28.7.05

Τη μέρα (νύχτα ήταν) που πέθανα

«Λυπάμαι, Φιλ, δεν μπορώ να σε βοηθήσω».

Η Γκρέις είχε παραμείνει όμορφη και κομψή όπως παλιά, μόνο που τώρα ντυνόταν πιο ακριβά κι είχε αποκτήσει μανία με τα καινούρια κινητά τηλέφωνα. Ήθελε να 'χει πάντα το τελευταίο στέιτ οφ δι αρτ μοντέλο. Το άλλο χούι που είχε αποκτήσει ήταν το κόλλημα με την υγιεινή διατροφή, την ολιστική ιατρική και τη γιόγκα. Έλεγχε πλήρως τον εαυτό της, το μυαλό της, τα αισθήματά της και τις κινήσεις της, κάτι που ερχόταν σε αντίθεση με τις παλιές της, πιο χύμα συνήθειες.


«Ειλικρινά, δε το πιστεύω, Φιλ. Πώς ήρθες μετά από τόσα χρόνια από τη Νέα Υόρκη στο Πόρτλαντ για να μου κάνεις ερωτική εξομολόγηση, αφήνοντας τη γυναίκα σου και τα τρία παιδιά σου, λέγοντάς τους, όπως και στους υπαλλήλους σου, ότι πας στο Χονγκ Κονγκ για δουλειές; Ή με δουλεύεις χοντρά ή είσαι τελείως τρελός. Το ότι φιληθήκαμε μια φορά στο γυμνάσιο κι ότι έβαλες το χέρι σου για λίγο μέσα απ’ το εσώρουχό μου δε λέει τίποτα, Φιλ. Νομίζω ότι το καταλαβαίνεις. Τζίζους, ανμπιλίβαμπολ».


Το μπλε Νόβα του ’75 με την άσπρη μουσαμένια σκεπή έτρεχε με εβδομήντα μίλια την ώρα μες στη βροχή. Στο πίσω κάθισμα ένα άδειο μπουκάλι Σάουθερν Κόμφορτ μέσα σε μια καφετιά χαρτοσακούλα, στο κάθισμα του συνοδηγού ένα μισοάδειο (ή μισογεμάτο) Τζακ Ντάνιελς. Στο μπροστινό ντουλαπάκι ένα μισογεμάτο (για το Φιλ μισοάδειο) σακουλάκι με μαριχουάνα. Στην τσέπη του πουκαμίσου του Φιλ δυο πακέτα χαρτί για στρίψιμο. Το ραδιόφωνο έπαιζε τις τελευταίες ξενέρωτες κάντρι επιτυχίες, διακοπτόμενες από τη φωνή ενός γελοίου, ευτυχισμένου τύπου που μίλαγε επί παντός επιστητού, από τον αυριανό καιρό μέχρι το γκραντ όπενινγκ του νέου πολυκαταστήματος στο Σέιλεμ την Κυριακή.


«Εντάξει, Φιλ. Ας υποθέσουμε ότι σε πιστεύω. Πραγματικά, ήσουν πάντα καλός τύπος. Λίγο ξενέρωτος, αν θες την αλήθεια, μια που εμένα μ' άρεσαν οι πιο δυναμικοί άντρες, αλλά βασικά εντάξει τύπος. Τώρα τι θες; Τι πραγματικά μου ζητάς; Είσαι σοβαρός; Δεν μπορεί να μην καταλαβαίνεις ότι είμαστε σε δύο εντελώς διαφορετικές φάσεις ζωής. Και, οκέι, ας πούμε, το θεωρώ πολύ πιθανόν να σου 'χει μείνει ένα απωθημένο με μένα. Να το σκεφτώ. Επειδή εσένα σ' εμπιστεύομαι, θα μπορούσα να το σκεφτώ να κάνουμε σεξ μήπως σου φύγει αυτό το απωθημένο. Αλλά εσύ μου ζητάς κάτι άλλο, Φιλ. Το καταλαβαίνεις; Δε γίνεται. Λυπάμαι, Φιλ, δεν μπορώ να σε βοηθήσω».


Η μουσαμένια οροφή είχε τρυπήσει και η βροχή έπεφτε μέσα στ’ αμάξι και πάνω στη μύτη του Φιλ. Ο Φιλ προσπαθούσε να πιάσει κάνα σταθμό της προκοπής. Για καλή του τύχη, πέτυχε τον εναλλακτικό σταθμό του πανεπιστημίου. «Και τώρα, αγαπητοί φίλοι, ας ακούσουμε κάτι απ' τα παλιά. Απ' το 1969. Οι Colosseum, μέσα απ’ το άλμπουμ
Valentyne Suite». Ο Φιλ άναψε το τσιγάρο με τη μαριχουάνα που είχε φτιάξει μόλις άφησε την Γκρέις έξω απ’ το σπίτι της και ήπιε άλλη μια γουλιά από το Τζακ. Ο Τζον Χάισμαν και οι Colosseum τραγούδαγαν: «When the night wind cries / Οn the bloodred feathers / Containers groan / As they come together / And the loaded roadsigns / They point to never / Don’t let it sleep. Don’t let it fall asleep».

Ο Φιλ είχε φτιαχτεί κανονικά. Καταλάβαινε πάντως ότι έπρεπε να ξαποστάσει κάπου. Είχε προσέξει δυο πινακίδες για το πανδοχείο Θρι Σίξερς, κι όταν είδε και την τρίτη, που τον οδηγούσε δεξιά μέσα σ’ ένα χωματόδρομο, έστριψε για κει. Αισθανόταν κουρέλι. Το όλο ταξίδι του κι ό,τι κι αν επιζητούσε απ' αυτό ήταν μια πλήρης αποτυχία. Η Γκρέις δεν μπόρεσε να ξεφύγει απ' τα γυναικεία κλισέ κι όλες τις γαμημένες θηλυκές ταξινομήσεις. Ο σύζυγος, ο εραστής, ο άνθρωπος για τα θελήματα, το κορόιδο, ο αιθεροβάμων, ο μάτσο, ο σωστός, ο πρόστυχος. Όσο για τις σχέσεις; Αυτές κι αν είναι απολύτως ταξινομημένες στο γυναικείο μυαλό. Ή θέλεις οικογένεια, κύριε, ή απλά τσιλιμπουρδίζεις.


Το Νόβα τρανταζόταν τρέχοντας πάνω στο χωματόδρομο. Η νύχτα ήταν θεοσκότεινη χωρίς φεγγάρι. Δεξιά κι αριστερά υπήρχε πυκνό πευκοδάσος. Η βροχή έπεφτε τώρα πιο ορμητική. Ο Φιλ, μέσα στη ζάλη του, προσπαθούσε να καταλάβει τι του συνέβαινε. Καταλάβαινε ότι η Γκρέις, στην τελική, είχε τα χίλια δίκια. Όμως κι αυτός δε δικαιούνταν μια γαμημένη αγκαλιά; Τόσο παράλογο ήταν; Τόσο γαμώ τα εναλλακτικά έθιμα ήταν αυτό; Μια αγκαλιά. «Μήπως είμαι αφόρητα μαλάκας τελικά; Μήπως έχω πάθει καμιά γαμημένη γεροντική άνοια; Τόσο πολύ κοστίζει μια αγκαλιά; Ναι, σίγουρα, οι υπάλληλοί μου, αν ξέρανε τι ήθελα, θα λέγανε ότι είμαι γκέι».


Τώρα το Νόβα πήγαινε του σκοτωμού μέσα στη νύχτα, τη βροχή και το χωματόδρομο. Ο Φιλ κάπνιζε, έπινε και έβριζε την τύχη του. Το ότι «δε δικαιούνταν» να τα βάζει με την τύχη του, όντας μέσα στους τοπ φάιβ χάντρεντ του Φόρτσιουν Μάγκαζιν, του την έδινε ακόμη περισσότερο. Στο ραδιόφωνο έπαιζαν τώρα οι Animals και το
Don’t let me be misunderstood. Αναμενόμενο ήταν ότι ο Φιλ, ο οποίος το τελευταίο πεντάλεπτο οδηγούσε με κλειστά τα μάτια, δεν πήρε την τελευταία πολύ κλειστή στροφή πριν το Θρι Σίξερς σωστά και άρχισε να ξεφεύγει και να κατρακυλάει σε έναν απ' τους γκρεμούς της οροσειράς Κασκέιντ. Ο Έρικ Μπάρντον ίσως πρώτη φορά ακουγότανε τόσο δυνατά μέσα σ' ένα Νόβα που ήταν στον αέρα κι έπεφτε στον γκρεμό. «I’m just a soul whose intentions are good / So please don’t let me be misunderstood».

Ακούστηκαν ίσως και δέκα δυνατοί κρότοι -κι ένας τελικός ολικός- από λαμαρίνες που έπεφταν με ορμή πάνω στα βραχώδη εδάφη καθώς το Νόβα χτυπούσε στα διάφορα επίπεδα των Κασκέιντ. Προσγειώθηκε ανάποδα με τις ρόδες να γυρίζουν, ο Έρικ Μπάρντον ακόμη τραγουδούσε κι εγώ, ο Φιλ, είχα εκσφενδονιστεί έξω απ' το αμάξι, πάνω σ’ έναν κορμό δέντρου. Καταλάβαινα τι είχε συμβεί, αλλά και τι επρόκειτο να συμβεί. Μούδιασμα σ' όλο το σώμα, οι αισθήσεις μου μ' εγκατέλειπαν, τα μάτια μου κλειστά. Παραδόξως, αισθανόμουν μια αγκαλιά. Ίσως όχι αυτή που ποθούσα, αλλά πάντως μια αγκαλιά. Είχα κοκαλώσει. Δεν μπορούσα να κινηθώ, να κάνω τίποτα. Λίγο πριν χάσω οριστικά τις αισθήσεις μου, άκουγα τα λόγια της Γκρέις, καθώς, παράλληλα, περιεργαζόταν το καινούριο κινητό της. «Λυπάμαι, Φιλ, δεν μπορώ να σε βοηθήσω». Τότε ήταν που το αίμα έτρεξε απ' το στόμα μου.



Not a brain wave by l' esprit de l' escalier:
A message by chill-the-blood-to-warm-the-soul.

27.7.05

It never happens












-Having a tough day?
-Well, you know, disastrous.

24.7.05

Ego is the yeast*


Προλαβαίνεις να θαμπωθείς στην αναδρομική του Λουκά Σαμαρά μέχρι την ερχόμενη Κυριακή.

*Το εγώ είναι προζύμι - Λ. Σαμαράς

23.7.05

About me

Μου άρεσε πολύ η καταχώριση του yk (έχουν κάνει κάτι παρόμοιο δυο τρεις μπλόγκερ ακόμη) και γι' αυτό βρήκα τις λέξεις-κλειδιά και για την αναζήτηση του δικού μου μπλογκ. Σε αντίθεση με τη σουρεαλιστική εικόνα που προέκυψε στην περίπτωση του yk, η δική μου αποκαλύπτει, πιστεύω, ένα ομοιογενές προφίλ.

«Συνταγή για βάφλες», «τρώω σπέρμα» και «ΝΥΦΙΚΑ 2005» - τι άλλο θα μπορούσαν να με κάνουν όλα αυτά, αν όχι μια μπλόγκερ για σπίτι;

22.7.05

Εσύ πόσες λέξεις γράφεις ανά ρυτίδα;

Άλλοι άνθρωποι γράφουν χωρίς να ζορίζονται και το κείμενο τρέχει σαν νεράκι από τα δάχτυλά τους, άλλοι, πάλι, παιδεύονται τρεις μέρες για να φέρουν στον κόσμο 300 λέξεις.

Άλλες γυναίκες γεννάνε μέσα σε δέκα λεπτά και μετά σου λένε πως ούτε που το κατάλαβαν, άλλες, πάλι, κοιλοπονάνε ώρες ολόκληρες και κάνουν ευρυαγγείες απ' το σπρώξιμο.

Οι άνθρωποι που γράφουν με άνεση δε σημαίνει ότι είναι πιο ταλαντούχοι, όπως ακριβώς οι γυναίκες που γεννάνε εύκολα δε σημαίνει ότι είναι καλύτερες μανάδες.

Είναι έτσι ή έχω δίκιο;

16.7.05

O πανδαμάτωρ...


25 μήνες παιδεμός, και ένιωσα πόσο τόπο μπορεί να πιάσει ο χρόνος που περνάει.
Goodbye, Κρόνε, see you again in the year 2032.

14.7.05

Το κοινό της Επιδαύρου...

...αποτελείται από:

Τους γείτονες. Είναι οι κάτοικοι των γύρω δήμων, που πάνε σε μια θεατρική παράσταση με τη φυσικότητα που θα πήγαιναν σε μια ψαροταβέρνα. Αλλάζουν στο πάρκινγκ του θεάτρου μετά το μπάνιο στη θάλασσα, τινάζουν την άμμο από τα πέδιλα έξω απ' το αμάξι, παίρνουν τα παιδιά απ' το χέρι κι ανηφορίζουν κρατώντας τα μαξιλαράκια τους. Τους θεατρόφιλους και διανοούμενους που κατεβαίνουν από την Αθήνα. Είναι ενημερωμένοι πλήρως για τη διανομή και τους συντελεστές της παράστασης. Έχουν παρακολουθήσει την πορεία του σκηνοθέτη. Έχουν άποψη για τη μετάφραση του αρχαίου κειμένου που έχει επιλεγεί. Τους φοιτητές. Του Θεατρολογικού ή άλλων σχολών και τμημάτων, συνδυάζουν το θέατρο με Σ-Κ εκδρομή. Κατεβαίνουν κατά ομάδες, παρέα με άλλες νεανίζουσες δυνάμεις. Αγοράζουν το πρόγραμμα της παράστασης. Τους ταξιδιώτες που επισκέπτονται για πρώτη φορά την Επίδαυρο. Κάθονται στη πέτρα τους με δέος. Μερικές φορές δακρύζουν την ώρα που πέφτει ησυχία κι ακούγονται μόνο οι γρύλλοι και τα τζιτζίκια, την ώρα που οι μανδύες του χορού σέρνονται αργά προς την ορχήστρα μες στο σούρουπο. Τους ξένους. Βρέθηκαν σε κοντινό ελληνικό έδαφος και εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία να δουν από κοντά το διάσημο αρχαίο θέατρο. Δεν καταλαβαίνουν ελληνικά και απάνια γνωρίζουν την υπόθεση του δράματος. Παρακολουθούν την παράσταση ακούνητοι. Τους κοσμικούς. Φοράνε καλοσιδερωμένα ρούχα, ακριβά κοσμήματα και έντονα αρώματα. Κάθονται στο διάζωμα με τα μαξιλαράκια και χαιρετάνε με χαμόγελα τους διπλανούς τους. Μετά την παράσταση πηγαίνουν στα καμαρίνια για να συγχαρούν τους ηθοποιούς.

Αυτή η σύνθεση είναι που φτιάχνει το καλύτερο, το πιο πλήρες κοινό που που μπορεί να χαρεί μια παράσταση και που οδήγησε στο αυθόρμητο χειροκρότημα μετά τον άψογο μονόλογο του Άγγελου-Βασίλη Χαραλαμπόπουλου στις Βάκχες του Εθνικού.

Τις ως επί το πλείστον θετικότατες κριτικές για την παράσταση (καθημερινή, αθηνόραμα, τα νέα) αντισταθμίζω λέγοντας ότι: α) ο Πενθέας-Ιερώνυμος Καλετσάνος πόρρω απείχε από το να βγάλει την ύβρι που οδήγησε στην οργή του Διόνυσου, β) ο Sine qua non χορός μπορεί να χόρευε ωραία, αλλά όταν μιλούσε ήταν λες και διάβαζε οτοκιού χωρίς πρόβα, γ) χρήσιμη η τέχνη του χορού και οι (εκπληκτικοί) φωνητικοί αυτοσχεδιασμοί της Γιαννάτου για την απόδοση της μανίας και της έκστασης, αλλά τι να τα κάνεις αυτά άμα δε σε βάζουν πρώτα σε μουντ διονυσιασμού οι ερμηνείες, δ) το λευκό χρώμα της σκηνής δεν κόλλησε με τη μέθη και την παραφορά, που απαιτεί φλογερά κόκκινα - δεν έχουμε να κάνουμε με ψυχασθένεια εδωπέρα, ε) (σημαντικό ελαφρυντικό:) οι Βάκχες είναι από τα πιο δύσκολα στο να φτάσουν στο σημερινό κοινό δράματα, δεδομένου ότι η έννοια του διονυσιασμού είναι ξένη σε μας σήμερα (πόσο μάλλον που δεν υπάρχουν πια τα ρέιβ πάρτι στα Οινόφυτα).

13.7.05

Why don't you call me


Φωτό l' esprit de l' escalier

(Σε αυτό το μπλογκ θα δημοσιεύονται και γραπτά του
chill-the-blood-to-warm-the-soul, με αρχή αυτό εδώ.)

Τόπος: Πλανήτης Γη, παλιά ελληνική επικράτεια.

Χρόνος: Ένας χρόνος μετά τη Μεγάλη Έκρηξη που προκάλεσε το τίναγμα των φτερών μιας πεταλούδας στο Πεκίνο και ισοπέδωσε το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη και ιδιαίτερα τη βαλκανική χερσόνησο.

Η Σέριφος και τα άλλα νησιά του Αιγαίου έχουν ενωθεί (τι κρίμα) με την στερεά Ελλάδα. Έντονοι καπνοί βγαίνουν απ' το έδαφος, η γη κοχλάζει. Λιωμένα καλώδια και πίσσα καλύπτουν τους άλλοτε δρόμους και εκβάλλουν σε διάσπαρτες λακκούβες από νερό.

«Καθηγητά Οπενχάιμερ, από δω».

Μια ομάδα ερευνητών απ' το πανεπιστήμιο του Ιλλινόις, την περιοχή που υπέστη τις λιγότερες απώλειες από τη θερμική έκρηξη, επισκέπτεται το χώρο της παλιάς πόλης των Αθηνών. Η ομάδα μπήκε σ' ένα κατεστραμμένο κτίριο και εντόπισε έναν ακόμη νεκρό. Παρότι σε κατάσταση αποσύνθεσης, ήταν από τα καλύτερα διατηρημένα πτώματα που είχαν βρεθεί. Υπήρχαν κάποιες τρίχες στο κρανίο του, ακόμη και δέρμα και μύες σε ορισμένα σημεία του σώματός του. Η στάση του ήταν χαρακτηριστική: καθόταν, με το βλέμμα στραμμένο σε μια αρχαϊκή συσκευή τηλεφώνου.

«Λοιπόν, τι λέτε, κύριε καθηγητά;»

«Είναι προφανές. Ο άνθρωπος αυτός δεν βγήκε έξω να δει τι γίνεται με την έκρηξη. Πρέπει να ήταν απασχολημένος και ιδιαίτερα συγκεντρωμένος σε αυτό που έκανε. Ίσως περίμενε ένα σημαντικό τηλεφώνημα. Βεβαίως, το γεγονός ότι διατηρήθηκε σε καλή κατάσταση δεν οφείλεται στο ότι παρέμεινε εντός κλειστού χώρου».

«Αλλά;»

«Πρόκειται για μια ακόμη επιβεβαίωση της επιστημονικής υπόθεσής μου, αγαπητέ δόκτωρ Μπράουν, και ελπίζω αυτή τη χρονιά να μου απονεμηθεί το βραβείο Νόμπελ, έστω κι αν δε δίνεται πια στη Σουηδία. Κι εξηγούμαι. Γνωρίζουμε φυσικά, μετά τον Πλανκ και τον Αϊνστάιν, ότι η μάζα είναι μια εξαιρετικά συμπυκνωμένη μορφή ενέργειας. Γνωρίζουμε ακόμη ότι η μεγάλη έκρηξη οφείλεται στο δεύτερο θερμοδυναμικό αξίωμα, δηλαδή σε κάθε κλειστό κύκλωμα ένα μέρος της ενέργειας χάνεται με τη μορφή θερμότητας χωρίς να ξαναγίνεται ενέργεια. Η απώλεια αυτή, που τη λέμε εντροπία, αυξάνει συνεχώς μέχρι να μηδενιστεί και να επικρατήσει πλήρης αταξία και χάος. Εξ ου και η μεγάλη έκρηξη. Όμως ο φίλος μας εδώ, μια σχετικά αυτόνομη μεταβλητή στο ολικό σύστημα των ροών και δικτύων, δεν είχε προλάβει να απολέσει σχεδόν καθόλου ενέργεια. Σαφώς υπήρχε μεγάλη ποσότητα ενέργειας συγκεντρωμένη σε αυτό το σώμα, σε αυτή τη μάζα, που δεν μπόρεσε να αποφορτιστεί, να διοχετευτεί κάπου. Γι' αυτό και το σώμα είναι σχετικά καλοδιατηρημένο, παρά το μεγάλο φόρτο πίεσης που δέχτηκε».

Ο καθηγητής Οπενχάιμερ πλησίασε προς το πτώμα βγάζοντας απ' την τσέπη του ένα ζευγάρι γάντια και μια ΣΑΤΕ (Συσκευή Αναπαραγωγής Τελευταίας Επικοινωνίας), την πρωτοποριακή συσκευή που ο ίδιος άλλωστε, στο πλαίσιο των ερευνών του για τα ενεργειακά πεδία, είχε εφεύρει τα προηγούμενα χρόνια, και τον έκανε διάσημο σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες της Γης. Ανοίγοντας τη ΣΑΤΕ, κάποιοι δείκτες μετακινήθηκαν, ιδιαίτερα όσο ήταν κοντά στο τηλέφωνο. Έντονοι ήχοι ανάδρασης ακούστηκαν, ενώ σε λίγο σχηματίστηκε κι ένας αριθμός, μάλλον ο τελευταίος αριθμός κλήσης του τηλεφώνου. Ήταν ο 6977360057, όπως τον κατέγραψε η ΣΑΤΕ. Ο καθηγητής Οπενχάιμερ προσπαθούσε τώρα να αποκωδικοποιήσει και να μεταφράσει σε λέξεις οποιαδήποτε ηλεκτρομαγνητικά και ενεργειακά πεδία είχαν εγκλωβιστεί στο χώρο γύρω απ' το πτώμα. Οι ακανόνιστοι ήχοι άρχισαν να αποκτούν χροιά και να σχηματίζουν προτάσεις. Μια γυναικεία φωνή έλεγε:

«Δεν μπορώ τώρα. Δεν μπορώ να προγραμματίσω τίποτε. Θα σε πάρω εγώ».

Ο καθηγητής Οπενχάιμερ έστρεψε το ΣΑΤΕ προς το πτώμα. Εδώ, σταδιακά άρχισε να μεταδίδεται όχι κάποια πρόταση, αλλά ένα μουσικό κομμάτι. Μάλιστα το ΣΑΤΕ, με την απίστευτη μνήμη του, μπόρεσε να βρει και να καταγράψει το γκρουπ και τον τίτλο. Ήταν οι Έλληνες Closer και το Wine.

Not a brain wave by l' esprit de l' escalier:
A message by
chill-the-blood-to-warm-the-soul.

10.7.05

Numquam se minus solum quam cum solus esset*

Αν κυκλοφορείς συχνά μόνη σου τα βράδια, έχεις μάθει ότι...

...Οι ταξιτζήδες σε σέβονται περισσότερο απ' ό,τι τη μέρα.
...Οι γιωταχήδες σε σέβονται λιγότερο απ' ό,τι τη μέρα.
...Στο μπαρ, αυτός που κοίταξες κατά λάθος καθώς παράγγελνες το ποτό σου θα έρθει να καθίσει δίπλα σου περιμένοντας να φύγετε μαζί.
...Θα περιμένει να φύγετε μαζί ακόμα κι αν δεν του μιλήσεις.
...Κάποιος θα σε ρωτήσει «Μόνη; Πώς κι έτσι;» κι εσύ θα του κάνεις μια περίληψη του μανιφέστου της μοναχικότητας.
...Στη συνέχεια, μερικοί ακόμα θα σου κάνουν την ίδια ερώτηση σε διάφορες παραλλαγές και με ποικιλία μορφασμών συμπόνοιας, κι εσύ θα πεις ψέματα ότι έχεις ραντεβού.
...Κανείς δε θα προσέξει ότι πήγες μόνη σε ροκ συναυλία.
...Μετά το διάλειμμα στο σινεμά, είναι απίθανο να ξανακάτσεις στην ίδια θέση, γιατί κουβαλάς τα μπαγκάζια σου μαζί σου στην τουαλέτα και δεν έχεις τρόπο να βάλεις σημάδι πού καθόσουν.
...Μετά τη θεατρική παράσταση, θα σε πλησιάσει κάποιο παράξενο πουλί για να σου την αναλύσει, κι εσύ, όσο θα προσποιείσαι ότι το παρακολουθείς, θα αναρωτιέσαι τι δεν πάει καλά μ' αυτό.
...Κατόπιν θα μπεις στον πειρασμό να μαντέψεις πόσοι αναρωτήθηκαν το ίδιο πράγμα για σένα.
...Την επόμενη μέρα θα αναγκαστείς να εξηγήσεις σε κάποιον ότι όταν λες «πήγα» κυριολεκτείς και δεν εννοείς «πήγαμε».
...Το πιθανότερο είναι ότι δε θα τον πείσεις.

*Ποτέ δεν είσαι τόσο λίγο μόνος όσο όταν είσαι μόνος
- Κικέρων

3.7.05

Ορατόριο*

* Σόλο: Antony, Χορωδία: Bloggers, Ορχήστρα: Ήχοι καταιγίδας

Για άλλη μια φορά η Κυριακή, η καλύτερη μέρα της εβδομάδας, μού δείχνει το μεγαλείο της. Το ζεστό νερό της βροχής μουσκεύει τις κουρτίνες, που κάνουν βουτιές στον ουρανό σαν ιπτάμενα νυφικά σε ταινία του Κουστουρίτσα. Άνεμος πανταχόθεν. Ένα ποτήρι πέφτει και τσακίζεται στα μάρμαρα, τα γυαλιά φωτίζονται από μια αστραπή. Όταν πια έρχεται το μπουμπουνητό, το δωμάτιο είναι και πάλι βυθισμένο στο αραιό σκοτάδι του απογεύματος.

Είναι ιδανική ώρα και στιγμή για σεξ, από το είδος που δεν το βρομίζουν αισθήματα και συναισθηματισμοί, το είδος που περιφρονεί τη διαδικασία της σκέψης. Το μεταφυσικό είδος. Το καλύτερο είδος. Υπόκρουση: «You stand above me / Promising death / I lie alone on my side / Bled slippers at my side / While eternity cycles wildly inside me». Μαζί με τη μελωδία.

Το πιο ωραίο μου post είναι comment στο ιστολόγιο του yk και είναι για την ημέρα Κυριακή. Δεν το αντιγράφω εδώ, γιατί μ' αρέσει να ανήκει εκεί όπου γεννήθηκε· βάζω όμως ένα link για να το διαβάσεις και να ευχηθείς στο blog μου, που έγινε μισού έτους, «πάντα τέτοια».

Νέο φάρμακο για την τενοντίτιδα

Υπάρχει η μουσική που σου καταπραϋνει το κλονισμένο σου νευρικό σύστημα, η μουσική που ξεπλένει τον εγκέφαλό σου από τα παράσιτα, η μουσική που βροντοφωνάζει στο θυμικό σου «ξεκόλλα», η μουσική που ξυπνάει τον πολεμιστή που κοιμάται μακαρίως στο υποσυνείδητό σου και πολλά ακόμα είδη, που προκαλούν ενδιαφέρουσες μεταβολές σε διάφορα trigger points του τρίπτυχου ψυχή-σώμα-πνεύμα.

Μέσα σ' όλα αυτά, υπάρχει και το είδος που σου τραβάει τα χέρια προς τα πάνω, προς τα πίσω και διαγώνια, σε αναποδογυρίζει, όπως η σπάτουλα την ομελέτα, για να σου πατήσει τη μέση, σου πιέζει τα γόνατα στο στήθος για να σου ισιώσει την πλάτη, σου στρίβει αριστερά-δεξιά το κεφάλι, σου επιμηκύνει το λαιμό, σε ζουλάει, σε πατάει, σε ισιώνει, με λίγα λόγια σου κάνει την καλύτερη γιγα-διάταση που βίωσες ποτέ.

Σε αυτό το είδος κατατάσσω εγώ τους Tortoise και, αφότου τους άκουσα στο εκπληκτικό Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου, σκοπεύω να εντάξω μια δόση ακρόασής τους ημερησίως στη θεραπεία που κάνω για την τενοντίτιδα. Είμαι σίγουρη ότι θα αποδειχτούν αποτελεσματικοί.