19.8.05

Herend


H κομψότερη παραδουνάβια πορσελάνη. Γκλινννν...

18.8.05

Γιατί δε στέλνεις στην Ελευθεροτυπία;

Διότι σκέφτομαι σοβαρά την αυτοδικία. Άκου:

1. Μαθαίνω από το πρακτορείο ότι το πλοίο Ανθή-Μαρίνα φεύγει στις 12 το βράδυ για Πάτμο και υπάρχουν 1000+ εισιτήρια διαθέσιμα. Φήμες λένε ότι πρόκειται για πλοίο που ανήκει στην κατηγορία των σκυλοπνιχτών Ροδάνθη, Δημητρούλα και τα σχετικά. Δε πα να φακ. Εγώ άντεξα ολόκληρο Εφιάλτη στα φιόρδ με το M/S Lofoten. Αποφασίζω να ταξιδέψω.

2. Κάνω αγώνα δρόμου για να πληρώσω λογαριασμούς που λήγουν, να κάνω απόψυξη στο ψυγείο, να βάλω πλυντήριο με τα άπλυτα της Βουδαπέστης, να κάνω αποτρίχωση, μπάνιο, να βρω σκηνή και υπνόσακο, να πακετάρω. Ιδρωμένη, καλώ ταξί στις 11.

3. Φτάνουμε με τον ταξιτζή του Αστέρα στον Πειραιά σε 15 λεπτά και για άλλα 15 κάνουμε βόλτες όλο το λιμάνι για να βρούμε από ποια πύλη αναχωρεί το Ανθή-Μαρίνα, διότι δεν υπάρχει ψυχή τέτοια ώρα πουθενά για να μας πει. Είναι πολύ ρομαντικά.

4. Βρίσκουμε έναν ξεχασμένο λιμενεργάτη που μας υποδεικνύει την πύλη Ε1, λέγοντας ότι το πλοίο δεν είναι εδώ και θα έρθει σε λίγο. Εγώ παραξενεύομαι, διότι ξέρω ότι από κει φεύγουν πλοία για ΒΑ Αιγαίο, όχι για Δωδεκάνησα. Και επίσης δυσανασχετώ, γιατί, αφού το πλοίο δεν έχει έρθει ακόμα, σημαίνει ότι θα φύγει κατά τη 1. Φακ. Τζάμπα άφησα άπλυτα τα ποτήρια για να προλάβω.

5. Φτάνουμε στην Ε1, όπου επικρατεί η απόλυτη ερημιά. Ούτε ποντίκι δεν περνάει. Εγώ, που δε φοβάμαι να περιπλανηθώ μόνη τη νύχτα σε ξένη χώρα με όλα μου τα λεφτά σε μια μπανάνα που κάνε μπαμ, ψιλοστραβώνω που θα περιμένω μόνη μου το πλοίο, το οποίο δε φαίνεται πουθενά. Τέλος πάντων, αποβιβάζομαι και πληρώνω 15 ευρώ.

6. Προχωράω προς το Σταθμό Επιβατών, για να βρω κανέναν να μου επιβεβαιώσει ότι περιμένω στο σωστό σημείο. Οι καθαρίστριες σκουπίζουν, ο σταθμός κλείνει. Ρωτώ να μάθω την αλήθεια (κι όλο μου λένε παραμύθια). Ένας απ' το μαγειρείο σπεύδει να με πληροφορήσει ότι η Ανθή-Μαρίνα φεύγει μεν από την Ε1, αλλά όχι από δω, αλλά από πίσω, κοντά στην Ε2. Μου εξηγεί αναλυτικά πώς να πάω με τα πόδια, αν και δεν είναι και δίπλα. Στο μεταξύ η ώρα είναι 11.40.

7. Παίρνω τηλέφωνο το ραδιοταξί Αστέρας. «Γεια σας, ένας οδηγός σας με πήρε κούρσα από Ανθίμου Γαζή, αλλά είμαι σε λάθος πύλη, μπορεί να γυρίσει, αν είναι εδώ κοντά, γιατί έχω πολλά μπαγκάζια;». Η κοπέλα τον ειδοποιεί και μου λέει να τον περιμένω εκεί που με άφησε. Δόξα σοι.

8. Ο ταξιτζής έρχεται και συνεχίζουμε τη ρομαντική μας αμαξάδα στο λιμένα Πειραιώς, με πιο συγκεκριμένες οδηγίες αυτή τη φορά. Φτάνουμε επιτέλους στο σωστό σημείο, αλλά επειδή πολλά είδαν τα μάτια μας (εκτός από πλοίο), σταματάμε να ρωτήσουμε κι ένα λιμενικό τον οποίο βρήκαμε εύκαιρο πού βόσκει πια αυτό το φάντασμα Ανθή-Μαρίνα.

9. «Το Ανθή-Μαρίνα αναχώρησε στις 8. Η εταιρεία έκοψε εισιτήρια για λάθος ώρα. Αν έχετε εισιτήριο, πηγαίνετε εκεί κι εκεί για να κάνετε διακανονισμό». Συγγνώμη, μπορείτε να επαναλάβετε; «Το και το». Σε ποια εταιρεία ανήκει το πλοίο; «Στην GA Ferries». Στο ένα λεπτό που μιλάμε με το λιμενικό, μαθαίνουν επίσης τα μαντάτα και διάφοροι άλλοι επίδοξοι επισκέπτες της Πάτμου. Δύο ξένες κοπέλες με σάκους στην πλάτη στέκονται σαν χαμένες και προσπαθούν μάλλον να θυμηθούν γιατί απ' όλες τις χώρες του κόσμου διάλεξαν να «ζήσουν το μύθο τους στην Ελλάδα».

10. Με πόνο δίνω εντολή στον ταξιτζή να επαναλάβει την κούρσα προς τα πίσω. Άλλα 9 ευρώ. Με κερνάει τσιγάρο και κουνάει το κεφάλι του. «Εγώ δε φταίω, δεσποινίς». Τι να φταις εσύ, άνθρωπε; Που έχασα τα λεφτουδάκια μου, το χρόνο μου, τη βραδιά μου και το χάι μου; Που θα έχεις ωραία ιστορία να λες στους μελλοντικούς πελάτες; Ή που ο Αγούδημος, ως απατεώνας και τρελός Κεφαλονίτης, και έχοντας πληρώσει μπόλικα πρόστιμα για τις καθυστερήσεις, εμπνεύστηκε, φαίνεται, το σύστημα «πρόωρη αναχώρηση» μπας και ρεφάρει;

Παίζει και να ξαναγυρίσω κεντρική Ευρώπη. Αμέσως μετά την αυτοδικία. (Καπετάν Μάκη και κυρά Ανθή-Μαρίνα, θα βρω πού μένετε.)

6.8.05

Borderline personality disorder

Ή histrionic; Ή paranoid; Ή social anxiety disorder;

Ωστόσο, κάποια απ' όλες θα μπορούσε να προβλεφθεί εγκαίρως:



.
.
.

3.8.05

Στα σκουπίδια

Περπατάω στο μετρό, ανάμεσα σε ανθρώπους που αχνίζουν από τη ζέστη. Βάζω το βιβλίο μου στην τσάντα μου: είναι σπαστικό να διαβάζεις και να πέφτουν σταγόνες ιδρώτα στις σελίδες. Πάω και κολλάω την πλάτη μου σ' ένα μαρμάρινο τοίχο για λίγη δροσιά. Τζάμπα το εξώπλατο μπουζάκι: και τα μάρμαρα ζεστά είναι. Αναμένω λοιπόν σε στάση προσοχής τον επόμενο συρμό και το μάτι μου πέφτει πάλι στη διαφημιστική αφίσα απέναντι.

Φλασμπάκ δέκα χρόνια πριν και βάλε. Εγώ να κατεβαίνω με τα πόδια από το τότε σπίτι μου στο δικό του. Ραντεβού για ταινία, αλλά δεν είναι έτοιμος ακόμα. Ανέβα πάνω. Προλαβαίνουμε καμιά άλλη προβολή; Στο Δαναό τι παίζει; Σκατά, πάλι το χάσαμε το σινεμά. Μιλάμε, χαζεύουμε, κάνουμε πνεύμα. Πίνουμε ουίσκι Canadian club, απ' αυτά που βουτάω όταν δουλεύω promo girl. Η ώρα περνάει. Ανοίγουμε τηλεόραση. Καθόμαστε στο πάτωμα. Βάζουμε και οι δύο τα μαύρα μας γυαλιά. Κανάλι 5. Τα παιδιά της νύχτας. Καλεσμένος πάλι ο Λάσκος. Άλλη μια νύχτα που προοριζόταν για movies και Folie θα περάσει συντροφιά με αριστουργηματική ψυχανάλυση του κώλου. Κανένα πρόβλημα.

Στην αφίσα «Tα παιδιά της νύχτας - they 're back» ο Κώστας Μυλωνάς, δέκα χρόνια μετά και βάλε, είναι περισσότερο εμφανίσιμος, όπως γίνεται σχεδόν πάντα με τους άντρες, κι η Ελεάννα Παγουρά λιγότερο εντυπωσιακή, όπως γίνεται σχεδόν πάντα με τις γυναίκες. Ωστόσο, η γοητευτική βλακεία που αποπνέουν είναι ίδια κι απαράλλαχτη, και γι' αυτό με οδηγεί κατευθείαν, εδώ και τόσες μέρες που τρακάρω το διαφημιστικό τους, στη σκηνή-πάτερν του παρελθόντος, με τα μαύρα γυαλιά και τα υστερικά μεταμεσονύκτια γέλια. Κι από κει σε τόσες άλλες σκηνές εκείνης της παλιάς, καλής, χαμένης φιλίας. Που μου λείπει εντελώς.

Ανυπομονώ να κατεβάσουν πια αυτό το διαφημιστικό απ' τα ταμπλό του μετρό - πάνε τόσες μέρες που ξανάρχισε η εκπομπή. Διαφορετικά φοβάμαι πως μια νύχτα θα γυρίσω στο σπίτι μου, θα βάλω μαύρα γυαλιά κι ένα ουίσκι και θ' ανοίξω τo Extra 3. Με απρόβλεπτες συνέπειες.