28.12.05

Κι άλλες λίστες

- Αλίκη Βουγιουκλάκη (ειδικά με πλατύγυρο καπέλο να τραγουδάει: «Μες σ' αυτή τη βάρκα είμαι μοναχή...» - όταν ήμουνα μικρή, τα καλοκαίρια, έβαζα ένα ψάθινο καπέλο με κορδέλα, έγερνα το κεφάλι και το τραγουδούσα, με τη σκέψη μου στο Γιώργο από την έκτη δημοτικού, που περπατούσε με τα πέλματα στραμμένα προς τα μέσα· εξαιτίας του πρώτου αυτού πλατωνικού έρωτα, ο αρχετυπικός ιππότης με το λευκό άλογο βαφτίστηκε Γιώργος στο μυαλό μου - ενδεχομένως βέβαια στη βάφτιση να βοήθησε και ο συνειρμός με τον Άι-Γιώργη, που κάθεται σε άλογο), Ελένη Φιλίνη, Μαρία Αλιφέρη, Πάμελα Άντερσον, Λιάνα Κανέλλη, Κρίστεν από την Τόλμη και γοητεία.

- Γιάννης Πάριος (όχι μόνο από Τα Νησιώτικα), Πάνος Μιχαλόπουλος (τον θεωρώ ταλέντο που πήγε χαμένο λόγω τραγικά λανθασμένων επιλογών - το ανάλογο του Γιώργου Κωνσταντίνου μιάμιση δεκαετία μετά, ο οποίος επίσης μου αρέσει, μάλλον γιατί μου θυμίζει το ήμισυ του μπαμπά μου· το άλλο ήμισυ μου το θυμίζει ο Λάμπρος Κωνσταντάρας - ο μπαμπάς μου δηλαδή είναι ένας ψηλόλιγνος με στομάχι και γαλανά μάτια, για να μείνουμε στην ασφάλεια της περιγραφής του φιζίκ), Πασχάλης, Στέλιος Καζαντζίδης, Νίκος Δαδινόπουλος.

Παλιά (από δεκαετία '80 κ.εξ.) είχα πείσει τον εαυτό μου ότι τους περιφρονούσα, επειδή, αν τους υποστήριζα, θα έτρωγα πολλή χλεύη στη μάπα από το φιλικά προσκείμενο στη διανόηση οικογενειακό μου περιβάλλον, και δεν είχα το σθένος να την αντιμετωπίσω. Τώρα που, ερχόμενη σε επαφή με βαθύτερα κομμάτια του εαυτού μου, αποδέχομαι το ότι μου αρέσουν (με διάφορους τρόπους), πάλι αποφεύγω να το δηλώνω, γιατί (αν και παραδέχομαι ότι ευνόησε τη διαδικασία αυτογνωσίας μου η μόδα του καλτ και του τρας) φοβάμαι ότι οι άνθρωποι θα με θεωρήσουν απλώς θύμα του τρεντ. Παλιοζωή.

- Αντιθέτως, με άφηνε και με αφήνει παγερά αδιάφορη η Μαντόνα (όχι τα τραγούδια της, αλλά ως περσόνα - ποτέ π.χ. δε θα έβαζα αφίσα της στον τοίχο, άλλο που όταν ήμουν μικρή είχα βάλει - ήταν στιλιστικό το θέμα: η απρόμαυρη φωτό της Μαντόνα από το True Blue που μοιάζει με τη Μέριλιν ταίριαζε με την απρόμαυρη καρτ ποστάλ της ίδιας της Μέριλιν, που είχα κρεμάσει πάνω δεξιά στον τοίχο, σε κόκκινο φόντο, με ματ τζάμι). Αυτό κι αν είναι δύσκολο να το ξεστομίσω τη σήμερον ημέρα.

UPD: Μου αρέσει ο Γιώργος Νταλάρας. ΚΑΙ ο Τζίμης Πανούσης.

24.12.05

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ



Στη γειτονιά μου ζει μια ηλικιωμένη κυρία που μένει μόνη της, με το σκύλο και τη γάτα της, και, επειδή δεν έχει οικογένεια και νιώθει ότι δε θα ζήσει για πολύ ακόμα, αναζητά κάποια ορφανή κοπέλα για να μείνει μαζί της και να τη φροντίζει, κληρονομώντας, σε αντάλλαγμα, τα υπάρχοντά της. Απευθύνθηκε ήδη στο Χαμόγελο του Παιδιού, όπου, όμως, της ζήτησαν να κληροδοτήσει τα υπάρχοντά της στο ίδρυμα. Γνωρίζει μήπως κάποιος από σας μέσω ποιου ιδρύματος ή άλλου οργανισμού μπορεί να βρει μια ψυχοκόρη; Επικοινωνήστε, παρακαλώ, αν έχετε οποιαδήποτε σχετική ιδέα.

Καλά Χριστούγεννα σε όλους σας - εύχομαι να βρίσκετε πάντα αγάπη μέσα σας και πολλούς τρόπους να την προσφέρετε στους πλησίον σας.

21.12.05

Σονέτο 1 - «Το κλείσιμο του τεύχους»

Αίθριο έρημο, σωλήνες φθορισμού που τρεμοσβήνουν,
τα περιμετρικά γραφεία όλα κλειστά, μόνο γιρλάντες
μ' ευχές «Καλή Χρονιά» που κρέμονται στις πόρτες με τις πάντες
(οι διευθυντές βροντάν, χαλάν τα σελοτέιπ σαν τις κλείνουν).

Δυο τρεις συντάκτες με delivery την πείνα απαλύνουν,
κάποια ξινή τσιρίζει:
«Ακόμα να προσθέσεις τις λεζάντες;»
κι εγώ, στο τελευταίο ταξίδι μου να μη φυσά λεβάντες
προσεύχομαι: η Σαλαμίνα, οι κουτσομούρες μού τη δίνουν.

Απότομα, χτυπώντας το τακούνι μου, πετιέμαι πάνω,
στο διάλο οι κούπες με τους ντεκαφεϊνέ πικρούς καφέδες,
ένα βολάν της φούστας μου ανεμίζει σαν πανί σοφράνο,

φέρτε γαρίφαλα, τ' απομεινάρια του μπουφέ να ράνω
της σύσκεψης της πρωινής, με ντιπ, καβούρι και κεφτέδες...
Εκεί να βρω προσμένω κάτι σε γλυκό... Να! Κουραμπιέδες!

Πήγασος (4Ω)






Φωτό: συμμαθητής Νίκος

16.12.05

Overheard*

Στο τρένο:

-Ο Ντάνυ δε είναι για την εκδήλωση το βράδυ; [...] Χαιρετίσματα στο Φρέντυ, αν είναι δίπλα σου...
(Ψηλός γκριζομάλλης στο κινητό.)

-Γιατί δεν κάνεις έναρξη εταιρείας αλλού και μετά να τη μεταφέρεις στο χώρο το δικό σου...
(Μέτριου ύψους γκριζομάλλης στο κινητό.)

-Θα σου πρηστεί! Δε θα μπορείς να περπατήσεις! Θα πάμε στο φαρμακείο!
(Δυο κορίτσια που κάθονται σε αντικριστά καθίσματα.)

-Στην κιβωτό του Νώε υπήρχανε κότες; Αν υπήρχανε, τότε η κότα έκανε το αυγό!
(Φασαριόζικη παρέα γυμνασιόπαιδων με σιδεράκια.)

-Έξι τετρακόσια έδωσα, κύριέ μου.
-Εγώ εννιά εκατομμύρια. Αλλά πήρα σουίτα.
-Ααααα, έτερον εκατέρωθεν, που λέει. Το ΙΚΑ πληρώνει μόνο τρίτη θέση.
(Καλοστεκούμενος ηλικιωμένος και ταμπεραμεντόζα ηλικιωμένη με ρώσικο καπέλο.)

*Copyright: yk - αφιερωμένο.

12.12.05

«Μωρό» να πεις τη θεια σου

Δε νομίζω ότι θα μπορέσω να ακούσω άλλη φορά τις λέξεις «μωρό» και «μωράκι» σε θέση αγαπησιάρικης προσφώνησης χωρίς να λερώσω την εμετοσακούλα μου. Και δε νομίζω ότι είμαι η μόνη. Έτι δε, τείνω να πιστέψω ότι το συλλογικό ψυχικό τραύμα από τη λαίλαπα του μεταφρασμένου «baby» είναι εν πολλοίς υπεύθυνο για την υπογεννητικότητα στην Ελλάδα.

Το τραγικό της υπόθεσης είναι ότι κι εγώ έτσι αποκαλώ τα αγόρια π' αγαπώ. «Τι κάνεις, ρε μωρό;», «Πιο βαθιά, μωρό μου», «Καληνύχτα, μωράκι» (το τελευταίο μόνο σε SMS - αν χρειαστείς έξτρα εμετοσακούλα, θα το καταλάβω). Αυτά την ίδια στιγμή που «μωρό» αποκαλεί η συνάδελφος τη συνάδελφο, η τηλεπαρουσιάστρια τον τηλεθεατή, η ντίβα τον κομμωτή - και η μάνα το παιδί, βέβαια.

Ποιες είναι όμως οι εναλλακτικές μου;

Το «αγάπη» απορρίπτεται, γιατί, εκτός του ότι έχει κι αυτό θητεία σε χώρους όπου το ευγενές συναίσθημα δεν ευδοκιμεί (π.χ. «όχι, αγάπη μου, δε θα σου κάνω τη χάρη» είπε ο μπλόγκερ στον ανώνυμο σχολιαστή) , φέρνει στο νου το ανέκδοτο-καταπακτή «αγάπη, φέγε μου ένα ποτήγι νεγό». Το «μανάρι», εκτός από άκομψο και ξεπερασμένο (φρονώ ότι πήγε να επικρατήσει λίγο πριν από την επέλαση του «μωρού»), προσωπικά μου θυμίζει «θρεφτάρι», «μοσχάρι» και τη σόκιν ρήση «μανάρα μου, τα ροδομάγουλά σου», που έχω ακουστά. Το «κουκλάκι», το οποίο είχε προτείνει η Μαλβίνα Κάραλη, είναι μεν νόστιμο, ωστόσο έχει κι αυτό το μειονέκτημά του: θυμίζει το πορνοεστιατόριο Κουκλάκι, όπου το πιάτο της ημέρας μπορεί και να είναι «Οργασμός με λευκή σάλτσα μανιτάρια», ξέρω γω.

Με τον παλιό μου φίλo που τον έχω χάσει (όχι το Γιώργο Θαλάσση) οι προσφωνήσεις ξεπηδούσαν από το στόμα μας σαν πίδακες νερού σε φρέσκια γεώτρηση (και δεν επαναλαμβάνονταν για δεύτερη φορά). Όμως πολύ αμφιβάλλω αν μπορεί να συλλάβει και να εκτιμήσει ο πασαένας το εκτόπισμα τρυφερότητας σε φράσεις σαν τις «ντουσιέρα μου», «μουσακά μου», «μικρό μου Κιλιμάντζαρο», «ροφέ μου εσύ», «σουβλακερί μου όμορφη» κοκ.

Είμαι σε αδιέξοδο, λοιπόν. Ουαί, γιατί, αν έλυνα αυτό το πρόβλημα, θα δημιουργούνταν ένα ντόμινο που θα έλυνε οριστικά και όλα τα προβλήματα του κόσμου.

7.12.05

Ξεκαθάρισμα

- Τα 'χεις φτιάξει με τον "<$Όνομα$>";
- Όχι. Είμαστε απλώς εχθροί.

3.12.05

ΣΟΚ

Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.
Γυαλιά, κλειδιά, τσιγάρα, αναπτήρας, πορτοφόλι, κινητό.

Γιατρέ, επαναλαμβάνει αυτές τις λέξεις με αυτήν ακριβώς τη σειρά από τη στιγμή που τη βρήκαμε, δεν έχει σταματήσει λεπτό. Στο λόφο του Στρέφη, στο θεατράκι, ξαπλωμένη σε μια κερκίδα. Ναι, μόνη. Μπα, δε μας φάνηκε να είχε πάρει κάτι. Ούτε μύριζε αλκοόλ. Ανοίξαμε την τσάντα της, όλα καθωσπρέπει, και ήταν καλά ντυμένη, την είδατε. Μήπως τη χτύπησε κάποιος; Την εξετάσατε; Έχει σημάδια; Α, και στο χέρι της κρατούσε αυτό εδώ το προσκλητήριο.

1.12.05

The new «little shots of hapinness»

Από τότε που πέθανε το αγαπημένο μου little shots of happiness, ένα άλλο μπλογκ έχει πάρει τη θέση του στην καρδιά μου (ε, η μπλογκοζωή συνεχίζεται, yk) . Παρ' όλο που ανήκει σε μη εργαζόμενη μαμά με δύο παιδιά που ζει στην Καλαμάτα και η θεματολογία του είναι κυρίως η ζωή στο πλαίσιο της οικογένειας, έχει το ίδιο εφέ πάνω μου με τις πνευματώδεις ιστορίες του yk, ενός ανθρώπου που περπατούσε πάνω κάτω την Αθήνα μέρα νύχτα (και που στο μυαλό του οι λέξεις «παιδιά» και «κόλαση» δεν ήταν και τόσο μακριά μεταξύ τους). Το εφέ, λοιπόν, είναι κάτι σαν το εξής: Πες πως είμαι βότσαλο που κάποιος με ρίχνει στη θάλασσα. Η στιγμή που βρίσκω την επιφάνεια του νερού είναι η στιγμή που ανοίγω το μπλογκ. Από κει και πέρα, το νερό ζωηρεύει τα χρώματά μου και η ταχύτητα της πτώσης μου ανακόπτεται. Πέφτω αργά, αθόρυβα, ανάμεσα σε παλινδρομούντα θαλάσσια φυτά, προς ένα βυθό πλούσιο και ωραίο.

Στο Στο άπειρο κι ακόμα παραπέρα της φίλης μου Στέλλας, συζύγου του παλιού μου φίλου και υπέροχου ανθρώπου Κωνσταντίνου, και σε ποστ όπως τα «Άτιμα τα θηλυκά», «Το πάρτυ», «Ελικρίνεια», «Η μέρα της ζημιάς» κτλ. ή σε φωτογραφίες όπως αυτές των παιδιών με τις μεταμφιέσεις, υπάρχει το είδος της απλότητας που σε αφήνει χορτασμένο, μ' ένα ποτήρι μισογεμάτο στο χέρι.