Είμαι στο γραφείο και ψοφάω να πιω έναν καφέ (όταν έπινα καφέ, διότι τώρα τον έχω κόψει, μαζί με τα άλευρα). Για κάμποση ώρα τον λαχταρώ και τον ονειρεύομαι, και τελικά σηκώνω το τηλέφωνο και τον παραγγέλνω. Ο καφές έρχεται, τον ακουμπώ δίπλα στον υπολογιστή μου, αχνιστό και λαχταριστό. Βιώνω μια ευτυχία: ωραία, έχω το καφεδάκι μου δίπλα, είμαι βασίλισσα. Και μισή ώρα μετά... ο καφές είναι ανέγγιχτος. Δεν τον έχω πιει, αλλά είναι εκεί, μπορώ να τον πιω όποτε θέλω. Κι αφού μπορώ να τον πιω όποτε θέλω, δεν έχει και τόση σημασία αν τελικά θα τον πιω.
Η ευχαρίστηση που μπορεί κανείς να αντλήσει από τη δυνατότητα χωρίς να την αξιοποιήσει ήταν γνωστή εδώ και πολλά χρόνια. Το πιο κλασικό παράδειγμα είναι το βασικό επιχείρημα των υπερασπιστών της Αθήνας έναντι της περιφέρειας: "Στην Αθήνα μπορείς να δεις τις καινούριες ταινίες, να πας σε δεκάδες θέατρα, κι αν θελήσεις στις 3.00 το βράδυ καθημερινής να κάνεις στριπτίζ πάνω σε μπάρα, σίγουρα θα υπάρξει ένα πλήθος να σε χειροκροτήσει που δεν αποτελείται αποκλειστικά από φαντάρους και φοιτητές". Ωστόσο, κάποτε αυτού του είδους το επιχείρημα δεν το έτρωγαν εύκολα οι άνθρωποι με πρακτικό πνεύμα. Αρκούσε η ερώτηση: "Και πόσες φορές πήγες φέτος στο θέατρο;", για να κομπιάσει ο άλλος και να αρχίσει να λέει πράγματα τύπου "Φέτος δεν είχα χρόνο, αλλά τον επόμενο μήνα έχω σκοπό να εισπράττω καθολικό χειροκρότημα λόγω στριπτίζ μία φορά την εβδομάδα". Άντε πες σήμερα, τη διαδικτυακή εποχή, σε κάποιον "Και πόσες φορές μιλάς στο Σούλη όταν τον βλέπεις στο msn" και περίμενε να κομπιάσει. Μάλλον θα σε κοιτάξει σαν αντιδραστικό τεχνοφοβικό.
Το Ίντερνετ μας καλόμαθε να έχουμε απεριόριστες δυνατότητες και μας απάλλαξε από το ενδιαφέρον να τις αξιοποιήσουμε. Βλέπω το Σούλη στο msn, τον αισθάνομαι δίπλα μου, δε χρειάζεται να του μιλήσω κιόλας. Του τάδε σκηνοθέτη που μ' άρεσε δεν ξέρω τη φιλμογραφία, αλλά όποτε θέλω μπαίνω στο imdb και τη μαθαίνω, οπότε καλύφθηκα. Τις ειδήσεις του κόσμου τις έχω πρόχειρες, στο google news, ένα κλικ δρόμος, σαν να τον έκανα νιώθω. Το Ίντερνετ έδωσε πόντους στη σημασία της δυνατότητας, την αναβάθμισε σε ξεχωριστό (αχανές) στάδιο, από συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο "θέλω" και στο "κάνω" που ήταν. Και η νέα, αυτάρκης δυνατότητα εποίκισε ολόληρο τον υπολογιστή. Έτσι, τα χιλιάδες τραγούδια που κατεβάσαμε ίσως και να μην τα ακούσουμε ποτέ - αρκεί που έχουμε άμεση πρόσβαση στο φάκελο Η μουσική μου.
Λίγη τριβή με το λογαριασμό του τηλεφώνου που χρεώνει "συνομιλία με τρεις" (γιατί ίσως κάποια φορά να θελήσουμε οι φίλες να κουτσομπολέψουμε σε "απαρτία"), με τη φωτογραφική μηχανή που μπορεί να τραβάει στα 8,1 Mega Pixel (αλλά εμείς τη ρυθμίζουμε πάντα στα 6), με τη συνδρομή στη Nova (γιατί μπορεί κάποια νύχτα να μας έρθει να δούμε κρίκετ), και εκπαιδευτήκαμε να είμαστε αρχηγοί με το εν δυνάμει στον ψηφιακό κόσμο - τόσο ικανοποιημένοι, που, αν η δυνατότητα που ποτέ δεν αξιοποιήσαμε μάς λείψει, αναστατωνόμαστε σαν να μας στέρησαν μια καθημερινή συνήθεια χρόνων. Και ο φυσικός κόσμος ακολούθησε. Το εν δυνάμει ενδυναμώθηκε και εκεί - τόση συνήθεια πώς να πάει χαμένη; Και κάπως έτσι φτάσαμε στον καφέ, που αρκεί να υπάρχει δίπλα σου για να σε ξυπνήσει.
Αν και αναγνωρίζω τα κακά αυτής της τροπής που πήρε η ζωή, γενικά πολύ με βόλεψε. Σαν άνθρωπος που το 'χει μέσα του να νιώθει αποκλεισμένος, αλλά και σαν άνθρωπος με μια έμφυτη ροπή προς τη νωχελικότητα, λόγω αίσθησης ματαίου, μου ταίριαξε που οι δυνατότητες αναλαμβάνουν πλέον να προσφέρουν το πλήρες της ικανοποίησης. Διότι, ακόμα κι αν δεν κάνω τίποτα απ' αυτά που θέλω, νιώθω πως "τα 'χω". Και, για να "τα 'χω", δε χρειάζεται να κάνω απολύτως τίποτα.
Και κάπως έτσι δε θα γράψω ποτέ τα διηγήματα γύρω από το κοινό θέμα που έχω σκεφτεί - αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.