπτουν απ’ το συνδυασμό ενός ψυχεδελικού και κοκαΐνης ή του LSD και αμφεταμίνης. Λοιπόν, κάτι τέτοιο θα σου φτιάξω. Θα έχει ως βάση τη μεσκαλίνη ή αμίδια του λυσεργικού οξέος ή ακόμη ψιλοκυβίνη και ψιλοκίνη, ώστε να μην απολέσεις τη θρησκευτική διάσταση και ενόραση. Αλλά θα σου ρίξω και πιο σπινταριστά φάρμακα, όπως το STP, που σου δίνει τεράστια ενέργεια κι απευθύνεται περισσότερο στο παρόν και στο τώρα απ’ ό,τι στο παρελθόν ή στο μέλλον. Έλα σε δυο μέρες και θα σ’ έχω έτοιμο”.

»Πράγματι, μετά από δυο μέρες ο Henry J. μού έδωσε το μείγμα και μου ευχήθηκε καλή τύχη. Περπάτησα μια ώρα δρόμο μέσα στην κοιλάδα μέχρι το ιερό και, φτάνοντας έξω απ’ τον πέτρινο ναό, σταμάτησα και έκατσα οκλαδόν. Αυτοσυγκεντρώθηκα και με αγωνία πήρα το φάρμακο απ’ το στόμα. Σε είκοσι λεπτά είχα κρυάδες, ναυτία, ανακατωμένο στομάχι, μούδιασμα στα άκρα, συσπάσεις στους μυς του λαιμού, διαστολή της κόρης των ματιών κι αισθανόμουνα έντονη σύγχυση, ταραχή, υπερένταση και μια απίστευτη ενέργεια, χιλιάδων βολτ θα έλεγα. Άρχισαν οι παραισθήσεις, τόσο σε χρώματα, σχήματα και φιγούρες, όσο και σε ήχους. Τα χρώματα ήσαν φοβερά φωτεινά στις αποχρώσεις του μοβ, πράσινου και κόκκινου. Φίδια, αράχνες και αναρριχώμενα φυτά σκαρφάλωναν πάνω στους στύλους του ιερού της Ταβιέ και μια ξανθιά γυναικεία φιγούρα, μάλλον η ίδια η θεά, μου έκανε έντονες και προσβλητικές παρατηρήσεις, ενώ ταυτόχρονα χάιδευε ένα γεροδεμένο άντρα με περικεφαλαία και φιλούσε μια όμορφη, λεπτή κοπέλα που στέκονταν σ’ ένα μπαρ. Η ηχητική υπόκρουση δεν ήταν αυτή που είχα συνηθίσει από τις άλλες μου ενοράσεις, αφού είχε χαρακτηριστικά όχι φευγάτου, αλλά σκληρού μεταλλικού ρυθμού. Άρχισα να απολογούμαι στις παρατηρήσεις, αλλά όχι με ένοχο ούτε παρακλητικό ούτε φοβισμένο ύφος. Μάλιστα, άρχισα να υψώνω τη φωνή μου και να λέω κάτι σε στιλ "άμα σ’ αρέσει. Αλλιώς… δενφοβάμαι τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι ελεύθερος". Όσο μιλούσα εγώ, εκείνη φαινόταν να μη με προσέχει και γελούσε τώρα δυνατά πλαισιωμένη από ένα κοινό άγριων ζώων της αφρικανικής σαβάνας και ανθρωποφάγων φυλών. Φώναζα δυνατά για ν’ ακουστώ, αλλά οι βρυχηθμοί των λιονταριών και κάτι ελέφαντες τρομπετίστες που έπαιζαν φρι τζαζ κάλυπταν τις κραυγές μου. Η γυναικεία φιγούρα με αγνοούσε προκλητικά, παρ’ όλο που φώναζα και χτυπούσα με τις γροθιές το στήθος μου. Μετά από λίγο εξαφανίστηκε αυτή και όλο το υπόλοιπο σκηνικό και ήταν τότε που έχασα κάθε επαφή με τη θεά Ταβιέ. Όταν συνήλθα, ήμουν μέσα στο ιερό και από αφηγήσεις περαστικών έμαθα ότι είχα μπει μέσα στο ναό σπρώχνοντας και κλοτσώντας όποιον και ό,τι έβρισκα μπροστά μου και είχα ξεστομίσει άσχημες βρισιές προς την ίδια τη θεά. Ήταν φανερό ότι είχα διαπράξει μεγάλη ιεροσυλία και θα έπρεπε εφεξής να ξεχάσω τη θεά Ταβιέ και την καριέρα του σαμάνου».

«Έι. Ο γκρίνγκο έρχεται προς τα δω».
«Γεια χαρά. Τι νέα; Θέλει κανείς μια τζούρα από την πρώτης κατηγορίας ινδική κάνναβη που καπνίζω;»
«Ευχαριστώ. Σφφφ. Έλεγα στα παιδιά τη φάση με το μείγμα που μου έφτιαξες. Έμαθες, φαντάζομαι, ότι με διώξανε κακήν κακώς απ’ το ιερό. Φφφ».
«Κάτι πήρε τ’ αυτί μου. Λυπάμαι πολύ, αμίγκο. Αλλά να σου πω κάτι; Καλύτερα έτσι. Βάδιζες προς την καταστροφή. Βλέποντάς σε τώρα έτσι ήρεμο με τους φίλους σου, πιστεύω ότι έχεις λυτρωθεί».
«Ναι, αλλά, σφφφ, ο φίλος μας εδώ διαμαρτύρεται γιατί ξέκοψε από μια φάση που λέει ότι κατά βάθος του άρεσε και… πως το 'πες, του έδινε ζωή, φφφ».
«Δεν φταίω γω αν είσαι μαζόχα, αμίγκο. Όμως, ακόμη κι έτσι αν είναι, μπορείς κάλλιστα να πας πίσω, να ζητήσεις συγνώμη και να ρίξεις το φταίξιμο σε μένα».
«Το έχω σκεφτεί. Και θα το κάνω. Δεν ξέρω τι ακριβώς ζητάω βέβαια, αλλά, σφφφ, θα ζητήσω μια τελευταία ευκαιρία. Έστω κι αν ταπεινωθώ στο έπακρο αυτή τη φορά. Φφφ».
«Δε θα σε συμβούλευα να δοκιμάσεις κάτι τέτοιο. Δε βλέπω τι έχεις να κερδίσεις. Μπορεί να πέρναγες λίγο καλά πριν χαλάσει τελείως η φάση, αλλά, όπως είπε ένας φιλόσοφος, σφφφ, η ιστορία μόνο ως φάρσα επαναλαμβάνεται. Φφφ».
«Ναι, αλλά, σφφφ, όπως θα τραγουδήσει σε λίγο καιρό ένας τροβαδούρος, love is the drug. Φφφ. Τη χρειάζομαι τη θεά μου και την αγαπώ».
«Τότε πήγαινε και βγάλ' τα όλα από πάνω σου. Πες της “sorry, wrong mix of drugs, δεν εννοούσα αυτά που έκανα”. Αλλά θα σου πω και κάτι τελευταίο. Ποια νομίζεις ότι είναι η Ταβιέ; Αλλιώς ξεκίνησε όταν ακόμα λατρευόταν από τους Νάσκας. Ήδη όταν κυριάρχησαν οι Ίνκας μπλέχτηκαν διαφορετικά χαρακτηριστικά και η αρχική μορφή και το μήνυμά της αλλοιώθηκαν. Πόσο μάλλον τώρα, την εποχή του Νίξον και του ψυχρού πολέμου. Η Ταβιέ δεν είναι αυτή που νομίζεις ούτε αυτή που ήτανε. Και γι’ αυτό έχεις πρόβλημα επικοινωνίας. Ξύπνα, αμίγκο. Οι άνθρωποι αυτές τις μέρες είναι λιγότερο αυθόρμητοι και πολύ επιφυλακτικοί. Κοιτάνε την πάρτη τους. Και οι θεοί δεν πάνε πίσω».
«Σφφφ… Φφφ. Φίλε, μου 'χεις κάνει το κεφάλι καζάνι. Φεύγω πριν με μπερδέψεις άλλο. Έχω την ανάγκη ν’ ανήκω κάπου. Κατάλαβέ το. Θα πάω και θα ζητήσω συγχώρεση και μια δεύτερη ευκαιρία, μια νέα αρχή. Θα προσκυνήσω στο ιερό της, θα της πω ότι εξακολουθώ να τη λατρεύω και ό,τι και να γίνει δεν πρόκειται να την προδώσω ποτέ. Χωρίς μελοδραματισμούς και περιττά πάθη. Και θα δεχτώ το θέλημά της όποιο κι αν είναι αυτό. Γιατί η Ταβιέ είναι θεά και γνωρίζει καλύτερα».

Ο επίδοξος κουραντέρο πάσαρε το τσιγαριλίκι στο Henry J. και, χωρίς να κοιτάξει και να χαιρετήσει κανέναν, άρχισε την πεζοπορία προς το ιερό της Ταβιέ με αποφασισμένο ύφος και θρησκευτικό συναίσθημα. Κατηφόρισε από τον πετρώδη λόφο, όπου βρισκόταν το καφενείο, προς την ιερή κοιλάδα. Καθώς περπατούσε με σίγουρο και σταθερό βήμα στο καταπράσινο λιβάδι, ο ήλιος, που κρυβόταν εδώ και ώρα πίσω από ένα τεράστιο μαύρο σύννεφο, άρχισε να ρίχνει τις ζεστές αχτίδες του στον ευλογημένο τούτο τόπο και να θερμαίνει την καρδιά του προσκυνητή. Ένα μουσικό κομμάτι άρχισε ν’ αντηχεί σ’ ολόκληρη την κοιλάδα, με αυξανόμενη ένταση…

Let the sunshine Let the sunshine in
The sunshine in
Let the sunshine Let the sunshine in
The sun shine in


φωτό: http://www.horolezec.cz/galery/gal_66/peru/galpe66.html

Not a brain wave by l'esprit de l' escalier:
A message by chill-the-blood-to-warm-the-soul.

27.6.06

Παραγγελία

-Δύο καπουτσίνους φρέντους μέτριους;
-Verbatim*.


*Κατά λέξη.

26.6.06

Το κορίτσι που δεν αφήνω πίσω μου

Φίλη: «Ενηλικιώνεσαι ραγδαία».
Ψυχοθεραπευτής: «Βλέπω εβδομάδα με την εβδομάδα ένα κορίτσι να γίνεται γυναίκα».
Μπλόγκερ: «Μήπως ωρίμασες εν μία νυκτί;»

Είναι αλήθεια ότι οι φούξια φιόγκοι στα ρούχα, τα θεατρικά μαντίλια, τα κολιέ φορεμένα το ένα πάνω στ' άλλο και τα μεσάτα εμπριμέ φορέματα με φουσκωτό, ίσιο ποδόγυρο (απ' αυτά που κάνουν τη γιαγιά μου να με λέει «σαν γιασεμάκι») με κάνουν να νιώθω κάπως άβολα τελευταία. Είναι αλήθεια πως προτιμάω το μαύρο πλισέ φόρεμα, τα χρυσά σανδάλια και το βαφτιστικό μου σταυρό. Είναι αλήθεια πως η αίσθηση κενού μετά το χαζοξενύχτι υπερισχύει κατά πολύ του γάργαρου γέλιου πάνω στο τσούγκρισμα του Μοχίτο. Είναι αλήθεια πως η αυτάρεσκη επίγνωση «και πολλή του πέφτω» και η αγωνιώδης ερώτηση «γιατί δε με θέλει» έχουν μπει σε διαδικασία απολίθωσης κάτω από ιζηματογενή πετρώματα κακών σχέσεων, ενώ στο χώμα από πάνω τους έχουν φυτρώσει σκέψεις τύπου «τι μπορούμε να κάνουμε μαζί». Είναι, επίσης, αλήθεια, πως ακούω περισσότερο και μιλάω λιγότερο. Και γενικά, είναι πολλά πράγματα που κάνω τελευταία και που μοιάζουν με πράγματα που κάνει μια τριαντα-κατιτίς και όχι μια σκερτσόζα κορασίδα με κοτσίδια.

Ωστόσο, συνεχίζω να βγαίνω στα μπαρ, να χαζεύω αριστερά δεξιά, να αναβάλλω τις αληθινές επιθυμίες και να διασπώμαι - σε μια άσκοπη διαδρομή, μάλιστα, κόλλησα στην παρέα ενός δεκάχρονου αγοριού, επειδή και καλά ήταν άσος στα πεντόβολα και η μάνα του του χτένιζε ωραία τα μαλλιά. Το κορίτσι μέσα μου, πάνω στον πανικό της οπισθοχώρησης, ψάχνει τους ομοίους του. Πιάνεται από ένα γερό βράχο και τρίβει στο χώμα την πληγωμένη του πατούσα όπως το άλογο πριν καλπάσει, σε μια από τις τελευταίες προσπάθειες να μην παραδώσει γη και ύδωρ στην ωριμότητα - αυτή τη λέξη που, όταν προφέρεται, ακούγονται από το βάθος επιφωνήματα περιφρόνησης, σαρκαστικά γέλια και ένα «φτου φτου μακριά από μας» με ροκ εκφορά.

Η ωριμότητα είναι κάτι που δεν ξέρω. Την ανιχνεύω και την επιζητώ, αλλά δεν την ξέρω. Τι διαδέχεται την από κεκτημένη ταχύτητα δια-σκεδαστική προσέγγιση στα πάντα; Ξέρω όμως ότι, για να καλοϋποδεχτείς την ωριμότητα, αυτό το επόμενο πράγμα, και να τη νιώσεις στο πετσί σου, χρειάζεσαι παρέα. Μόνη σου δεν κατακτάς παρά μερικούς πόντους από δαύτην, περίπου (περίπου!) όσους έχω μαζέψει. Να γιατί με φοβίζει. Να γιατί είμαι με το ένα πόδι εδώ και με το άλλο εκεί πίσω. Να γιατί ακόμα ρίχνω ένα ξεροκόμματο στο κορίτσι μέσα μου - και μερικά ευρώ, για να ανανεώσει τους φιόγκους του και να μπορώ να τους καμαρώνω. Επειδή μόνη μου δεν ξέρω πώς να εγκατασταθώ σ' αυτή την καινούρια χώρα.

Όταν όμως, μέσα από την ταλαιπωρία, το άγχος και τις αμφιβολίες, πάρω την πράσινη κάρτα, το κορίτσι μέσα μου θα πάψει να απειλείται. Γιατί θα κινείται ελεύθερα μέσα σε όρια - θα έχει το δικό του δωμάτιο για να παίζει.

24.6.06

Λίστα

Πράγματα για τα οποία αγχώνομαι, αλλά, παρ' όλο που είναι πολύ απλό να κλείσω την κάνουλα απ' όπου ξεπηδά το άγχος, αδρανώ κι έτσι συνεχίζω να καρα-αγχώνομαι:

-Μήπως τα σαφρακιασμένα από την αφυδάτωση λουλούδια στις αρτάνες μαραθούν ανεπιστρεπτί. Ωστόσο, κάθε πρωί που βλέπω το χάλι τους, σκέφτομαι ότι βιάζομαι τρελά και α, δε γίνεται, θα τα ποτίσω το βράδυ. Μέχρι το βράδυ, αλλά και μέχρι το πρωί -διότι και το βράδυ το αναβάλλω- ζω με ενοχές.
-Μήπως εξαντληθούν τα εισιτήρια για τα θεάματα του καλοκαιριού που με ενδιαφέρουν και χάσω κι άλλα εκτός από αυτά που έχω χάσει ήδη. Ωστόσο, κάθε φορά που περνάω από τα ταμεία του Φεστιβάλ ή το Ticket House κτλ., θεωρώ πρωτεύον να ικανοποιήσω μια από το πουθενά πείνα/νύστα/ζέστη και αλλάζω πορεία. Τις νύχτες έχω εφιάλτες ότι δεν καταφέρνω να δω Antony & The Johnsons.
-Μήπως μου έρθει ο επόμενος λογαριασμός του ΟΤΕ κατακούτελα, εξαιτίας του εξαντλητικού σέρφινγκ στο Ιντερνέτι. Ωστόσο, δε βάζω adsl, διότι και καλά δεν ξέρω ποια εταιρεία να διαλέξω και διότι προηγείται η αποσύνδεση isdn, που πρέπει να κάνει ο τοπικός ΟΤΕ. Το γεγονός ότι παίρνω τον ΟΤΕ τηλ. και δεν απαντά μου προκαλεί παράλογη ανακούφιση. Η υποψία ότι το τηλ. του ΟΤΕ που παίρνω είναι λάθος δεν αρκεί για να μην ξανακαλέσω σε αυτό και να ψάξω το σωστό, αλλά αρκεί για να γιγαντωθεί η σκιά της Ερινύας που παίρνει τη μορφή του πορτοφολιού μου και φωνάζει στο αυτί μου: Γιάννη, γιατί έκοψες το πεύκο, γιατί, γιατί; (δε λέει αυτό, αλλά την πιάνετε την ατμόσφαιρα).

Και το μέγα άγχος:

-Μήπως κάποιος μου αφήσει μήνυμα στη στήλη της Αthens Voice ΣΕ ΕΙΔΑ και δεν το πάρω χαμπάρι ποτέ, χάνοντας τη γνωριμία του αιώνα. Ωστόσο, βαριέμαι τρελά να διαβάζω τη στήλη (η οποία έχει γίνει και τεράστια δηλαδή). Οι Αthens Voice κάνουν ντάνα στο σαλόνι, ντάνα η οποία όπου να 'ναι θα φλερτάρει με τις κατσαρίδες, ντάνα η οποία ξεφτιλίζει τη χρησιμότητα του coffee table, ντάνα η οποία θα ψηλώσει, θα ψηλώσει, θα ψηλώσει και μια μέρα θα πέσει πάνω μου και θα με θάψει κάτω από ένα χαρτοπολτό ψυχαναγκαστικής εκκρεμότητας.

...

Συμπεράσματα:
1. Νομίζω ότι πρέπει να παζαρέψω την τιμή της συνεδρίας με τον ψυχοθεραπευτή μου.
2. Ευτυχώς που δεν έχει και η Lifo ΣΕ ΕΙΔΑ.

23.6.06

Ως ουκ είθισται

(Φαμ Φρακτάλ, έργο 4)

Έχω κρατήσει από τότε πέντ’ έξι SMS στο κινητό - αυτά που εκείνη ήταν όχι-και-τόσο-μεθυσμένη κι εγώ όχι-και-τόσο-νηφάλιος. Πες πως η ιστορία πήγαινε κάπως έτσι:

«ΑΝ ΛΕΩ ΑΝ ΜΟΥ ΡΘΕΙ ΜΕ ΦΙΛΟΞΕΝΕΙΣ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ ΣΟΥ ΚΟΡΙΤΣΙ;»... Συνεχίζεται εδώ.

18.6.06

Boring...

Ήξερα κάποιον που στις διακοπές έλεγε πράγματα όπως: «Άντε να πάμε και στο σπήλαιο να ξεμπερδεύουμε». Αντιμετώπιζε την επίσκεψη στο χάιλαιτ αξιοθέατο του μέρους σαν κάτι που, αφού ήταν γραφτό απ' τη μοίρα να κάνουμε, ε, ας το κάναμε μια ώρα αρχύτερα.

Συχνά, πολύ συχνά, βλέπω ακριβώς έτσι τη ζωή. «Άντε να γεράσουμε, να πεθάνουμε, να ξεμπερδεύουμε». Μερικές νύχτες όμως με πιάνει αισιοδοξία. Τότε κάνω τη σκέψη: «Μια ζωή είναι, θα περάσει».

15.6.06

Σωστός ο Γιαν Τιερσέν

Θα μπορούσε: α) να παίξει Αμελί με την ενορχήστρωση του σάουντρακ, τύπου «πάρτε το προκάτ χιτ στ' αυτάκια, αφού γι' αυτό ήρθατε» - και το κοινό να το φχαριστηθεί, αφού όντως γι' αυτό ανέβηκε στο Λυκαβηττό (η πλειοψηφία). β) να μην παίξει καθόλου Αμελί, διότι δεν μπορεί ένας μουσικός να παγιδεύεται από το ίδιο του το χιτ και να κάνει τεμενά στον άψαχτο ακροατή - και το κοινό (η πλειοψηφία) να αποχωρήσει μες στην απογοήτευση. Με το α) θα «πρόδιδε» τον εαυτό του, με το β) το κοινό του. Δύσκολο το δίλημμα - αν μείνεις σε αυτό. Διότι να που υπήρχε λύση: το θέμα (τα θέματα) της Αμελί παιγμένα λίαν κιθαριστικά και παραλλαγμένα σε βαθμό διασκευής.

Η λύση αυτή δεν είχε προκύψει στη συναυλία των Radiohead στο Λυκαβηττό τo 2000, διότι προφανώς εκείνοι, σχετικά με το δικό τους χιτ, έμειναν στο δίλημμα. Και επέλεξαν το β), δηλαδή να μην παίξουν το Creep, που το κοινό (η πλειοψηφία) περίμενε.

Φυσικά, υπάρχει βασική διαφορά στις δύο περιπτώσεις: από τη μία πρόκειται για ένα ολόκληρο σάουντρακ, από την άλλη για ένα μόνο κομμάτι. Ωστόσο, και τα δύο σύστησαν τα ονόματα στο μεγάλο κοινό. Και τα δύο δε live έγιναν στην Ελλάδα πολλά χρόνια μετά ΤΑ ΧΙΤ (5 το live του Τιερσέν μετά την ταινία Αμελί, 7 αυτό των Radiohead μετά το άλμπουμ Pablo Honey), με both τα ονόματα να έχουν βγάλει κατόπιν μπόλικες δουλίτσες (+4 άλμπουμ o Tιερσέν, +2 και το 3ο να κυκλοφορεί λίγους μήνες αργότερα, χώρια τα ιπιά -ep-, οι Radiohead), οι οποίες ωστόσο παρέμεναν σε δεύτερη μοίρα στη συνείδηση της θειας μου της Θοδώρας (=ευρύ κοινό) σε σχέση με ΤΑ ΧΙΤ. Θα μπορούσε λοιπόν ο Τομ Γιορκ (ή έστω ο Κόλιν Γκρίνγουντ, που είχε και τα γενέθλιά του εκείνη τη μέρα) να πει: «Ας κεράσουμε τους αδαείς ακροατές που έχουν μείνει στην εποχή του Creep το κομματάκι που περιμένουν πώς και πώς, μιας και ερχόμαστε για πρώτη φορά στην Ελλάδα και ένας Θεός ξέρει πότε και αν θα ξανάρθουμε, αλλά ας του ρίξουμε μια ξεγυρισμένη αναπροσαρμογή, για να πάρουμε και τα σώβρακα των φανατικών οπαδών, που ξέρουν απέξω τους στίχους όλων των ιπιών -ep- μας και τους έχει έτσι κι αλλιώς σηκωθεί η τρίχα κάγκελο». Ε, they didn't.

Δεν είναι που είχα τα γενέθλιά μου κι εγώ εκείνη τη μακρινή μέρα και νομιμοποιούμουν να τσαντιστώ με όποιον δε μου έκανε το χατίρι. Είναι που εκτίμηση φουλ πάντα είχα μόνο στο μουσικό που σπάει το κεφάλι του και βρίσκει τον τρόπο να ξεπαγιδευτεί από την ίδια του την επιτυχία, σεβόμενος ταυτόχρονα και τη δημιουργική του υπόσταση και την προσδοκία της μάζας. Διότι η τοποθέτηση της μάζας είναι το μισό live (γι' αυτό μιλάω, όχι για το στούντιο, όπου η μάζα μπορεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό να πάει να χεστεί). Αυτόν λοιπόν το μουσικό εγώ θα μπορούσα να τον ακούω προσεκτικά σε ό,τι έχει να μου πει, χωρίς να μου χαλά η κόμμωση από την αύρα τεμπελιάς/εφηβικού τύπου άρνησης που φυσά από τη σκηνή.

Χτες ο μεσιέ Τιερσέν (που, σημειωτέον, είχε ξανάρθει στην Ελλάδα τη χρονιά ΤΟΥ ΧΙΤ, και επομένως θα μπορούσε να είχε ξεμπερδέψει τότε με αυτό), μου επιβεβαίωσε πόσο πιο πλούσια εμπειρία (και μάθημα, γιατί όχι;) είναι το να παρακολουθείς κάποιον να μην αρκείται απλώς στο ταλέντο του, αλλά να το παιδεύει.

13.6.06

Χημεία-Ψυχολογία 0-1

-Φαίνεσαι κάπως. Έχεις πάρει κάτι;
-Όχι, είναι φυσικό down.

12.6.06

Small time crooks*

Οι κλέφτες ήταν δύο και μαύροι. Και, μπορεί στο ανθρωποκυνηγητό να έχασαν τις παντόφλες τους, αλλά τουλάχιστον βούτηξαν τη σωστή τσάντα: Ανάμεσα σε πορτοφόλι, ταυτότητα, διαβατήριο, δίπλωμα οδήγησης, κλειδιά σπιτιού, κλειδιά αυτοκινήτου, κινητό κτλ., υπήρχαν και δύο προσκλήσεις για την εμφάνιση του 50 Cent. Πιθανότατα σε ένδειξη ευγνωμοσύνης που ανέλπιστα θα βρεθούν να παρακολουθούν τo live του brother, άφησαν να πέσει στην άσφαλτο το πιο πολύτιμο αντικείμενο της τσάντας: η κολώνια. Διότι όλες οι φυλές γνωρίζουν και σέβονται ότι πάνω απ' όλα είμεθα γυναίκες.

Ευχαριστούμε και καλή διασκέδαση!


*Στην Έφη, που η εφηβική φωτό της ταυτότητάς της χάθηκε για πάντα.

8.6.06

Yin Yang

-Τσ τσ τσ, δεν είσαι καθόλου γιν.
-I'm too yang to be yin.

7.6.06

Ο άστεγος εντός-εναλλάξ μου

(Φαμ Φρακτάλ, έργο 3)

Έχοντας κανείς αυτονόητα ένα σπίτι μέσα στο οποίο μπορεί να κοιμηθεί σαν μωρό, να μπουσουλήσει και να κάνει κακά του, σταδιακά αντιλαμβάνεται πόσο ωραία είναι που με κάποιους το μοιράζεται. Διότι ναι μεν το να κάνεις κακά σου είναι μια υπόθεση απολαυστικής μοναξιάς από τη παιδική ηλικία ως τα γερατειά, αλλά δεν ισχύει το ίδιο με το φαγοπότι, τη φασίνα, το Trivial Pursuit κτλ. Όσο μεγαλώνεις και δένεσαι με τη μαμά, τον μπαμπά, τον αδερφό, την αδερφή, τη γιαγιά κοκ., τόσο μεγαλώνει η αίσθηση ασφάλειας, χωνεύεται η αποδοχή, πολλαπλασιάζονται τα κοινά βιώματα. Έτσι, η διεύθυνση της οικίας σου, από στοιχείο της ταυτότητάς σου, γίνεται παροχέας ταυτότητας. Ανήκεις στην οικογένεια της οδού π.χ. Αγίου Ισιδώρου 11.

Το οικογενειακό κεραμίδι είναι κάτι σαν προαπαιτούμενο μάθημα, Στέγη 1, για να προχωρήσεις στις επόμενες στέγες της ζωής... Συνεχίζεται εδώ.

6.6.06

Η ζωή στη μονταζιέρα

Πριν από λίγο καιρό, στην Καλαμάτα, με μερικούς από τους αγαπημένους μου φίλους, τον koyan, τη Στέλλα και το Βούλη (βγαίνει από το σλόγκαν του ελληνικού κινηματογράφου "Έχει δίκιο ο Βούλης" - έξτρα κουίζ: βρες από ποια ταινία είναι και κέρδισε τη φιλοξενία ενός ποστ σου στο l'esprit de l' escalier), κουβεντιάσαμε για τις εσφαλμένες πεποιθήσεις που σου κληροδοτεί ο τόπος στον οποίο μεγάλωσες. Τι θέλω να πω - δηλαδή τι είπαμε:

Εγώ, καθώς μεγάλωσα μέχρι τα 18 μου στο Βροντάδο (ναι, εκεί με τις ρουκέτες), έβλεπα στον ορίζοντα απέναντι τα βουνά της Τουρκίας (τα παιδιά των Αθηναίων παραθεριστών ρωτούσαν έντρομα: "Δε φοβάστε;", αλλά αυτό είναι άλλο ποστ). Έβγαινα διάλειμμα στο σχολείο και έβλεπα τα βουνά της Τουρκίας. Έτρωγα παγωτό πραλίνα Κρόνου στη χώρα, στα ζαχαροπλαστεία της προκυμαίας, και έβλεπα τα βουνά της Τουρκίας. Έπινα μπίρες στην παραλία μετά το βραδινό μπάνιο και έβλεπα τα φωτάκια στα βουνά της Τουρκίας. Μέχρι και σήμερα λοιπόν, όταν είμαι στη θάλασσα και βλέπω απέναντι βουνά, νομίζω αυτομάτως ότι βλέπω Τουρκία. Πρέπει να το σκεφτώ για να συνειδητοποιήσω ότι, αφού βρίσκομαι π.χ. στην Κορώνη, δεν μπορεί παρά να βλέπω τα βουνά της Μάνης.

Για τον koyan, καθώς μεγάλωσε μέχρι τα 18 του στην Καλαμάτα, λάδι ίσον ελαιόλαδο. Πατάτες τηγανητές ίσον πατάτες τηγανισμένες σε ελαιόλαδο. Λάδι όχι από ελιά ίσον ύποπτο ανθυποϋγρό. Άνθρωπος που δεν τηγάνιζε σε ελαιόλαδο ίσον άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο, κινητή απειλή για τη δημόσια υγεία, ενδεχομένως και κακός, εχθρός των ελαιοπαραγωγών, προδότης της ιδιαίτερης πατρίδος. Όταν λοιπόν αργότερα, στην Αθήνα, ο koyan είδε άνθρωπο να ρίχνει ανέμελα στο τηγάνι ηλιέλαιο, για να τηγανίσει φρεσκοκαθαρισμένες πατατούλες, λίγο έλειψε να τον σβήσει από την τηλεφωνική του ατζέντα. Πλέον ο χρόνος που του παίρνει για να το εκλογικεύσει έχει μειωθεί αρκετά (και προπάντων δεν του ορμάει μαινόμενος να του πάρει το μπουκάλι και να το τσαλαπατήσει στα μάρμαρα).

Έχει πλάκα το πώς τα παιδικά μας χρόνια, αυτά που περάσαμε σε μικρή ακτίνα από το πατρικό μας σπίτι, βρίσκουν τρόπους και υπάρχουν μέσα μας. Εκεί που δεν το περιμένουμε, να σου ένα ρεφλέξ από το παρελθόν σε ένα ερέθισμα του παρόντος. Ένα ρεφλέξ που φωτίζει για μια στιγμή ολόκληρο τον πίνακα της ζωής-πριν-από-το-δικαίωμα ψήφου-και-πριν-από το-δίπλωμα-οδήγησης, πίνακας που, λόγω της πολυτιμότητάς του, είναι τοποθετημένος στην πιο σκοτεινή κρύπτη του λαβυρίνθου της ζωής.


Ποια είναι η δική σου πεποίθηση που άφησε τον τόπο όπου μεγάλωσες και σε ακολουθεί παντού; Μ;

2.6.06

Αλλιώς ο ευφυής

- Εντάξει, ώρες ώρες γίνεται παράλογα επιθετικός, αλλά είναι έξυπνος, ευφυής, πώς το λένε.
- Το λένε βλάκα.